Με τροπολογία που κατατέθηκε στη Βουλή χωρίς προηγούμενη δημόσια διαβούλευση τη Δευτέρα 28 Ιουνίου 2021 και ψηφίστηκε εσπευσμένα την επομένη, Τρίτη 29/6/2021, ρυθμίζονται οι αρμοδιότητες των διοικητικών οργάνων του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Στην εξέλιξη αυτή τοποθετείται το Σωματείο Εργαζομένων στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης με ανακοίνωσή του υπό τον καυστικό τίτλο: Πιο πολλοί οι Διευθυντές από τους Εργαζόμενους.
Μπορείτε να διαβάσετε εδώ τις θέσεις που έγκαιρα είχε εκφράσει το Σωματείο για τον “Οδικό Χάρτη για το Μέλλον του Ε.Μ.Σ.Τ.”
Ακολουθεί η πρόσφατη ανακοίνωση του Σωματείου:
Σωματείο Εργαζομένων στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
30/6/2021
Στις 28/6/2021 και χωρίς να έχει προηγηθεί καμία δημόσια διαβούλευση το ΥΠ.ΠΟ.Α. κατέθεσε στη Βουλή τροπολογία, η οποία μάλιστα ψηφίστηκε μια μέρα μετά, στις 29/6/2021.
Παρά τα επανειλημμένα αιτήματα του Σωματείου Εργαζομένων του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης προς τον υφυπουργό Σύγχρονης Τέχνης κύριο Νικόλα Γιατρομανωλάκη, δεν έγινε ποτέ διάλογος για τον ιδρυτικό νόμο και τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ε.Μ.Σ.Τ. Για μια ακόμα φορά η κυβέρνηση αποφάσισε να ψηφίσει «νύχτα» τις προειλημμένες αποφάσεις της, οι οποίες στην πραγματικότητα έχουν ήδη καταγραφεί στον «Οδικό χάρτη για το Ε.Μ.Σ.Τ.». Όπως αντιλαμβανόμαστε, η συντάκτριά του και αναμενόμενη Καλλιτεχνική Διευθύντρια κυρία Γρέγου στην ουσία υλοποίησε τις σχετικές κυβερνητικές εντολές.
Η τροπολογία οδηγεί στην υπερτροφία του ρόλου του Καλλιτεχνικού Διευθυντή σε σχέση με τα υπόλοιπα διοικητικά όργανα του Ε.Μ.Σ.Τ. (Διοικητικό Συμβούλιο, Διοικητικός και Οικονομικός Διευθυντής). Πέρα από το γεγονός ότι θεσμοθετείται η πενταετής θητεία του Καλλιτεχνικού Διευθυντή έναντι της τριετούς που ορίζεται για τα υπόλοιπα διοικητικά όργανα, αφαιρείται από τις αρμοδιότητες του Δ.Σ. η χάραξη της πολιτιστικής πολιτικής του φορέα και μεταφέρεται στις αρμοδιότητες του Καλλιτεχνικού Διευθυντή. Ταυτόχρονα στα καθήκοντα του Καλλιτεχνικού Διευθυντή συμπεριλαμβάνεται και η άσκηση πειθαρχικής εξουσίας σε πρώτο βαθμό, ρόλο που –ελλείψει Υπηρεσιακού Συμβουλίου και μέχρι τη δημιουργία του– θα έπρεπε να ασκεί ως πιο αρμόδιος ο Διοικητικός και Οικονομικός Διευθυντής. Επιπλέον, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής θα αξιολογεί το σύνολο του προσωπικού ανεξαρτήτως ειδικότητας και αντικειμένου –αναρωτιόμαστε με ποια διαδικασία και τι είδους κριτήρια– και τέλος θα αποφασίζει μόνος του σχετικά με τη διάθεση και παραχώρηση χρήσης των χώρων του Μουσείου υπογράφοντας κάθε σχετική σύμβαση.
Η καινοτομία που εισάγει η συγκεκριμένη τροπολογία είναι ο διορισμός έως και τεσσάρων Συμβούλων Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης μετά από την εισήγηση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή και κατόπιν γνώμης του Δ.Σ. του Ε.Μ.Σ.Τ. στη βάση κοινής απόφασης των υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Αθλητισμού. Οι Σύμβουλοι Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, των οποίων η θητεία διαρκεί όσο και εκείνη του Καλλιτεχνικού Διευθυντή, όχι μόνο επικουρούν αλλά και αναπληρώνουν τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή. Μάλιστα στο σημείο αυτό εγείρεται το εύλογο ερώτημα αν η αναπλήρωση αφορά και στις πειθαρχικές του εξουσίες.
Με αυτόν τον τρόπο υπονομεύεται ο ρόλος του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού του Ε.Μ.Σ.Τ. αφού μετατρέπεται σε «βοηθητικό» προσωπικό των Συμβούλων Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης. Έτσι, αναιρούνται οι επιστημονικές και επαγγελματικές του αρμοδιότητες όπως αυτές περιγράφονται από τα περιγράμματα των θέσεων εργασίας, και επομένως διαρρηγνύεται η συνέχεια στο έργο του Μουσείου, η οποία εξασφαλιζόταν από τον ρόλο και το έργο του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού του Μουσείου.
Είναι όντως προκλητικό: τη στιγμή που ακόμη παραμένει κενό το 40% των οργανικών θέσεων του Ε.Μ.Σ.Τ., με την υποστελέχωση του Μουσείου να μην αποτελεί απλώς νούμερο αλλά υπαρκτό πρόβλημα, αντί για διορισμούς μόνιμου προσωπικού έχουμε τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος με τον εκτός διαδικασίας Α.Σ.Ε.Π. διορισμό των Συμβούλων Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης. Μάλιστα, μολονότι δηλώνεται ρητά ότι οι αποδοχές τους θα καθορίζονται από κοινή υπουργική απόφαση και όχι από το Ενιαίο Μισθολόγιο, όπως του υπόλοιπου προσωπικού, δεν γίνεται καμία αναφορά στα απαιτούμενα προσόντα τους.
Οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες στο Ε.Μ.Σ.Τ. θα σταθούμε απέναντι σε κάθε απόπειρα μετατροπής του Ε.Μ.Σ.Τ. σε έναν ακόμη κοστοβόρο μηχανισμό εξυπηρέτησης συμφερόντων «ημετέρων» και «κολλητών». Θα υπερασπιστούμε την αξιοπρέπεια και το περιεχόμενο της εργασίας μας. Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις για ένα Μουσείο ανοιχτό στην κοινωνία, υπερασπιζόμενοι τον δημόσιο χαρακτήρα, τους καταστατικούς σκοπούς του και τη διαφάνεια στη λειτουργία του.