.
.

Παντιέρα, ιστότοπος αντικαπιταλιστικής ενημέρωσης

.


Παραγωγική ανασυγκρότηση και παραγωγικές σχέσεις


riverapinakasergates1Ηλίας Ιωακείμογλου
«Παρόλο που εξετάσαμε τη διαδικασία παραγωγής κάτω από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες 1) ως εργασιακή διαδικασία και 2) ως διαδικασία αξιοποίησης, εννοείται ωστόσο ότι πρόκειται για μια μοναδική και αδιαίρετη εργασιακή διαδικασία. Δεν εργαζόμαστε δύο φορές, μια φορά για να δημιουργήσουμε χρήσιμο προϊόν, δηλαδή μια αξία χρήσης, μετασχηματίζοντας τα μέσα παραγωγής σε προϊόντα, και μια δεύτερη φορά για να δημιουργήσουμε αξία και υπεραξία, για να αξιοποιήσουμε την αξία». Καρλ Μαρξ, «Αποτελέσματα της άμεσης διαδικασίας παραγωγής»

Έχει, άραγε, νόημα να συ­ζη­τή­σου­με σή­με­ρα για την πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση, σή­με­ρα που οι δικές μας πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις, είτε αυτές που απο­χώ­ρη­σαν από τον με­ταλ­λαγ­μέ­νο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και ητ­τή­θη­καν στις εκλο­γές είτε αυτές που υιο­θέ­τη­σαν την αποχή ως πο­λι­τι­κή στάση, βρί­σκο­νται πιο μα­κριά όσο ποτέ από την κυ­βερ­νη­τι­κή εξου­σία; Μια τέ­τοια συ­ζή­τη­ση έχει νόημα, επει­δή ανα­φέ­ρε­ται στη γε­νι­κή πο­λι­τι­κή κα­τεύ­θυν­ση που θα πάρει το υπό κα­τα­σκευή αρι­στε­ρό ρι­ζο­σπα­στι­κό μέ­τω­πο, ήδη από την πρώτη στιγ­μή της ύπαρ­ξής του, στα ζη­τή­μα­τα που αφο­ρούν την ερ­γα­σία, την πα­ρα­γω­γή και τους θε­σμούς που τη συ­νο­δεύ­ουν.

Η γε­νι­κή πο­λι­τι­κή κα­τεύ­θυν­ση έχει, μέχρι στιγ­μής, εκ­φρα­στεί με τον όρο της «πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης», που είναι ένας όρος ο οποί­ος νο­εί­ται με πολ­λούς τρό­πους. Αυτό οφεί­λε­ται στο γε­γο­νός ότι είναι μια πε­ρι­γρα­φι­κή έν­νοια χωρίς θε­ω­ρη­τι­κές αξιώ­σεις, μια έν­νοια «ορ­φα­νή», επει­δή δεν εντάσ­σε­ται σε ένα σύ­στη­μα εν­νοιών αυ­στη­ρά ορι­σμέ­νων και λο­γι­κώς αλ­λη­λε­ξαρ­τώ­με­νων. Δεν είναι μια αφη­ρη­μέ­νη έν­νοια, αλλά μια θολή, ακα­θό­ρι­στη έν­νοια, ένα κενό κέ­λυ­φος που μπο­ρεί ο κα­θέ­νας να γε­μί­σει με πε­ριε­χό­με­νο της αρε­σκεί­ας του. Για πα­ρά­δειγ­μα, πλή­θος διαρ­θρω­τι­κών αλ­λα­γών που πραγ­μα­το­ποί­η­σε η κυ­βέρ­νη­ση Σα­μα­ρά με τη βο­ή­θεια της τρόι­κας ήδη από το 2012, ξε­κι­νώ­ντας από τους νό­μους για τις ακτές και τις χρή­σεις γης, τις συγ­χω­νεύ­σεις και εξα­γο­ρές εται­ρειών (στις τρά­πε­ζες, ασφά­λειες, κα­τα­σκευ­ές, αε­ρο­με­τα­φο­ρές, τη­λε­πι­κοι­νω­νί­ες, τη­λε­ο­πτι­κά κα­νά­λια κ.λπ.), τις ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σεις, τις αλ­λα­γές στον τομέα της ενέρ­γειας, τον μα­ζι­κό του­ρι­σμό και την εξο­ρυ­κτι­κή μανία, έως το γε­νι­κευ­μέ­νο dumping (ερ­γα­σια­κό, φο­ρο­λο­γι­κό, πε­ρι­βαλ­λο­ντι­κό κ.λπ.), και άλλα τόσα ακόμα, κάλ­λι­στα μπο­ρούν να χα­ρα­κτη­ρι­στούν «πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση». Το ίδιο θα ισχύ­σει κατά τα επό­με­να χρό­νια και για την πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση που θα επι­χει­ρή­σει ο με­ταλ­λαγ­μέ­νος ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

