Γράφει ο Βασίλης Συλαϊδής
Στις 6 Αυγούστου 1945 ο κόσμος που ξέρουμε πάνω στη γή άλλαξε για πάντα. Η ατομική βόμβα που κατασκεύασαν οι ΗΠΑ έπεσε πάνω σε μια πόλη, τη Χιροσίμα, σκοτώνοντας ακαριαία 80 χιλιάδες κατοίκους κι άλλους 60 χιλιάδες μέχρι την επόμενη χρονιά, σα συνέπεια των σοβαρότατων τραυμάτων, εγκαυμάτων ή και της έκθεσης στην ραδιενέργεια που υπέστησαν. Δεκάδες χιλιάδες άλλοι άνθρωποι συνέχισαν να υποφέρουν και τα επόμενα χρόνια πολλοί ακόμη πέθαναν από τις συνέπειες της έκρηξης.
Μετά 3 μέρες, στις 9 Αυγούστου μια ακόμη ατομική βόμβα κατέστρεψε το Ναγκασάκι, με πολλές δεκάδες χιλιάδες ακόμη νεκρούς.
Ο κόσμος που ζούμε δεν είναι πια ίδιος.
Η ανθρώπινη κοινωνία με την τεχνολογική της πρόοδο κι ιδιαίτερα μέσα στον πιο καταστροφικό πόλεμο της ιστορίας τον 2ο ΠΠ που στοίχησε τη ζωή σε 60-80 εκατομμύρια ανθρώπους, κατασκεύασε τα μέσα με τα οποία η ίδια η επιβίωσή της πάνω στη γη για πρώτη φορά κινδυνεύει (με αιτία τις ανθρώπινες ενέργειες). Το ότι δεν έγινε πόλεμος με ανοιχτή – γενικευμένη χρήση πυρηνικών όπλων σε μια γιγαντιαία κλίμακα είναι θέμα μάλλον τύχης, δεδομένου ότι έχουν υπάρξει πολλές στιγμές που θα μπορούσε να ξεκινήσει. Σήμερα στους κινδύνους αυτούς που δεν έχουν εξουδετερωθεί προστίθενται κι άλλοι τεράστιοι ανθρωπογενείς κίνδυνοι: η υπερθέρμανση του πλανήτη κι η κλιματική αλλαγή, η μόλυνση του περιβάλλοντος, επιδημικές ασθένειες που θα ξέφευγαν από έλεγχο κ.ο.κ. Η κύρια όμως απειλή είναι τα πυρηνικά όσο υπάρχουν και δεν καταργούνται κι απαγορεύονται παγκόσμια κι όσο οι πόλεμοι συνεχίζονται.
Και δυστυχώς, όταν το 1945 μια κυβέρνηση, των ΗΠΑ συγκεκριμένα (και η μόνη μέχρι στιγμής), αποφάσισε να τα χρησιμοποιήσει και μάλιστα απροειδοποίητα, για δικούς της στρατηγικούς και γεωπολιτικούς λόγους, αυτό αποτελεί ένα ζοφερό προηγούμενο ότι μπορεί κάλλιστα να επαναληφθεί. Και θα επαναληφθεί, όσο τα πυρηνικά κι άλλα όπλα μαζικής καταστροφής δεν απαγορεύονται και καταργούνται με διεθνή εποπτεία παγκόσμια, όσο συνεχίζονται οι ανταγωνισμοί σε οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, όσο οι εξοπλισμοί αυξάνονται κι οι συγκρούσεις κι οι «τοπικοί» πόλεμοι εξαπλώνονται.
Στο τέλος του 2ου ΠΠ οι ΗΠΑ απέκτησαν το πυρηνικό μονοπώλιο για λίγα χρόνια, σήμερα αρκετές χώρες έχουν μπεί στο «club» των πυρηνικών δυνάμεων, επίσημα ή και ανεπίσημα (όπως το Ισραήλ, το οποίο διαθέτει πιθανότατα εκατοντάδες πυρηνικά, χωρίς να έχει κάνει «δοκιμή», αλλά σχεδόν έφθασε να τα χρησιμοποιήσει τον Οκτώβριο του 1973 όταν ηττάτο στην αρχή του τότε πολέμου με τους Άραβες).
