Aυτόνομες Ριζοσπαστικές ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ – Συσπειρώσεις ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
Το σαββατοκύριακο 15-16/12 πραγματοποιήθηκε το 37ο συνέδριο της ΟΙΕΛΕ, σε μια κοινωνικοπολιτική συγκυρία που το εθνικιστικό αφήγημα τροφοδοτεί τη φασιστική αποθράσυνση και τον εκφασισμό της κοινωνίας και που σχεδιάζεται από το κεφάλαιο – εγχώριο και ξένο – και την Ε.Ε η εμβάθυνση και μονιμοποίηση της λεηλασίας των εργατικών και λαϊκών καταχτήσεων και δικαιωμάτων. Σε μια κοινωνικοπολιτική συγκυρία που το καπιταλιστικό καθεστώς, ανήμπορο να ξεπεράσει την δομική του κρίση, επιχειρεί ξανά τη συγκρότηση ενός κάλπικου πολιτικού διπόλου για να εγκλωβιστούν οι εργατικοί και λαϊκοί αγώνες, μεταξύ μιας μεταμνημονιακής σοσιαλδημοκρατίας της ταξικής συνεργασίας και του κοινωνικού εταιρισμού και μιας συμμαχίας νεοφιλελεύθερων και ακροδεξιών που υπόσχονται απελευθέρωση των δυνάμεων της αγοράς, ανάπτυξη για να σωθούν τα κέρδη του κεφαλαίου και απόκρουση των «εχθρών της πατρίδος».
Σε αυτή την κατάσταση, που απαιτεί την άμεση ταξική ανασυγκρότηση των συνδικάτων και την οργάνωση της αντεπίθεσης των εργατικών δυνάμεων, το συνέδριο της ΟΙΕΛΕ αποδείχτηκε για άλλη μια φορά αναντίστοιχο των καθηκόντων της περιόδου με την πλειοψηφούσα παράταξη της «Ενότητας» να φέρει την κύρια ευθύνη. Το συνέδριο, που η χρονική διάρκειά του συρρικνώνεται όσο περνούν τα χρόνια, κατέληξε να είναι μια άμαζη και άνευρη διαδικασία, με τους μισούς συνέδρους να απουσιάζουν από την βασική (και μοναδική) συζήτηση του Σαββάτου και τις κρίσιμες ψηφοφορίες, χωρίς πραγματικό διακύβευμα και χωρίς προοπτική σύγκρουσης με την κυβέρνηση και τον ταξικό αντίπαλο. Ήταν ένα συνέδριο επικύρωσης του γνωστού συνδικαλισμού των υπουργικών και βουλευτικών διαδρόμων και του εργατοπατερισμού, και έτσι ένα συνέδριο ακίνδυνο για τον ταξικό αντίπαλο, που δεν έχει κάτι ουσιαστικό να προσφέρει στο συνδικαλιστικό κίνημα. Τελικά το συνέδριο αποτύπωσε την συντεχνιακή, γραφειοκρατική και χρεοκοπημένη αντίληψη της «Ενότητας» για τον συνδικαλισμό και επικύρωσε με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς ουσιαστική συζήτηση έναν απολογισμό που αποθέωνε τον συνδικαλισμό της ανάθεσης και τις αυταπάτες περί «κοινωνικών διαλόγων».