Επει­δή εμείς έχου­με ρι­ζι­κά δια­φο­ρε­τι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό σε σχέση με τις μνη­μο­νια­κές κυ­βερ­νή­σεις και τους ευ­ρω­παϊ­κούς θε­σμούς, δεν είναι σοφό να χρη­σι­μο­ποιού­με ως δεί­κτη των προ­θέ­σε­ών μας έναν όρο που δεν χα­ράσ­σει βαθιά δια­χω­ρι­στι­κή γραμ­μή ένα­ντι των πο­λι­τι­κών αντι­πά­λων μας. Εκ­κρε­μεί, λοι­πόν, μια θε­ω­ρη­τι­κή και πο­λι­τι­κή δου­λειά για την αντι­κα­τά­στα­ση του όρου της «πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης» με κά­ποιον άλλον, αντά­ξιο των προσ­δο­κιών και των ρι­ζο­σπα­στι­κών προ­θέ­σε­ων όσων ανα­φε­ρό­μα­στε στο σο­σια­λι­σμό ή έστω στην αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή πο­λι­τι­κή δράση και όχι απλώς στην οι­κο­νο­μι­κή ανά­πτυ­ξη.

Δύο λαν­θα­σμέ­νες ιδέες

Η αμέ­λεια με την οποία χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε, και δυ­στυ­χώς κα­θιε­ρώ­θη­κε, ο όρος της «πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης» σχε­τί­ζε­ται με δύο λαν­θα­σμέ­νες ιδέες που έρ­χο­νται από την ιστο­ρι­κή μας ιδε­ο­λο­γι­κή πα­ρά­δο­ση.

Η πρώτη λαν­θα­σμέ­νη ιδέα μάς έρ­χε­ται από τη θε­ω­ρία που επι­κρά­τη­σε στη ΕΣΣΔ και στη συ­νέ­χεια σε όλη την κο­μου­νι­στι­κή πα­ρά­δο­ση ότι η ανά­πτυ­ξη των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων (που σ’ εμάς έχει πάρει το όνομα της πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης) είναι ο πα­ρά­γο­ντας εκεί­νος που ανοί­γει το δρόμο στις κοι­νω­νι­κές αλ­λα­γές, που θέτει σε κα­τά­στα­ση κρί­σης τις πα­λιές σχέ­σεις πα­ρα­γω­γής και φέρ­νει τις νέες. Πρό­κει­ται για αντί­λη­ψη πρω­το­κα­θε­δρί­ας των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων,(1) που απο­τε­λούν υπο­τί­θε­ται αυ­τό­νο­μο πα­ρά­γο­ντα κοι­νω­νι­κής ευ­η­με­ρί­ας, και ως εκ τού­του η ανά­πτυ­ξή τους προ­έ­χει και προη­γεί­ται κάθε άλλης προ­σπά­θειας. Η αντί­λη­ψη αυτή οδη­γεί στην άκρι­τη χρήση των εν­νοιών «πα­ρα­γω­γή», «βιο­μη­χα­νία», «επι­στή­μη», χωρίς να λαμ­βά­νει υπόψη της την έν­νοια του τρό­που πα­ρα­γω­γής, δη­λα­δή της ενό­τη­τας των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων(2) με τις πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις (υπό την κυ­ριαρ­χία των πα­ρα­γω­γι­κών σχέ­σε­ων).