Η επίσημη δικαιολογία των ΗΠΑ για τη ρίψη των 2 βομβών στην Ιαπωνία είναι ότι έτσι επιτεύχθηκε η παράδοση της τελευταίας κι αποφεύχθηκαν περαιτέρω απώλειες Αμερικανών στρατιωτών. Σοβαρές νεώτερες έρευνες και μελέτες σε ΗΠΑ, Ιαπωνία κ.ά. όμως δείχνουν ότι ο καθοριστικός παράγων που κατέστρεψε κάθε στρατηγική και διπλωματική ελπίδα της Ιαπωνικής στρατιωτικοφασιστικής-μοναρχικής άρχουσας κλίκας και κυβέρνησης να πετύχει μια κάπως πιο ευνοϊκή γι αυτήν συνθηκολόγηση (τον πόλεμο τον είχαν χάσει ήδη και το ήξεραν) ήταν η είσοδος της Σοβιετικής Ένωσης στον πόλεμο εναντίον της τα μεσάνυχτα 8-9 Αυγούστου. Ακριβώς όπως είχαν συμφωνήσει ήδη με τους τότε συμμάχους τους στην Ευρώπη, ΗΠΑ και Μ. Βρετανία στη διάσκεψη της Γιάλτας τον Φεβρουάριο του 1945 (Στάλιν-Ρούσβελτ-Τσώρτσιλ), δηλ. να μπεί στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας κι η ΕΣΣΔ 3 μήνες μετά την παράδοση της ναζιστικής Γερμανίας, η οποία επιτεύχθηκε 8-9 Μαϊου 1945… «Εγγλέζοι» στο ραντεβού τους οι Σοβιετικοί… Η ηγεσία της αυτοκρατορικής Ιαπωνίας έλπιζε μέχρι την τελευταία στιγμή να αξιοποιήσει την «ουδέτερη» μέχρι τότε ΕΣΣΔ σαν μεσάζοντα για να πετύχει μια ευνοϊκή για το καθεστώς της συνθηκολόγηση. Αντί γι αυτό αιφνιδιάστηκε απόλυτα όταν εκδηλώθηκε μια καταιγιστική σοβιετική επίθεση στην Μαντσουρία (Β.Α. Κίνα, που ήταν κατεχόμενη από την Ιαπωνία κι «ανεξαρτοποιημένη» σαν κράτος-ανδρείκελο της Ιαπωνίας). Η σοβιετική επέλαση σε ελάχιστες μέρες κατέστρεψε την «ένδοξη» ιαπωνική στρατιωτική δύναμη στο Κβαντούνγκ όπως την αποκαλούσαν, συντρίβοντας την αλλαζονεία του Ιαπωνικού στρατού. Εκτός από την Μαντσουρία που σχεδόν ολοκληρωτικά κατέλαβε ακαριαία, απειλούσε άμεσα την Κορέα που κατείχε η Ιαπωνία από το 1895, κατέλαβε και τα νησιά Σαχαλίνη και Κουρίλες που η τσαρική Ρωσία είχε χάσει από τους Ιάπωνες το 1905, απειλούσε και το βόρειο μεγάλο νησί του Ιαπωνικού αρχιπελάγους, το Χοκάιντο. Ταυτόχρονα κι όλη η τεράστια στρατιωτική δύναμη της Ιαπωνίας που κατείχε μεγάλο μέρος της Κίνας ουσιαστικά εξουδετερωνόταν και κυκλωνόταν. Έτσι, μπροστά στις καταιγιδτικές εξελίξεις και πατώντας και στο σοκ των πυρηνικών επιθέσεων των ΗΠΑ (που είχαν όμως περιωρισμένη στρατιωτική σημασία), με ένα «ανακτορικό» πραξικόπημα, εξουδετερώθηκε η πρωτοκαθεδρία του «ανυποχώρητου» Στρατού στο Τόκυο κι ο ίδιος ο αυτοκράτορας ανάγγειλε στις 15 Αυγούστου την ετοιμότητα για παράδοση (σώζοντας έτσι και το θρόνο του, το μόνο που παραχώρησαν οι ΗΠΑ στην Ιαπωνία, μια που το βρήκαν χρήσιμο για την παράδοση και μετέπειτα κατοχή της). Η επίσημη τελετή παράδοσης έγινε στον όρμο του Τόκιο, πάνω στο αμερικανικό θωρηκτό «Μιζούρι» στις 2 Σεπτέμβρη.