Ως Παρεμβάσεις προσπαθήσαμε να θέσουμε τις βάσεις για έναν πραγματικά ταξικό συνδικαλισμό των δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργάνων. Μεταφέραμε την ζοφερή για τους εργαζόμενους κατάσταση που επικρατεί στους χώρους δουλειάς των φροντιστηρίων, των ΙΕΚ και των «κέντρων μελέτης» αλλά και τους αγώνες που δίνονται στην κατεύθυνση της ανατροπής αυτής της κατάστασης. Στη βάση αυτή στηρίχτηκαν και οι προτάσεις μας για αλλαγές στο καταστατικό της ομοσπονδίας που προβλέπουν την προσθήκη της θέσης μας για κατάργηση της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης, την διευκόλυνση της σύγκλησης του Γενικού Συμβούλιου της Ομοσπονδίας με σκοπό να δοθούν επιτέλους αμεσοδημοκρατικά χαρακτηριστικά στην λειτουργία της ΟΙΕΛΕ με την ενεργή συμμετοχή των πρωτοβάθμιων σωματείων άμεσα στις αποφάσεις της αλλά και την δυνατότητα εγγραφής στις δυνάμεις της ομοσπονδίας και πρωτοβάθμιων σωματείων που είναι κλαδικά στον εργασιακό τους χώρο. Μάλιστα σε αυτήν την καταστατική αλλαγή προτείναμε οι αντιπρόσωποι για την ΟΙΕΛΕ, στις εκλογές των κλαδικών πρωτοβάθμιων, να ψηφίζονται μόνο από εκπαιδευτικούς, ώστε να μην δημιουργούνται νομικά ζητήματα με τον ομοιοεπαγγελματικό της χαρακτήρα. Η παράταξη της «Ενότητας», αρνήθηκε προκλητικά να συζητήσει τις προτεινόμενες αλλαγές και λειτουργώντας αντικαταστατικά και αυταρχικά επέβαλε την μη ψήφισή τους σε κάλπη.
Ιδιαίτερα σχετικά με το ζήτημα της εγγραφής κλαδικών σωματείων στις δυνάμεις της ομοσπονδίας, η γραφειοκρατία της «Ενότητας», που αναπαράγεται κυρίως από τα Ιδιωτικά σχολεία, εξακολουθεί να αγνοεί με απαράδεκτο τρόπο την αλλαγή της κατάστασης στον κλάδο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, αφού πλέον επιχειρήσεις του χώρου ενοποιούνται, οι συνάδελφοι δουλεύουν ταυτόχρονα σε διαφορετικές δομές της ιδιωτικής εκπαίδευσης και το σύνολο των εργαζόμενων του κλάδου βιώνει τις ίδιες ελαστικές και άθλιες συνθήκες εργασίας. Η παραπάνω κατάσταση επιτάσσει τη συγκρότηση κλαδικών πρωτοβάθμιων συνδικάτων που θα ενοποιούν τον αγώνα και δεν θα συμβάλλουν στη διάσπαση των εργατικών δυνάμεων, διατηρώντας συντεχνιακά χαρακτηριστικά. Η «Ενότητα» και σε αυτό το συνέδριο, επέλεξε να να ακυρώσει την ενίσχυση των δυνάμεων της ομοσπονδίας αρνούμενη να εγγράψει πρωτοβάθμια εργατικά σωματεία επειδή είναι κλαδικά στο χώρο τους, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά πως η γραμμή της στο συνδικαλιστικό κίνημα δεν καθορίζεται από τις ανάγκες των εργαζομένων που προκύπτουν από την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα αλλά από την ανάγκη της για αναπαραγωγή και την συντήρηση μιας συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που απλά θα «βρίσκεται στα πράγματα» και θα διαπραγματεύεται με τους θεσμούς.