Έχει έτσι πα­ρα­με­ρι­στεί η κα­λύ­τε­ρη των θε­ω­ρη­τι­κών πα­ρα­δό­σε­ών μας, σύμ­φω­να με την οποία η πα­ρα­γω­γή έχει επι­θε­τι­κό προσ­διο­ρι­σμό, είναι κε­φα­λαιο­κρα­τι­κή πα­ρα­γω­γή, είναι δη­λα­δή ταυ­το­χρό­νως πα­ρα­γω­γή και ανα­πα­ρα­γω­γή των βα­σι­κών κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων της κα­πι­τα­λι­στι­κής κοι­νω­νί­ας. Με πιο απλά λόγια, όταν ερ­γα­ζό­μα­στε, στον κα­πι­τα­λι­σμό, η ίδια η ερ­γα­σία μας πραγ­μα­το­ποιεί­ται με τέ­τοιο τρόπο ώστε πα­ρά­γει και ανα­πα­ρά­γει τις συν­θή­κες της εκ­με­τάλ­λευ­σής μας,(3) τις συν­θή­κες της εκ­χώ­ρη­σης ενός μέ­ρους της αξίας που πα­ρά­γου­με στον κε­φα­λαιο­κρά­τη, τις συν­θή­κες της υπο­τα­γής μας στο δε­σπο­τι­σμό του ερ­γο­δό­τη και στο δι­καί­ω­μά του να διευ­θύ­νει και να ορ­γα­νώ­νει εκεί­νος την πα­ρα­γω­γή, να επι­βλέ­πει και να ελέγ­χει την ερ­γα­σία μας και να ρυθ­μί­ζει την ικα­νό­τη­τά μας να θέ­του­με σε κί­νη­ση τα μέσα πα­ρα­γω­γής, να ιδιο­ποιεί­ται τις γνώ­σεις και δε­ξιό­τη­τες που απο­κτή­σα­με μέσα στην πα­ρα­γω­γή, να κα­τα­τε­μα­χί­ζει την ερ­γα­σία μας για να μπο­ρεί να την ελέγ­χει, να αναρ­τά στην πόρτα της επι­χεί­ρη­σης την πι­να­κί­δα «απα­γο­ρεύ­ε­ται η εί­σο­δος στους μη έχο­ντες ερ­γα­σία» και να αφή­νει απέξω ακόμη και τα πιο βα­σι­κά κοι­νω­νι­κά μας δι­καιώ­μα­τα. Τις θέ­λου­με, άραγε, άθι­κτες τις συν­θή­κες αυτές; Εάν όχι, δεν μπο­ρού­με πια να μι­λά­με για πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση χωρίς να μι­λά­με για τις πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις, δη­λα­δή τις σχέ­σεις που έχουν οι ερ­γα­ζό­με­νοι με­τα­ξύ τους και με «την ιε­ραρ­χία» στους χώ­ρους πα­ρα­γω­γής, τις σχέ­σεις που έχουν με τα μέσα πα­ρα­γω­γής που θέ­τουν σε κί­νη­ση, το δε­σπο­τι­σμό του ερ­γο­δό­τη, τη διεύ­θυν­ση και τον έλεγ­χο της ερ­γα­σί­ας –σε τε­λευ­ταία ανά­λυ­ση δεν μπο­ρού­με να μη μι­λά­με για τις σχέ­σεις ιδιο­κτη­σί­ας (σχέ­σεις κυ­ριό­τη­τας και νομής).(4)

Εξάλ­λου, επει­δή «δεν ερ­γα­ζό­μα­στε δύο φορές, μια φορά για να δη­μιουρ­γή­σου­με χρή­σι­μο προ­ϊ­όν, δη­λα­δή μια αξία χρή­σης, με­τα­τρέ­πο­ντας τα μέσα πα­ρα­γω­γής σε προ­ϊ­ό­ντα, και την άλλη φορά για να δη­μιουρ­γή­σου­με αξία και υπε­ρα­ξία», δεν μπο­ρού­με να δια­χω­ρί­σου­με την πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση από τις πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις, ούτε μπο­ρού­με να κά­νου­με πο­λι­τι­κή πρώτα με τη μία (την ανα­συ­γκρό­τη­ση των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων) και μετά, σε κά­ποιο απροσ­διό­ρι­στο (αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κό ή σο­σια­λι­στι­κό) μέλ­λον, με την άλλη (τις σχέ­σεις πα­ρα­γω­γής).

Είναι πικρή η δια­πί­στω­ση ότι οι πο­λι­τι­κοί μας αντί­πα­λοι δεν κά­νουν το ίδιο λάθος: H μνη­μο­νια­κή πο­λι­τι­κή επι­χει­ρεί εκ νέου ρύθ­μι­ση των κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων όχι μόνο έξω από τις επι­χει­ρή­σεις, αλλά και στο εσω­τε­ρι­κό τους αλ­λά­ζο­ντας τον τρόπο με τον οποίο ο κε­φα­λαιο­κρά­της δι­καιού­ται να κα­τα­να­λώ­νει τις γνώ­σεις μας και τις δε­ξιό­τη­τές μας για να αξιο­ποι­ή­σει το κε­φά­λαιό του. Απέ­να­ντι σε αυτή τη δική τους τα­ξι­κή πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση, εμείς θα συ­νε­χί­σου­με να μι­λά­με, άραγε, για πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση γε­νι­κά, αφή­νο­ντας έξω από το παι­χνί­δι τις πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις, το πλέγ­μα των κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων που υφαί­νο­νται μέσα στην πα­ρα­γω­γή;