Με βάση τα παραπάνω, μάλλον διαφαίνεται ότι πραγματικός στόχος των 2 βομβών από τις ΗΠΑ ήταν να αντισταθμίσουν την καταλυτική γεωπολιτική επίδραση που έτσι κι αλλιώς θα είχε η σοβιετική επέμβαση, την οποία βέβαια είχαν ζητήσει οι ΗΠΑ κι είχαν ανάγκη άλλωστε για να εξουδετερωθεί οριστικά στρατιωτικά η Ιαπωνία που είχε μια νοοτροπία φανατικής αντίστασης μέχρις εσχάτων (όπως είχε πρόσφατα φανεί στην Οκινάβα). Αλλά παράλληλα να δείξουν στον κόσμο και στην ΕΣΣΔ που έβγαινε μεν κατεστραμένη κι αιμάσουσα (28 εκατ. νεκροί) από τον 2ο ΠΠ αλλά στρατιωτικά πανίσχυρη και θριαμβεύτρια πάνω στη ναζιστική Γερμανία, ότι οι ΗΠΑ όχι μόνο είχαν το πυρηνικό μονοπώλιο (μέχρι το 1949 που απέκτησε κι η ΕΣΣΔ πυρηνικά), αλλά και την «αποφασιστικότητα» να το χρησιμοποιήσει, ακόμη και πάνω σε αμάχους…
Έτσι, οι 2 βόμβες στη Χιροσίμα και Ναγκασάκι, σηματοδοτούν το τέλος του 2ου ΠΠ αλλά και την αρχή του Ψυχρού Πολέμου, που τυπικά έληξε το 1991 με τη διάλυση της ΕΣΣΔ, αλλά ουσιαστικά συνεχίζεται κι εντείνεται και σήμερα αντιπαραθέτοντας τις ΗΠΑ (με τους συμμάχους τους) στη Ρωσία και την ανερχόμενη και στρατιωτικά Κίνα…
Εδώ και 70 χρόνια, κάθε άνθρωπος πάνω στη γη, δεν πρέπει να ξεχνά αυτό που απάντησε ο Αϊνστάιν όταν ρωτήθηκε σχετικά, ότι δεν ξέρει πως θα διεξαχθεί ο 3οςΠΠ, αλλά μπορεί να προβλέψει για τον 4ο: με τόξα και βέλη… (μάλλον «αισιόδοξος»). Ο Αϊνστάιν που στην εκτυφλωτική λάμψη των εκρήξεων στις Ιαπωνικές πόλεις επιβεβαιώθηκε «πειραματικά» με τον πιο τραγικό τρόπο για την ισοδυναμία μάζας-ενέργειας από την Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας που δημοσίευσε το 1905.
Η καμπάνα στο πάρκο ειρήνης στη Χιροσίμα που ηχεί στις 8:15 στις 6 Αυγούστου κάθε χρόνο σημαίνει για όλη την ανθρωπότητα: ποτέ πια πόλεμοι, τέρμα τα πυρηνικά!
5/08/2015
ΜΙΑ ΦΥΤΙΛΙΑ
Ο αρθρογράφος κλείνει το κείμενό του με το σύνθημα-ευχή:
«ποτέ πια πόλεμοι, τέρμα τα πυρηνικά»
Και ρωτάω εγώ:
Ποτέ πια πόλεμοι; Ούτε επαναστατικοί (δηλαδή εμφύλιοι);
Συνέχεια παρηγοριάς:
#1. Είμαστε άραγε σήμερα χειρότερα από χτες; Η γραμμική αποτύπωση και αποτίμηση της ιστορίας δεν θα πάψει να είναι αναπόφευκτη εργαλειακή απλούστευση σε οριακές περιπτώσεις. Ποτέ δεν θα εξέλιπε η διαπίστωση για το μπρος ή πίσω, την επιτυχία ή αποτυχία, η ανάγκη για ναι ή όχι και ο χειρισμός διπόλων, σαν ψηφιακή ανάλυση για την αναπαράσταση της πραγματικότητας. Γενικότερα όλα τα πράγματα ανάγονται σε πολλαπλά απλούστερά τους ώστε αλλιώς είναι αδύνατο να εξεταστούν.