Μάλιστα, η γραφειοκρατία αυτή μπορεί να γίνει και επικίνδυνη για το εργατικό κίνημα, όταν το μόνο «όπλο» που έχει μάθει να χρησιμοποιεί είναι οι μηχανισμοί του κράτους και οι θεσμοί. Η παράταξη της «Ενότητας», πριν αλλά και κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, αρνήθηκε να συζητήσει ουσιαστικά ποιά πρέπει να είναι η αποτελεσματική για τα εργατικά συμφέροντα μεθοδολογία που πρέπει να ακολουθηθεί από τα σωματεία για την υπογραφή ΣΣΕ και ποια η τακτική για την επιβολή της στον κλάδο της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Απέφυγε να χαράξει έναν αγωνιστικό σχεδιασμό δράσης της ομοσπονδίας που θα κινητοποιήσει τον εργαζόμενο κόσμο να πάρει την κατάσταση στα χέρια του –παράγοντα καθοριστικό για την έκβαση των συλλογικών διαπραγματεύσεων με τους εργοδότες– και να παλέψει για τα συμφέροντά του και τη ζωή του. Αντιθέτως, επιχείρησε να αποσπάσει εκβιαστικά από το συνέδριο (5 λεπτά πριν την λήξη του και χωρίς να έχει προηγηθεί σχετική συζήτηση) την απόφαση ότι η ομοσπονδία θα καταφύγει ντε φάκτο το αμέσως επόμενο διάστημα στον ΟΜΕΔ για την υπογραφή ΣΣΕ στο χώρο των φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης και κέντρων ξένων γλωσσών, χωρίς γραπτή πρόταση από καμία εργοδοτική ένωση και χωρίς προηγουμένως να έχει προτείνει ούτε μια αγωνιστική κινητοποίηση που να πιέζει πραγματικά τις εργοδοσίες. Η παράταξη της «Ενότητας» «αγωνιά» υποτίθεται για την ύπαρξη ΣΣΕ στον χώρο των φροντιστηρίων και το μόνο που έχει να προσφέρει είναι η προσφυγή στον ΟΜΕΔ! Δεν γνωρίζουν οι συνδικαλιστές της «Ενότητας» ότι η μνημονιακή νομοθεσία έχει μετατρέψει τον ΟΜΕΔ σε σφαγείο των εργατικών δικαιωμάτων; Δεν καταλαβαίνουν τον κίνδυνο ότι η στείρα εμμονή στους μηχανισμούς του κράτους, ιδιαίτερα με το ισχύον θεσμικό μνημονιακό πλαίσιο, μπορεί να οδηγήσει τα εργατικά σωματεία στον αυτοεγκλωβισμό τους και την επικύρωση της μνημονιακής πολιτικής; Για τους εργαζόμενους στην ιδιωτική εκπαίδευση αυτό θα μεταφράζεται σε ωρομίσθια πείνας και σε όρους εργασίας που συνιστούν ουσιαστική υποτέλεια στην εργοδοσία.
Οι δυνάμεις της «Ενότητας» κατάφεραν να εγκλωβίσουν σε αυτή τη μυωπική και αδιέξοδη τακτική και το ΠΑΜΕ. «Ενότητα» και ΠΑΜΕ ψήφισαν λευκό στην πρόταση των Παρεμβάσεων για μια ολοκληρωμένη και αγωνιστική διαδικασία για την υπογραφή ΣΣΕ, που την πρωτοκαθεδρία θα έχουν τα πρωτοβάθμια σωματεία και ο απαραίτητος συντονισμός τους και που με σταδιακά βήματα θα ανασυγκροτηθούν και θα παλέψουν ώστε να επιβάλουν μια ΣΣΕ που να αντιστοιχεί στις ανάγκες των εργαζομένων. Αντιλαμβανόμαστε πόσο μπορούν να επηρεάσουν τις εργατικές δυνάμεις η κόπωση και η απογοήτευση από τις προσωρινές ήττες της περιόδου. Αντιλαμβανόμαστε επίσης την ανάγκη που αισθάνονται οι πολιτικοσυνδικαλιστικές δυνάμεις να διεκδικήσουν τον όποιο ρόλο τους στη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται. Δεν μπορούμε όμως να αποδεχτούμε μια τακτική που προδιαγράφει ότι τα σωματεία θα παραδοθούν στο σφαγείο του ΟΜΕΔ, διακινδυνεύοντας την «νομιμοποίηση» της μνημονιακής εξαθλίωσης, χωρίς να έχουν δώσουν τις μάχες που τους αντιστοιχούν.
Ως Παρεμβάσεις, θα παλέψουμε με όλες μας τις δυνάμεις για την αναζωογόνηση και τη μαζικοποίηση των σωματείων μας, για την οργάνωση αγωνιστικών κινητοποιήσεων που πραγματικά να πιέζουν την εργοδοσία σε όλους τους χώρους της Ιδιωτικής εκπαίδευσης, για τον συντονισμό και των κοινή δράση όλων των πρωτοβάθμιων σωματείων του κλάδου, που θεωρούμε πως είναι απαραίτητες προϋπόθεσεις για την υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας που να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες μας.