Επεί­γει, λοι­πόν, όταν μι­λά­με για πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση, να μι­λά­με και για την ει­δί­κευ­ση και την πο­σό­τη­τα της ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης που υφί­στα­ται την κα­πι­τα­λι­στι­κή εκ­με­τάλ­λευ­ση, τη σύν­θε­ση των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων, τις μορ­φές της ορ­γά­νω­σης της ερ­γα­σί­ας και της κε­φα­λαιο­κρα­τι­κής εξου­σί­ας στο εσω­τε­ρι­κό των επι­χει­ρή­σε­ων, στο ρόλο, στο μέ­γε­θος και τη ση­μα­σία των μι­σθω­τών που πλαι­σιώ­νουν τους άμε­σους πα­ρα­γω­γούς, ώστε να δια­σφα­λί­ζε­ται η κοι­νω­νι­κή ανα­πα­ρα­γω­γή του συ­στή­μα­τος, στις μορ­φές της κυ­ρί­αρ­χης ιδε­ο­λο­γί­ας στους χώ­ρους πα­ρα­γω­γής, στο ρόλο και τις κα­τευ­θύν­σεις του εκ­παι­δευ­τι­κού μη­χα­νι­σμού που πα­ρά­γει τις στρα­τιές των εκ­με­ταλ­λευο­μέ­νων, στις σχέ­σεις ιδιο­κτη­σί­ας επί των επι­χει­ρή­σε­ων, στο θε­σμι­κό πλαί­σιο της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας και του χρή­μα­τος, και άλλα τόσα ακόμα, διότι αυτά απο­τε­λούν –εκτός των άλλων– και πεδία συ­νει­δη­τής πα­ρέμ­βα­σης των πο­λι­τι­κών αντι­πά­λων μας.

Η αμέ­λεια με την οποία χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε και κα­θιε­ρώ­θη­κε ο όρος της «πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης», σχε­τί­ζε­ται και με μια δεύ­τε­ρη λαν­θα­σμέ­νη ιδέα, σύμ­φω­να με την οποία δεν μπο­ρού­με να θί­ξου­με τον πυ­ρή­να του συ­στή­μα­τος, δη­λα­δή τις πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις, παρά μόνο εάν φρο­ντί­σου­με πρώτα να απο­κτή­σει η χώρα ένα ισχυ­ρό πα­ρα­γω­γι­κό σύ­στη­μα το οποίο θα μπο­ρεί εν συ­νε­χεία να αντέ­ξει τις απαι­τή­σεις μας για αλ­λα­γές στις κοι­νω­νι­κές σχέ­σεις της πα­ρα­γω­γής και στη δια­νο­μή του προ­ϊ­ό­ντος. Η πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση (δη­λα­δή η ανα­συ­γκρό­τη­ση των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων) εμ­φα­νί­ζε­ται έτσι ως ένα ιστο­ρι­κό στά­διο που θα πρέ­πει να δια­βού­με τώρα για να μπο­ρού­με στη συ­νέ­χεια να βα­δί­σου­με προς κοι­νω­νι­κές αλ­λα­γές. Η δε αύ­ξη­ση του ΑΕΠ σε στέ­ρε­ες και μό­νι­μες βά­σεις εμ­φα­νί­ζε­ται ως η προ­ϋ­πό­θε­ση για αυ­ξή­σεις των μι­σθών και των κοι­νω­νι­κών δα­πα­νών. Ωστό­σο, όπως δεί­χνουν πρό­σφα­τες οι­κο­νο­με­τρι­κές με­λέ­τες,(5) η απο­κα­τά­στα­ση του ει­σο­δη­μα­τι­κού με­ρι­δί­ου της ερ­γα­σί­ας και του κοι­νω­νι­κού κρά­τους μπο­ρούν να με­τα­τρα­πούν σε προ­ϋ­πο­θέ­σεις για τη με­γέ­θυν­ση του ΑΕΠ, των επεν­δύ­σε­ων και της μεί­ω­σης της συμ­με­το­χής της άρ­χου­σας τάξης στο «μέ­ρι­σμα της ανά­πτυ­ξης», του­λά­χι­στον με­σο­πρό­θε­σμα.

Εκτός αυτού, η αντί­λη­ψη «πρώτα ανα­συ­γκρό­τη­ση των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων και μετά κοι­νω­νι­κές αλ­λα­γές» πα­ρα­βλέ­πει και τη ση­με­ρι­νή ιστο­ρι­κή συ­γκυ­ρία, που είναι η κρίση πο­λι­τι­κής ηγε­μο­νί­ας της αστι­κής τάξης(6) ακόμη και μετά τη με­τάλ­λα­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Όταν υπάρ­χει κρίση πο­λι­τι­κής ηγε­μο­νί­ας, οι ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις δεν μπο­ρούν να στο­χεύ­ουν σε τί­πο­τα λι­γό­τε­ρο από την κα­τά­λη­ψη της κυ­βερ­νη­τι­κής εξου­σί­ας. Οι ίδιες οι ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις πρέ­πει να γί­νουν οι ηγε­τι­κές δυ­νά­μεις της χώρας, να πραγ­μα­το­ποι­ή­σουν αυτές οι ίδιες την πα­ρα­γω­γι­κή ανα­διάρ­θρω­ση που χρεια­ζό­μα­στε, να διευ­θύ­νουν και να ορ­γα­νώ­σουν την πα­ρα­γω­γή σε αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή και σο­σια­λι­στι­κή κα­τεύ­θυν­ση. Κάθε επι­χεί­ρη­ση που εγκα­τα­λεί­πε­ται από τα αφε­ντι­κά, πρέ­πει να περ­νά­ει στα χέρια των ερ­γα­ζο­μέ­νων για να υπάρ­ξει προ­ώ­θη­ση νέων μορ­φών ορ­γά­νω­σης της ερ­γα­σί­ας, που θα υπερ­βαί­νουν τα τυ­πι­κά κα­πι­τα­λι­στι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της ερ­γα­σί­ας (ει­δι­κευ­μέ­νη-ανει­δί­κευ­τη ερ­γα­σία, εκτέ­λε­ση-διεύ­θυν­ση, δια­νοη­τι­κή-χει­ρω­να­κτι­κή ερ­γα­σία, ιε­ραρ­χι­κές σχέ­σεις, δε­σπο­τι­σμός και αδια­φά­νεια κ.λπ.). Η πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση από τη δική μας άποψη δεν νο­εί­ται χωρίς να θί­ξου­με τα ιερά και τα όσια του κε­φα­λαιο­κρα­τι­κού τρό­που πα­ρα­γω­γής: το δι­καί­ω­μα του κα­πι­τα­λι­στή να διευ­θύ­νει εκεί­νος και μόνον εκεί­νος την πα­ρα­γω­γή, να την ορ­γα­νώ­νει και να καρ­πώ­νε­ται τα οφέλη, να απο­φα­σί­ζει τι και πώς θα πα­ρά­γου­με εμείς, οι άμε­σοι πα­ρα­γω­γοί, για λο­γα­ρια­σμό του και προς όφε­λός του.