Η σπειροειδής εξέλιξη πάλι ήταν κάποτε μια προωθημένη λογική μα και οριακά διαισθητική σύλληψη που αποτύπωνε μια εφικτή σχηματική αναπαράσταση του χωροχρόνου. Όπως αντίστοιχα παλιότερα με την ατομική θεωρία είχε διατυπωθεί λογικά αλλά και διαισθητικά η αναγωγή των πραγμάτων σε άτομα, χωρίς να υπάρχουν τα αντίστοιχα εποπτικά όργανα και εργαλεία διακρίβωσης της θεωρίας. Το 1900 δεν υπήρχε η έποψη της περιπλεγμένης δομής του DNA, οπότε δύσκολα μπορούσε κανείς να φανταστεί την εκδοχή του σπειροειδούς σαν ένα μακρύτατο ελατήριο που εξ αιτίας του μάκρους του και των έξωθεν συμβάντων έχει περιπλεχτεί σε πάμπολλους κόμπους: έτσι ώστε η κίνηση στο χ, ψ, z να είναι πλήρως σχετικοποιημένη ανάλογα με τη θέση του του κινούμενου ή του παρατηρητή, ανάλογα τελικά με το σύστημα αναφοράς της έποψης. Δεν υπήρχε ούτε η θεωρία της σχετικότητας, ούτε η κβαντομηχανική, ούτε βέβαια οι δυσνόητοι μαθηματικοί μετασχηματισμοί των 4 διαστάσεων να συγχωνεύονται μαγικά σε ένα φανταστικό σύστημα αναφοράς, (domain s, ω και μη χειρότερα), που αν και πρόκειται για υποθετική σύλληψη, απέδειξε ωστόσο την πρακτική επίλυση πραγματικών διεργασιών της ύλης που δεν μπορούσαν αλλιώς να επιλυθούν. Και όμως όλα αυτά εξακολουθούν και αναλύονται ψηφιακά, με πολλά άπειρα 0 και 1, ναι και όχι, εξαιρετικά περιπλεγμένα..Ο δικός μας ανθρώπινος τρόπος αναγκαστικά αναζητεί κάθε φορά την άκρη του νήματος, την απεμπλοκή του σπειροειδούς ελατηρίου, το ποιο απ όλα τα κουμπιά να πατηθεί, τι πρέπει (και τι δεν πρέπει) από αυτά που σούρχονται να απαντηθεί.
#2. Τι σχέση λοιπόν μπορεί να έχουν όλα αυτά με τα πολιτικά; Τι σχέση έχει η εξέλιξη των φυσικών επιστημών με τις ανθρωπιστικές επιστήμες; Από που κι ως που η κοινωνική θεωρία ακολουθεί καταναγκαστικά τους νόμους της φυσικής και της βιολογίας; Τι σχέση δηλαδή μπορεί να έχει έχει ο διαλεκτικός υλισμός , η ο ιστορικός υλισμός με την καθαρή τεχνική επιστήμη της ύλης; Το φιλοσοφικό “ντιμπέι” για αυτά μπορεί να τραβάει όσο θέλει. Αλλά καμιά κοινωνική θεωρία δεν μπορεί να εκτυλίσσεται με επάρκεια χωρίς να αξιοποιεί την τρέχουσα εξέλιξη των καθαρών επιστημών της ύλης.
Αν είναι έτσι, τότε δεν μπορεί κανείς να μην προβληματιστεί για την τρέχουσα διανόηση που έχει μεσολαβήσει από τον Μαρξ ως σήμερα. Έρευνες επί ερευνών επί της ιστορίας τι είπε ο Μαρξ, που τάσβηνε και τα ξανάγραφε μέχρι το τέλος ο άνθρωπος γιατί αυτός πάντως ήταν επιστήμονας. Τι είπε μετά ο Λένιν, που και που τάπε δηλαδή, άλλα πήγαινε κι έκανε αναλόγως και ξαναμετάνιωνε, γιατί αυτός τουλάχιστον ήταν καταρτισμένος επιστημονικά πολιτικός. Και ατελείωτα μετά, τι θα έκανε π.χ. ο Τρότσκι αν ήταν αυτός στο χορό Στάλιν..ΟΚ..Και τι νομίζουμε εμείς πως έπρεπε να κάνουν, 100 χρόνια πριν, έξω από το χορό, έχοντας στο χέρι το κινητό..ΟΚ.
Μιλάμε τότε για μια φιλολογικού και ρητορικού τύπου διανόηση. Γιατί η φιλοσοφία είναι κάτι πολύ παραπάνω από τη θεάρεστη τέχνη της φιλολογίας, αλλά γίνεται απλή φιλολογία όταν εμμένει στην αυτονομία των ανθρωπιστικών-πολιτικών-ιστορικών επιστημών και της κοινωνικής θεωρίας έναντι των καθαρών επιστημών της ύλης. Είναι τότε απλά ρητορική.
Αν είναι όμως έτσι, τότε η σύγχρονη φυσική πραγματικότητα και οι τρομακτικές δυνάμεις που έχουν πλέον εξαπολυθεί ξεπερνούν την ανθρώπινη εγκεφαλική δυνατότητα και καθιστούν γραφικό ξωμάχο αγρότη όποιον πανεπιστημιακό των ανθρωπιστικών επιστημών καταπιάνεται να κάνει ένα βιβλιαράκι για το τάδε ή για το δείνα. Αν είναι έτσι, ο διάλογος μεταξύ “δημοσιεύσεων” και “ερευνών” για μια τεράστια πια ύλη, είναι πρακτικά εντελώς αδύνατο να είναι λειτουργικός. Και βέβαια ακόμη πιο αδύνατο να απλωθεί και να σμιλευτεί με τα λαϊκά στρώματα και αυτή θεά τη συνείδηση της εργατικής τάξης.
Μόνο μια πολύ υψηλών απαιτήσεων συντεταγμένη, δομημένη και πυραμιδωτή (συν δικτυακή) οργάνωση της διανόησης, ου μην αλλά, στενά περιπλεγμένης μάλιστα με τη κοινωνική δράση, θα μπορούσε να επιτύχει..
#3. Δεν είναι μόνο ο τρομακτικός όγκος βιβλίων και διδακτέας φιλοσοφικής ύλης. Είναι κυρίως η τρομακτική μεγέθυνση της ανθρωπογενούς φυσικής πραγματικότητας που έχει πια τρομακτική ισχύ έναντι της ανθρώπινης ισχύος. Η ολοκληρωτική διάρρηξη της ισορροπίας μεταξύ των δυνάμεων της ανθρωπογενούς φυσικής πραγματικότητας και της φυσικής ανθρώπινης ισχύος δεν υπήρχε το 1900. Ναι μεν είχαν ξεκινήσει οι μηχανές καύσης και η χημεία, αλλά και στην ειρήνη και στον πόλεμο η φυσική ανθρώπινη ισχύς των πολλών ανθρώπων εξακολουθούσε να είναι καθοριστική για την κάθε έκβαση. Είναι στη διάρκεια του 20ου που, αρχής γενομένης από την χρήση των χημικών όπλων στον Α παγκόσμιο, έχει εξαπολυθεί μια ανεξέλεγκτη φυσική πραγματικότητα σε πάμπολους τομείς που σχεδόν εκμηδενίζει την φυσική ισχύ των πολλών ανθρώπων. Είτε αυτή αφορά τεχνολογικά προϊόντα, είτε αφορά την ταχύτατη περιβαλλοντική μεταβολή, είτε αφορά παραπροϊόντα και απορρίμματα, στο βαθμό που ακόμη και η διάκριση μεταξύ προϊόντων και απορριμάτων είναι αμφίβολη. Έτσι λοιπόν ώστε: ο άνθρωπος που τροποποιεί και δημιουργεί το περιβάλλον του με την παραγωγή, δεν ελέγχει πλέον αυτό το βιολογικό του κύκλο. Σε μια παραδειγματική προεκβολή: Ποια τρέχουσα κοινωνική θεωρία μπορεί να προβλέψει τον τρόπο ζωής ενός υπερπληθυσμού των 50 δισεκατομυρίων, όπου μεγάλο μέρος θα είναι εκτοπισμένο από άγονες, άνυδρες, ή μολυσμένες περιοχές και όπου οι άνθρωποι παρά το πλήθος τους θα είναι ωστόσο εντελώς ανήμποροι μπροστά στην αυτονομημένη ισχύ των όποιων διαχειριστών της βιοτεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης;
# FIN: Οι απαιτήσεις επανατεκμηρίωσης είναι τρομακτικές. Οι ανθρώπινες δυνάμεις που χρειάζονται για να προκαταλάβουν την εκτροχιασμένη κούρσα ενδεχομένως δεν προλαβαίνουν. Και φυσικά δεν φτάνει ένα περιχαρακωμένο κόμμα, με τα συνήθη γραφικά συμπαρομαρτούντα αποκόμματα να το τσιμπούν και να του βγάζουν γλώσσα…
Παρηγοριά: Τώρα βέβαια, σε μια φανταστική και συμβολική χώρα ορόσημο, που έδωσε κάποτε τα φώτα του πολιτισμού στον (δυτικό) κόσμο, δεν υπάρχουν μόνο οι καθωσπρέπει εκ δεξιών του πατρός κύριοι δήμαρχοι που ετοιμάζονται να γιορτάσουν λέει τα 200 χρόνια της παλιγγενεσίας του 1821, με προδιαγραφές λέει ολυμπιακών αγώνων.. Ευτυχώς, έναρξις τον Σεπτέμβριο, εξ αριστερών υπάρχουν και κάποια πλασέμπο “καλέσματα διαλόγου”..που θα το ψάξουν λέει τώρα το θέμα, και ”που θα σέβονται όμως την αυτοτέλεια του καθενός και δεν θα προχωρούν σε βιαστικές κινήσεις ενοποίησης”. Χαλαρά παιδιά, κι αν αυτός Σεπτέμβρης δεν κάτσει, πάμε για τον επόμενο.