Τα πεδία της πα­ρέμ­βα­σης

Εάν έτσι έχουν τα πράγ­μα­τα, μι­λά­με για έναν αρι­στε­ρό ρι­ζο­σπα­στι­κό πα­ρα­γω­γι­κό με­τα­σχη­μα­τι­σμό. Αυτός ο με­τα­σχη­μα­τι­σμός πρέ­πει να πε­ρι­λαμ­βά­νει αλ­λα­γές σε πε­ρισ­σό­τε­ρες βαθ­μί­δες της κοι­νω­νί­ας, διότι η δια­δι­κα­σία πα­ρα­γω­γής του συ­νο­λι­κού κε­φα­λαί­ου δεν πε­ρι­λαμ­βά­νει μόνο του κλά­δους πα­ρα­γω­γής και τις επι­χει­ρή­σεις, αλλά και την αγορά ερ­γα­σί­ας και τις νο­μι­κές ρυθ­μί­σεις που διέ­πουν τη λει­τουρ­γία της, τις αγο­ρές προ­ϊ­ό­ντων, το χρη­μα­το­πι­στω­τι­κό σύ­στη­μα και την κρα­τι­κή δια­χεί­ρι­ση του χρή­μα­τος και της ερ­γα­σια­κής δύ­να­μης, τις μορ­φές ιδιο­κτη­σί­ας, τις πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις και άλλα. Αντλώ­ντας από τη μαρ­ξι­στι­κή θε­ω­ρη­τι­κή πα­ρά­δο­ση, μπο­ρού­με να δια­κρί­νου­με κατ’ ελά­χι­στον τις εξής βαθ­μί­δες πα­ρέμ­βα­σης:

1. Τις μορ­φές ορ­γά­νω­σης της ερ­γα­σί­ας στο εσω­τε­ρι­κό των μο­νά­δων πα­ρα­γω­γής και τον τύπο διοί­κη­σης των επι­χει­ρή­σε­ων. Μέσα στην επι­χεί­ρη­ση, ερ­γο­στά­σιο ή γρα­φείο, διε­ξά­γε­ται μια πάλη για την οποία η ελ­λη­νι­κή Αρι­στε­ρά δεν εν­δια­φέρ­θη­κε ποτέ: απ’ τη μια μεριά το κε­φά­λαιο ιδιο­ποιεί­ται τις γνώ­σεις, τις πρα­κτι­κές γνώ­σεις, τις δε­ξιό­τη­τες του ερ­γα­ζό­με­νου, χω­ρί­ζει την ερ­γα­σία σε δια­νοη­τι­κή και χει­ρω­να­κτι­κή, ορ­θώ­νει απέ­να­ντι στους ερ­γά­τες την επι­στή­μη σαν αυ­τό­νο­μη πα­ρα­γω­γι­κή δύ­να­μη υλο­ποι­η­μέ­νη μέσα στο σύ­στη­μα των μη­χα­νών,(7) χω­ρί­ζει τις ερ­γα­σί­ες διεύ­θυν­σης από τις ερ­γα­σί­ες εκτέ­λε­σης και τη δια­νοη­τι­κή από τη χει­ρω­να­κτι­κή ερ­γα­σία, όπου μπο­ρεί να κα­τα­τε­μα­χί­ζει την ερ­γα­σία σε επι­μέ­ρους τμή­μα­τα για να την ελέγ­ξει, αλλά απ’ την άλλη μεριά και ταυ­το­χρό­νως δη­μιουρ­γεί τους όρους για τη συ­γκρό­τη­ση ενός συλ­λο­γι­κού ερ­γά­τη που ανα­νε­ώ­νει ακα­τά­παυ­στα τις γνώ­σεις του, τις πρα­κτι­κές του γνώ­σεις, ανα­πτύσ­σει και­νούρ­γιες πρα­κτι­κές και δε­ξιό­τη­τες, συσ­σω­ρεύ­ει απέ­να­ντι στο κάθε τόσο ανα­νε­ω­μέ­νο σύ­στη­μα των μη­χα­νών πρα­κτι­κή πείρα χωρίς την οποία το σύ­στη­μα των μη­χα­νών δεν μπο­ρεί να λει­τουρ­γή­σει.(8) «Ακόμα και οι διαρ­κείς βελ­τιώ­σεις, που είναι εδώ δυ­να­τές και ανα­γκαί­ες, προ­κύ­πτουν απο­κλει­στι­κά από τις συλ­λο­γι­κές εμπει­ρί­ες και πα­ρα­τη­ρή­σεις, που τις κάνει δυ­να­τές η πα­ρα­γω­γή του συν­δυα­σμέ­νου σε με­γά­λη κλί­μα­κα συλ­λο­γι­κού ερ­γά­τη».(9) Έτσι, γύρω από την ικα­νό­τη­τα να θέτει κά­ποιος σε κί­νη­ση τα μέσα πα­ρα­γω­γής διε­ξά­γε­ται, στο εσω­τε­ρι­κό των επι­χει­ρή­σε­ων, ένας διαρ­κής αντα­γω­νι­σμός με­τα­ξύ κε­φα­λαί­ου και ερ­γα­σί­ας.(10)