Παράρτημα 1.
Έχουμε κλείσει πια 70 χρόνια από το άρθρο του Αϊνστάιν “Γιατί σοσιαλισμός” και εκτός από την αποσπασματική τιμητική αναφορά του για λόγους προπαγάνδας, στην Ελληνική Αριστερά (= σοσιαλιστική-κομμουνιστική) υπάρχει αδυναμία να ολοκληρωθούν οι ερευνητικές κατευθύνσεις που εκείνο έθετε. Στα πολιτικά καθοδηγητικά όργανα, στις δημοσιεύσεις βιβλίων της αγοράς, αλλά και στις υποτιθέμενες συλλογικές εκδόσεις (ΚΟΜΕΠ, & δευτερευόντως τη μινιατούρα των “Τετραδίων Μαρξισμού”) κανοναρχούν ρήτορες. Ρήτορες, ανεξαρτήτως ειδικότητας του πτυχίου. Ακόμη σημαντικότερο, πρόκειται για επιλεγμένους παράλληλους μονολόγους στα περιοδικά – ενώ το ίδιο συμβαίνει ακόμη και όταν πρόκειται για “συλλογικό” βιβλίο! Εξ αντικειμένου οι παραπάνω “διακεκριμένοι” έχουν την καθοδηγητική ευθύνη για τον μαρασμό της Ελληνικής Αριστεράς. Αλλά βέβαια το φαινόμενο είναι παγκόσμιο και υπάρχουν σοβαρότατα ελαφρυντικά. Επειδή και μόνον κάποτε σε αυτά εδώ τα μέρη υπήρχε ένας Δημόκριτος και ένας Αριστοτέλης -και πολλοί άλλοι βέβαια- θα ήταν υπερφίαλο να απαιτεί κανείς από την Ελληνική Αριστερά να δώσει αυτή τα φώτα στο παγκόσμιο σοσιαλιστικό-κομμουνιστικό κίνημα (.. το ποιο;).
Όπως και νάχει, ένας προσανατολισμός της διανόησης όπως θα προέκυπτε ως σύγχρονη φυσική συνέχεια του άρθρου του Αϊνστάιν αντιμετωπίζεται υποτιμητικά. Αν και υποτίθεται πως αναζητείται η συμβολή των επιστημόνων-διανοουμένων σε οριακά ζητήματα (π.χ. για μια αντίστοιχη καμπάνια εναντίων των πυρηνικών), η συμβολή αυτή νοείται μάλλον ως προσυπογραφή ψηφισμάτων παρά ως ουσιαστική και απαραίτητη επανατεκμηρίωση του κοινωνικού οράματος, ως την πιο ρεαλιστική ουτοπία. Δεν ενδιαφέρουν οι πραγματικοί λόγοι για μια τέτοια άρνηση, ούτε ωφελούν οι δίκες προθέσεων.
Παράρτημα 2
Η ιστορία δεν είναι δίκες προθέσεων. Αλλά όμως είναι δίκες δυνατοτήτων (διάβαζε αποτελεσμάτων). Συχνά ανασύρεται το κριτήριο της ταξικότητας για να δικαιολογήσει τα κατεστημένα. Πράγματι, όσοι έχουν δυνατότητες προωθημένης διανόησης είναι -είτε θέσει είτε δυνάμει- έξω από το σώμα της καθαυτό εργατικής τάξης που δεν έχει τίποτε άλλο… Όλοι μάλιστα γνωρίζουμε πως τις τελευταίες δεκαετίες ακόμη και οι περισσότεροι που ξεκινούν από τον κομμουνιστικό χώρο, στην εξέλιξή τους είτε πουλούν αυτή την εργατική (διανοητική) τους δύναμη στην αγορά, είτε παραμένουν ιδιόμορφοι μεμονωμένοι και πάντως κατ ουσία αδρανοποιημένοι. Οι αριστερές συλλογικότητες (=αυτές που εμμένουν στον σοσιαλισμό-κομμουνισμό) έχουν το μόνιμο κίνδυνο να καταληφθεί η διανόησή τους από τον “ταξικό αντίπαλο”. Ο κίνδυνος όμως δεν μπορεί να απαντηθεί με περιχαράκωση. Οι ίδιοι ακριβώς κίνδυνοι (*) και ακόμη μεγαλύτεροι υπάρχουν από την ”αναπαραγωγή” των πολιτικών ηγεσιών και “διακεκριμένων” “διανοητών”. Συνέπεια αυτών είναι η αποστέγνωση του όποιου κινήματος από ισχυρή διανόηση. Έχουμε φτωχά αποτελέσματα, που στην ουσία αναμασούν τα σοφά των κλασσικών, χωρίς να ενσωματώνουν σύγχρονη επιστήμη. Όπου δε επιχειρείται το “σύγχρονο”, έχουμε άγονα χαρμάνια κλασσικών με τυχάρπαστες νότες διαφόρων “-ιστών”, “μετα” και “νεο”. Χαρμάνια τόσο άνοστα ή μπουρδουκλωμένα, στο σημείο να νοσταλγείς πράγματι τα κοφτερά γραπτά και την καθαρή αξία των κλασσικών…Δευτερεύων αποτέλεσμα: εκτός από την επιστημονική ανάλυση υποστρέφεται τελικά και η ρητορική, ως αυτοαναφορική.
Προφανώς δεν φταίει κανείς συγκεκριμένα: Στη σύγχρονη πραγματικότητα η πραγμάτωση της αποτελεσματικής, συγκροτημένης και δομημένης επιστημονικής διανόησης είναι πολύ πιο απαιτητική. Ωστόσο πριν από πολλές δεκαετίες, όταν η αριστερά (= αυτή που εμμένει στο σοσιαλισμό-κομμουνισμό) ήταν υπολογίσιμη δύναμη στα δρώμενα, η κατάσταση των δικών της επιστημόνων και διανοητών ήταν ποιοτικά και ποσοτικά ανώτερη.
(*) Τέτοιοι κίνδυνοι εξ άλλου χρειάζεται να απαντηθούν με εντελώς διαφορετικό ποιοτικά τρόπο από την περιχαράκωση: Καθώς εξακολουθεί να αιωρείται (αδιευκρίνιστη τόσο πρακτικά όσο και θεωρητικά) η έννοια της “εισαγόμενης συνείδησης στην εργατική τάξη”, επικινδυνότεροι ίσως των επιστημόνων-διανοητών μπορεί να είναι οι πολιτικοί καθοδηγητές, (ακόμη χειρότερα κάθε μικρής γκρούπας), που “υποκαθιστούν” τελικά και τον ρόλο των διανοητών, προστατεύοντας υποτίθεται το χώρο, στην ουσία όμως αναπαράγοντας μια αδύναμη δημοσιοσχεσίτικη κατάσταση. Το πρόβλημα δεν λύνεται αμυντικά.
Παράρτημα 3.
Ευτυχώς στην Ελλάδα τουλάχιστο έχουμε όλοι και μια ιδέα που θα έλυνε το πρόβλημα. Τόσο που, αναρωτιόμαστε μα την αρκούδα γιατί η άλλοι δεν βλέπουν αυτό που είναι καθαρό για μας. Μια ιδέα λοιπόν είναι ότι οι επιστήμονες και διανοητές δε χρειάζεται να είναι από τζάκι αλλά α) γίνονται και β) συγκεντρώνονται εκεί που βρίσκονται οι προϋποθέσεις να διερευνηθούν τα προβλήματα. Αντί λοιπόν να παραπονιέται η αριστερά που οι επιστήμονες την έχουν εγκαταλείψει για το χρήμα, θα μπορούσε να διατυπώσει έμπρακτα την ανάγκη να τους συγκεντρώσει. Μια τέτοια “διατύπωση” όμως δεν είναι ένα πλασέ κάλεσμα όπως αυτά που συνηθίζονται από αμηχανία. Αλλά είναι μια φανερή ποιοτική αλλαγή τόσο των σκοπών όσο και των μέσων, τόσο της δομής όσο και του λόγου. Ποτέ δεν μπορεί να ευδοκιμήσει ανάπτυξη έρευνας όταν η κρατούσα κατάσταση κάποιων συμπεριφέρεται κατ ουσία σαν να έχει τις απαντήσεις. Και άρα ποτέ δεν θα υπάρξει ενδιαφέρον εάν τα ερωτήματα δεν προκαλούν. Προκαλούν και όχι προσκαλούν, σημαίνει κατ ελάχιστο ότι τα όποια “κεκτημένα” δεν προκαταλαμβάνουν τις (αναζητούμενες υποτίθεται..) απαντήσεις και δεν καταδυναστεύουν τους απαραίτητους βαθμούς ελευθερίας των ενδιαφερομένων.