2. Τις μορ­φές ιδιο­κτη­σί­ας(11) υπό τις οποί­ες θα μπο­ρεί στο εξής να διε­ξά­γε­ται η πα­ρα­γω­γι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα. Ως μορ­φές ιδιο­κτη­σί­ας δεν πρέ­πει να εν­νο­ού­με μόνο τις νο­μι­κές μορ­φές της ιδιο­κτη­σί­ας που δί­νουν δι­καί­ω­μα στη διά­θε­ση και τη δια­νο­μή του προ­ϊ­ό­ντος, εν­νο­ού­με επί­σης και τον κα­θο­ρι­σμό εκεί­νου ή εκεί­νων που διευ­θύ­νουν την πα­ρα­γω­γή (στη βιο­μη­χα­νία και τις υπη­ρε­σί­ες), απο­φα­σί­ζουν για την αγορά και την πώ­λη­ση των εμπο­ρευ­μά­των, την τε­χνο­λο­γία, τη μέ­θο­δο πα­ρα­γω­γής, για τον τε­χνι­κό και κοι­νω­νι­κό κα­τα­με­ρι­σμό της ερ­γα­σί­ας. Ποιος θα διοι­κεί; Θα ανα­θέ­σου­με στους κα­πι­τα­λι­στές που ξέ­ρουν, υπο­τί­θε­ται, τη δου­λειά κα­λύ­τε­ρα; Θα ανα­θέ­σου­με στο κρά­τος και σε κά­ποιους γρα­φειο­κρά­τες που γνω­ρί­ζουν πώς να διοι­κούν; Θα υπάρ­χουν μορ­φές αυ­το­δια­χεί­ρι­σης; Ποιος θα δια­χει­ρί­ζε­ται το χρήμα; Θα είναι οι τρά­πε­ζες κρα­τι­κές;

3. Τους βα­σι­κούς κα­νό­νες ρύθ­μι­σης της δια­νο­μής του προ­ϊ­ό­ντος: Έναν βα­σι­κό κα­νό­να για την πρω­το­γε­νή δια­νο­μή του ει­σο­δή­μα­τος (κέρ­δη-μι­σθοί), αλλά και για τη διά­θε­ση του ακα­θά­ρι­στου λει­τουρ­γι­κού πλε­ο­νά­σμα­τος (κέρδη του χρη­μα­το­πι­στω­τι­κού τομέα, φόροι επί των κερ­δών, κα­θα­ρά κέρδη των επι­χει­ρή­σε­ων, πο­σο­στό επέν­δυ­σης κ.λπ.). Έναν βα­σι­κό κα­νό­να για τη δευ­τε­ρο­γε­νή δια­νο­μή του ει­σο­δή­μα­τος (φύση, μέ­γε­θος και χρη­μα­το­δό­τη­ση του κοι­νω­νι­κού κρά­τους).