Αντίθετα σήμερα η αριστερά (=…) επιδεικνύει τόσα τρομάρα της “κεκτημένα” -τόσο οργανωτικά όσο και ιδεοληπτικά- ώστε πρακτικά όσο και θεωρητικά προκαταλαμβάνει αντί να ανοίγει θαρρετά τα ζητήματα. Αμυντική λοιπόν δεν είναι μόνο η περιχαράκωση του ενός καλού κόμματος, αλλά και η εμμένουσα πολυδιάσπαση των πάμπολλων καλών αποκομμάτων: Ο καθένας προστατεύει κατ ουσία κτητικά τις κατακτήσεις που νομίζει πως έχει!.. Σε τούτο το θέμα λοιπόν και μόνο, η κάθε συλλογικότητα είναι μια πιστότατη μικρογραφία του μπαμπά κόμματος το οποίο φλέγεται διακαώς -αλλά ποτέ δεν μπορεί- να ξεπεράσει.
Θα ανέμενε ίσως κανείς ότι τα τρομακτικά για την ανθρωπότητα εν εξελίξει προβλήματα θα μπορούσαν να διατυπωθούν από την αριστερά (= που εμμένει στο σοσιαλισμό-κομμουνισμό) έτσι ώστε να συνεγείρουν μια ικανή συσπείρωση δυνάμεων της γνώσης και της εργασίας. Και ότι θα είχε ήδη πραγματωθεί (προσφερθεί από την υπαρκτή αριστερά) μια κατ αρχήν οργανωτική δυνατότητα της αναγκαίας ογκώδους συλλογικής συνεύρεσης. SOS, με διεθνική μάλιστα δικτύωση!. (Το πόσα διαφορετικά κόμματα θα χρειαζόταν για να καλύψουν το φάσμα είναι μια άλλη ιστορία, κι ας πούμε ότι θα μπορούσαν να είναι και δύο ή και τρία. Τελεία!). Σε αντίθετη περίπτωση, κάλλιστα θα μπορούσε κανείς να συνεχίσει να αυτοπραγματώνεται ερήμην της υποτιθέμενης τάξης για την οποία ομιλεί, νομίζοντας πως προστατεύει κεκτημένα. Ευτυχώς, από ιδέες, πολλές.
Η κατάσταση είναι πάνω κάτω έτσι όπως την περιγράφεις πικαπα: από το ΚΚΕ, το τροτσκιστικό ρεύμα, το ΜΛ ρεύμα , την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την λαε κλπ, όλες οι αριστερές κ κομμουνιστικές πολιτικές δυνάμεις πάσχουν πολύ σοβαρα .
Η ενότητα δεν λέει τίποτα, ούτε λέει κάτι ο σεχταρισμός. Ποιος είναι ο καπιταλισμός σήμερα, ποια είναι η λαϊκότητα σήμερα, γιατί απέτυχε το πρώτο σοσιαλιστικό πείραμα, τι κεκτημένα κ τι αρνητικα/απορριπτέα άφησε με την εκφύλιση κ κατάρρευση του, ποια είναι η σύγχρονη κομμουνιστική αντίληψη για το κράτος, για τον ρόλο του κόμματος βάσει κ των αρνητικών κ οποίων θετικών των χωρών του λεγόμενου υπαρκτού κλπ. Να ορισμένα δομικά ερωτήματα/πεδία θεωρίας κ πράξης.
Φιλε ανωνυμε. Η ενοτητα ειναι κατι που απορει μα τα χιλια χλωμα προσωπα καθε ενας που δεν ειναι πορωμενος, εδω κ δεκαετιες τουλαχιστο. Ειναι common sense και δεν απαλειφεται υποτιμωντας την ως ενωτιτιδα. Δεν ειναι ευχη κ καλοσυνη του αγιου φραγκισκου κ του αγιου ροκκου, αλλα ειναι η βαθιά λαικη γνωση οτι το μεγεθος μετραει, παροτι καποιοι θελουν να πουν οτι δεν μετραει. Ειναι αλλης ταξης ζητημα πως η ενοτητα δεν ερχεται αν πουλας σε εναν παγκο ενοτητα, ενω το ιδιο συμβαινει κ με την ανασυνθεση κ την επανατεκμηριωση κλπ κλπ, κ ολα αυτα τα καλα. Οπως γνωστο ειναι πως αν εισαι νεο ταλεντο ρηξικελευθο φαινεται σε ευλογο διαστημα, αλλιως εισαι για την ανακυκλωση. Κατα τα αλλα, σιγουρα κ παντα θα υπαρχουν πολλα να συζητηθουν. Τα λεμε.