4. Τις βα­σι­κές θε­σμι­κές ρυθ­μί­σεις: Ένα σαφές θε­σμι­κό πλαί­σιο ρύθ­μι­σης των χρη­μα­το­πι­στω­τι­κών αγο­ρών και των αγο­ρών προ­ϊ­ό­ντων το οποίο θα εξυ­πη­ρε­τεί τους δύο βα­σι­κούς κα­νό­νες δια­νο­μής του προ­ϊ­ό­ντος (αφορά τις μορ­φές αντα­γω­νι­σμού, τη δια­μόρ­φω­ση των τιμών και των πε­ρι­θω­ρί­ων κέρ­δους, τις λει­τουρ­γί­ες και τις μορ­φές ιδιο­κτη­σί­ας του τρα­πε­ζι­κού συ­στή­μα­τος κ.λπ.). Ένα θε­σμι­κό πλαί­σιο ρύθ­μι­σης των ερ­γα­σια­κών σχέ­σε­ων και των αγο­ρών ερ­γα­σί­ας το οποίο θα υπη­ρε­τεί το βα­σι­κό κα­νό­να για την πρω­το­γε­νή δια­νο­μή του προ­ϊ­ό­ντος. Μια ρύθ­μι­ση για τις μορ­φές χρή­μα­τος και τις χρη­μα­το­οι­κο­νο­μι­κές ροές που εξυ­πη­ρε­τούν τις επεν­δύ­σεις στις επι­θυ­μη­τές πα­ρα­γω­γι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες, αλλά και το βα­σι­κό κα­νό­να πρω­το­γε­νούς δια­νο­μής του προ­ϊ­ό­ντος. Μια ρύθ­μι­ση για τη σχέση των πα­ρα­γω­γι­κών δρα­στη­ριο­τή­των με το πε­ρι­βάλ­λον και τις πο­λε­ο­δο­μι­κές επι­λο­γές.

5. Τις μορ­φές κρα­τι­κής πα­ρέμ­βα­σης στην οι­κο­νο­μία. Τη μορφή κοι­νω­νι­κού κρά­τους (του οποί­ου το μέ­γε­θος και οι επι­μέ­ρους μορ­φές πρέ­πει να προσ­διο­ρι­στούν).

6. Τον τρόπο έντα­ξης στη διε­θνή οι­κο­νο­μία (βαθ­μός εξω­στρέ­φειας, διε­θνής πα­ρα­γω­γι­κή εξει­δί­κευ­ση της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας, εμπο­ρι­κές, χρη­μα­τι­στι­κές και νο­μι­σμα­τι­κές σχέ­σεις κ.λπ.).

7. Ένα συ­νο­λι­κό πο­λι­τι­κό σχέ­διο με δύο πλευ­ρές: Ένα μα­κρο­οι­κο­νο­μι­κό σχέ­διο, το οποίο θα προ­βλέ­πει πώς θα συ­ντί­θε­νται οι χρη­μα­τι­κές ροές που δη­μιουρ­γούν τα υπό­λοι­πα στοι­χεία του κα­θε­στώ­τος συσ­σώ­ρευ­σης, ώστε να δια­σφα­λί­ζο­νται οι βα­σι­κές μα­κρο­οι­κο­νο­μι­κές ισορ­ρο­πί­ες και ένα σχέ­διο τα­ξι­κών συμ­μα­χιών που κα­θι­στούν εφι­κτή τη συ­γκρό­τη­ση των πα­ρα­πά­νω στοι­χεί­ων σε πο­λι­τι­κά βιώ­σι­μο σύ­στη­μα.

ΣΗ­ΜΕΙΩ­ΣΕΙΣ

1. «Πρώτα οι υλι­κές βά­σεις, σε συ­νέ­χεια το εποι­κο­δό­μη­μα, αυτή η διαί­ρε­ση πε­ριεί­χε εν σπέρ­μα­τι την ιδέα ενός ορ­θο­λο­γι­κού σκλη­ρού πυ­ρή­να, της εκ­βιο­μη­χά­νι­σης (είτε σο­σια­λι­στι­κής είτε κα­πι­τα­λι­στι­κής). Ο σκλη­ρός αυτός πυ­ρή­νας είναι εκεί­νος που απο­τε­λεί­ται από ένα συ­νε­κτι­κό σύ­μπλεγ­μα μη­χα­νών και πα­ρα­γω­γι­κών τε­χνι­κών για το οποίο δεν φα­ντά­ζο­νταν πως θα μπο­ρού­σε να πάρει δια­φο­ρε­τι­κές μορ­φές». (Μπεν­ζα­μέν Κοριά, «Επι­στή­μη, Τε­χνι­κή και Κε­φά­λαιο», (1985[1976]), εκ­δό­σεις Α-συ­νέ­χεια).

2. Harnecker M., «Βα­σι­κές έν­νοιες του ιστο­ρι­κού υλι­σμού», (1976) εκ­δό­σεις Πα­πα­ζή­σης, σελ.34-55

3. Καρλ Μαρξ, «Απο­τε­λέ­σμα­τα της άμε­σης δια­δι­κα­σί­ας πα­ρα­γω­γής», (1983 [1866]), εκ­δό­σεις Α-συ­νέ­χεια.

4. «Ο κάθε τύπος σχέ­σης πα­ρα­γω­γής ορί­ζε­ται από σχέ­σεις νομής και κυ­ριό­τη­τας (…) η νομή συ­νί­στα­ται στην ικα­νό­τη­τα να χρη­σι­μο­ποιού­με (να θέ­του­με σε κί­νη­ση) τα μέσα πα­ρα­γω­γής. (…) Όσο για την κυ­ριό­τη­τα (ως οι­κο­νο­μι­κή σχέση), συ­νί­στα­ται στην εξου­σία να δια­θέ­του­με σε δε­δο­μέ­νες χρή­σεις τα αντι­κεί­με­να στα οποία ανα­φέ­ρε­ται αυτή η κυ­ριό­τη­τα, ιδίως δε τα μέσα πα­ρα­γω­γής, και να δια­θέ­του­με και τα προ­ϊ­ό­ντα που πα­ρά­γο­νται με τη βο­ή­θεια αυτών των μέσων πα­ρα­γω­γής. (…) Η εξου­σία, που συ­νι­στά η κυ­ριό­τη­τα, δεν μπο­ρεί να είναι πραγ­μα­τι­κή παρά μόνον όταν αρ­θρώ­νε­ται πάνω στη νομή (…) Αν δεν υπάρ­χει σύμ­πτω­ση με­τα­ξύ κυ­ριό­τη­τας και νομής (…) τότε υπάρ­χει διαί­ρε­ση της κοι­νω­νί­ας σε τά­ξεις, πράγ­μα που συ­νε­πά­γε­ται οι­κο­νο­μι­κές σχέ­σεις κυ­ριαρ­χί­ας-υπο­τα­γής (…)» (Σαρλ Μπε­τε­λέμ, «Μορ­φές ιδιο­κτη­σί­ας στο με­τα­βα­τι­κό στά­διο προς το σο­σια­λι­σμό», 1976, εκ­δό­σεις Ράπ­πας).

5. Onaran O. & Obst Th., «Wage-led growth in EU15 Member States. The effects of income distribution on growth, investment, trade balance, and inflation», (2015) Foundation for European Progressive Studies, Μαρ­σέλ­λου Αιμ., «Η επίδραση της λει­τουρ­γι­κής δια­νο­μής ει­σο­δήματος στις συ­νι­στώσες της συ­να­θροι­στι­κής ζήτησης της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μίας, (2013) Ιν­στι­τού­το Ερ­γα­σί­ας ΓΣΕΕ.

6. Που­λαν­τζάς Ν., «Πο­λι­τι­κή εξου­σία και κοι­νω­νι­κές τά­ξεις», (1967) Εκ­δό­σεις Θε­μέ­λιο, Ιω­α­κεί­μο­γλου Η., «Πα­ρα­μέ­νει ηγε­τι­κή δύ­να­μη η αστι­κή τάξη;», (2013) Θέ­σεις, τ. 124, Ιού­λιος

http://​www.​theseis.​com/​index.​php?​option=com_​content&​task=view&​id=1232&​Itemid=29

7. Καρλ Μαρξ, «Το Κε­φά­λαιο», εκ­δό­σεις Σύγ­χρο­νη Εποχή, Τόμος 1, Κε­φά­λαιο 13, «Οι μη­χα­νές και η με­γά­λη βιο­μη­χα­νία», σελ. 386.

8. Καρλ Μαρξ, «Το Κε­φά­λαιο», εκ­δό­σεις Σύγ­χρο­νη Εποχή, Τόμος 3, Κε­φά­λαιο 5, «Οι­κο­νο­μία στη χρη­σι­μο­ποί­η­ση του στα­θε­ρού κε­φα­λαί­ου», σελ.104.

9. Καρλ Μαρξ, «Το Κε­φά­λαιο», Τόμος 3, σελ.107, Σύγ­χρο­νη Εποχή.

10. Coriat B., «Ο ερ­γά­της και το χρο­νό­με­τρο, Τε­η­λο­ρι­σμός, Φορ­ντι­σμός και μα­ζι­κή πα­ρα­γω­γή», (1985), Εναλ­λα­κτι­κές εκ­δό­σεις, Coriat B., «L’ atelier et le robot», (1993) Christian Bourgois Editeur.

11. Σαρλ Μπε­τε­λέμ, «Μορ­φές ιδιο­κτη­σί­ας στο με­τα­βα­τι­κό στά­διο προς το σο­σια­λι­σμό», 1976, εκ­δό­σεις Ράπ­πας.

(το άρθρο δη­μο­σιεύ­τη­κε στο πε­ριο­δι­κό “Κόκ­κι­νο”, τεύ­χος Νο 2)

πηγή: rproject.gr

image_pdfΛήψη - Εκτύπωση δημοσίευσης


Κριτικές - Συζήτηση

Βαθμολογία Αναγνωστών: 100.00% ( 2
Συμμετοχές )



Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *