Ένα πανελλαδικό συλλαλητήριο που δεν πέρασε απαρατήρητο, λόγω της μαχητικότητας, της μαζικότητας και της συμμετοχής εκατοντάδων σωματείων, πραγματοποίησε το ΠΑΜΕ την 1η Νοέμβρη. Αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι στις διοικήσεις αρκετών συνδικάτων, που συμμετείχαν, δεν έχει πλειοψηφία το ΠΑΜΕ, ενώ σε αρκετές συνελεύσεις, η πρόταση στηρίχτηκε και από άλλες δυνάμεις. Το ΠΑΜΕ έριξε όλο το βάρος στην 1η Νοέμβρη, κάνοντας μια δίμηνη καμπάνια, με στόχο να πετύχει ένα βήμα στην ανασυγκρότηση των δυνάμεών του και ταυτόχρονα να εμφανίσει ένα «άνοιγμα» στη βάση των σωματείων.
Πέρα από την αποτίμηση των «αριθμών», ας δούμε την 1η Νοέμβρη συνολικά, ως προς το περιεχόμενο, το πλαίσιο διεκδικήσεων, τον τρόπο οργάνωσης, αλλά και το συνολικό σχέδιο και τη στάση των δυνάμεων του ΚΚΕ στο εργατικό κίνημα, αυτή την περίοδο.
Το περιεχόμενο της κινητοποίησης κινήθηκε στα όρια της λογικής των οικονομικών αιτημάτων του ΚΚΕ. Για παράδειγμα, ο στόχος για 751 ευρώ κατώτατο μισθό (ίδιο με τον αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ), δεν εξασφαλίζει καν την ανάκτηση των αιματηρών απωλειών, ούτε «ανεβάζει» τις διεκδικήσεις του κινήματος. Το βασικότερο όμως είναι ότι οι οικονομικές διεκδικήσεις είναι πλήρως αποσυνδεδεμένες από αναγκαίους πολιτικούς στόχους, όπως η ανατροπή της πολιτικής του μαύρου μετώπου κυβέρνησης – ΕΕ – κεφαλαίου, η διαγραφή του χρέους, η σύγκρουση με την ΕΕ κλπ. Έτσι μια σειρά από άμεσες διεκδικήσεις παραμένουν μετέωρες, καθώς δεν συνδέονται με τη συνολική πολιτική πάλη για την ανατροπή της επίθεσης.
Η διοργάνωση της 1ης Νοέμβρη διαπνεόταν από την γνωστή λογική: προαποφασισμένο πλαίσιο, αιτήματα, σύνθημα, ημερομηνία και εκ των υστέρων κάλεσμα για στήριξή της. Δεν ήταν στην πρόθεση των διοργανωτών να αναπτυχθεί κάποια συζήτηση για το αναγκαίο περιεχόμενο, δεν υπήρξε καμία διάθεση συντονισμού σωματείων και κοινής δράσης. Κυρίως όμως, δεν υπήρξε κάποια πρόταση συνέχειας, που να συγκεντρώνει δυνάμεις και να ξεφεύγει από τον σχεδιασμό των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Ως δια μαγείας οι εξαγγελίες του ΠΑΜΕ για κλιμάκωση, συνέπεσαν με την κήρυξη της επετειακής απεργίας στις 27 Νοέμβρη και έμειναν εκεί.
Κατά την περίοδο της προετοιμασίας του συλλαλητηρίου, οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ συνέβαλαν στην αδράνεια του συνδικαλιστικού κινήματος, αφού κάθε άλλη κινητοποίηση θα υπονόμευε την 1η Νοέμβρη! Ένα χαρακτηριστικό άρθρο στο Ριζοσπάστη στις 9/10, σε μια προσπάθεια κατασκευής αντιπάλων, αναφέρει: «Προσπάθησαν στη συνεδρίαση του ΔΣ της ΟΛΜΕ να βάλουν θέμα γενικής απεργίας λίγο πριν τη 1 Νοέμβρη. Ο στόχος είναι προφανής: Να υπονομεύσουν την απόφαση εκατοντάδων σωματείων για κάθοδο στην Αθήνα. Είναι κυριολεκτικά αδίστακτοι». Ακόμα, θα περίμενε κανείς από το ΠΑΜΕ, έχοντας συσπειρώσει αρκετά σωματεία του εμπορίου για την 1η Νοέμβρη, στην απεργία του κλάδου την επομένη (2 Νοέμβρη) και στην κινητοποίηση για την κυριακάτικη αργία να επιδείξει κάτι πιο αξιόλογο, από μια μικρή πορεία και μοίρασμα ανακοινώσεων, μακριά από την Ερμού όπου δόθηκε η απεργιακή μάχη. Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε φυσικά, η ανακοίνωση του ΜΑΣ για τα γεγονότα στο ΕΚΠΑ και οι καταγγελίες περί τυχοδιωκτισμού.
Παρά την όποια κριτική, δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για «ένα κομματικό συλλαλητήριο» και να ξεμπερδέψει. Γιατί η μαζικότητά του, υπερέβη το εύρος των δυνάμεων του ΚΚΕ. Γιατί έγινε τόπος συνάντησης αγωνιστών από διαφορετικά ρεύματα της Αριστεράς που αναζητούν το συντονισμό και την κοινή δράση. Γιατί τελικά κλείνουν τα μάτια, όλοι όσοι δεν μπορούν, πίσω από τον δυσμενή συσχετισμό δύναμης για το ταξικό εργατικό κίνημα, να διακρίνουν τις δυνατότητες και τις αγωνιστικές διαθέσεις που αναδείχτηκαν. Διαθέσεις που αναπτύσσονται λόγω του βάθους της επίθεσης και του προβληματισμού πλατιών στρωμάτων για το συμβιβασμό του ΣΥΡΙΖΑ. Δυνατότητες για την υπέρβαση του εργοδοτικού συνδικαλισμού, καθώς μεγάλα τμήματα εργαζόμενων έχουν συνειδητοποιήσει το ρόλο και την καθηλωτική του στάση.
Ωστόσο η υποτίμηση των δυνατοτήτων, μαζί με την κομματικοκεντρική λογική, που υποτάσσει την ανάγκη της αντεπίθεσης του κινήματος στην ενίσχυση του κόμματος, διαπνέουν την ηγεσία του ΚΚΕ. Έτσι μετά το «μήνυμα λαϊκού ξεσηκωμού που έστειλε το συλλαλητήριο», κατά τους διοργανωτές, είναι επιεικώς αναντίστοιχη η αναμονή του επόμενου βήματος από τον Παναγόπουλο. Ο αναγκαίος συντονισμός μιας σημαντικής μαγιάς αγωνιστικών σωματείων ώστε να πάρουν την πρωτοβουλία των κινήσεων από τον υποταγμένο συνδικαλισμό, προσκρούει στην άρνηση κάθε μετωπικής λογικής και κοινής δράσης, ενώ η καθήλωση του εργατικού κινήματος σε αγώνες διαμαρτυρίας, διευκολύνει την διαχειριστική λογική του ΣΥΡΙΖΑ.
Το επόμενο διάστημα κάθε δύναμη της μαχόμενης αριστεράς θα κριθεί από τη συμβολή της, στη συγκρότηση ενός μετώπου ρήξης και ανατροπής, ώστε οι διάσπαρτοι, κατακερματισμένοι αγώνες να συνενωθούν σε ένα ισχυρό πολιτικό κίνημα και να υπερβούν τη λογική των συμβολικών κινήσεων. Με αυτό έχουμε να αναμετρηθούμε όλοι και σε αυτό θα κριθούμε στις μάχες που έχουμε μπροστά μας.
Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ, 9.11.2014
γύρω στις 30.000 κόσμου είχε η σαββατιάτικη πανελλαδική συγκέντρωση του ΠΑΜΕ/ΚΚΕ. Δεν είναι μικρός αριθμός ειδικά για την περίοδο που διανύουμε, αλλά δεν είναι και τίποτα περισσότερο από αυτό. Το ΚΚΕ έχει τη δυνατότητα να κινητοποιεί τα μέλη του και τους φίλους του ειδικά όταν προετοιμάζει κάτι επί 2 μήνες.
Το βασικότερο όμως είναι αυτό που τονίζει το παρόν άρθρο: α. Υπάρχει εργατόκοσμος και γενικότερα ένα κομμάτι του λαού που ζορίζεται πολύ ή εξαθλιώνεται/συντρίβεται από την πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ. Αυτός ο κόσμος θέλει διέξοδο. Δεν τον πείθει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν τον πείθει ούτε το ΚΚΕ, ούτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. β. Η κομματικοκεντρική λογική του ΚΚΕ και οποιουδήποτε άλλου, είναι ό,τι χειρότερο, ΓΕΝΙΚΑ όσον αφορά τα συμφέροντα του λαού και της εργατικής τάξης. Το μόνο που μπορεί να πραγματώσει αυτή η λογική είναι η ενίσχυση του χ κόμματος. Ομως, αυτή η λογική όσο μπορεί να ενισχύσει το χ κόμμα, τόσο ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ υπονομεύει την κομμουνιστική προοτπική και την χειραφέτηση της εργατικής τάξης. Διότι στο μυαλό των αγωνιστών ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑ τον καπιταλιστή και τον αστό πολιτικό κουμανταδόρο του κράτους, με τον κομμουνιστή (στο όνομα) κουμναταδόρο του λαού και του -εργατικού στα λόγια- κράτους.
Διέξοδος; Εάν κομμουνιστικές δυνάμεις σαν το ΝΑΡ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ κατανοήσουν: α. Ο,τι χρειάζεται ΣΗΜΕΡΑ να συγκροτηθεί επιτέλους μια πολιτικοσυνδικαλιστική ταξική κίνηση στη βάση φυσικών προσώπων και με σοβαρές διαδικασίες, μπορεί να τεθεί επιτέλους μια ταξική βάση για μιαν σοβαρή ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Μια τέτια πολιτικοσυνδικαλιστική κίνηση θα έχει ως στρατηγικό στόχο να αποδείξει το εξής: Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΕΙ ΩΣ ΤΑΞΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΗΣ, με την ενεργότατη συμβολή ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ (που οδηγεί στο καπέλωμα και απο κει στην αντίληψη του κόμματος ελεγκτή των πάντων) των επαναστατικών κομμάτων!
Η λογική της “καθοδήγησης και όχι συμβολής” επί της ουσίας ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑ στο μυαλό των εργαζομένων και του λαού τον έναν κουμανταδόρο (αστός, καπιταλιστής) με έναν άλλο κουμανταδόρο (κομματικός καθοδηγητής δλδ αυριανός κρατικός γραφειοκράτης). Άλλο πράγμα λοιπόν η καθοδηγηση και άλλο πράγμα η συμβολή. Στην αντίληψη της “συμβολής και όχι καθοδήγησης στην χειραφέτηση της εργατικής τάξης”, το χ επαναστατικό/κομμουνιστικό κόμμα ως η “απ’ έξω από την οικονομική σφαίρα εισαγωγή της πολιτικής” υπάρχει και παίζει τον ΑΝΑΓΚΑΙΟ ρόλο του. Ομως ΔΕΝ υπερβαίνει αυτόν τον αναγκαίο ρόλο του, και ΔΕΝ ξεφεύγει γινόμενο ΣΗΜΕΡΑ καπελωτής/κουμανταδόρος της εργατικής τάξης και του λαού και αύριο -εάν ποτέ πάρει την εξουσία- ΚΡΑΤΙΚΟΣ γραφειοκράτης σε βάρος του λαού και της εργατικής τάξης.
Η συγκρότηση μιας τέτιας πολιτικοσυνδικαλιστικής πανελλαδικής εργατικής κίνησης, ΔΕΝ πρέπει να υποκαθιστά τα σχήματα του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, ούτε τον συντονισμό τους. Η κίνηση αυτή θα πρέπει να συσπειρώσει ένα ευρύ φάσμα εργατών/εργαζομένων και ανέργων πολύ πέρα από τα στενά οργανωτικά όρια του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ως φυσικά πρόσωπα), πάνω σε μια ταξική αντίληψη ανασυγκρότησης του εργατικού και του συνδικαλιστικού κινήματος, στη λογική των δημοκρατικών συνελεύσεων των σωματείων (ή αλλιώς των διαδικασιών βάσης).
Θα υπάρχει και θα δρά προφανώς εντός των εργατικών σχημάτων αλλά και εκτός (κυρίως εκεί όπου ΔΕΝ υπαρχουν σχήματα, ή σε περιπτώσεις όπου οι χ αποφάσεις ενός ψ σχήματος θα έρχονται σε διάσταση μη συνθέσιμη με τις αντίστοιχες αποφάσεις αυτής της κίνησης). Γεγονός πολύ φυσιολογικό, το οποίο δεν θα πρέπει να οδηγεί ούτε σε σεχταρισμούς, αλλά ούτε και σε κουκουλώματα στο όνομα μιας επίπλαστης ενότητας.
Μια τέτια κίνηση χρειάζεται για να συμβάλλει στην ίδρυση σωματείων εκεί όπου ΔΕΝ υπάρχουν. Χρειάζεται για να συμβάλλει στην επανασυγκρότηση ενός ουσιαστικού ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ πρωτοβάθμιων σωματείων. Ενός ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, εντός του οποίου θα συμμετέχουν σωματεία, επιτροπές αγώνα σωματείων και ομοσπονδίες και θα έχει ως στόχο να αναδειχθεί ο ίδιος σε έναν αντίπαλο απέναντι στην ξεφτιλισμένη εργοδοτική/κρατική λογική των ΠΑΣΚΕ/ΔΑΚΕ που λυμαίνονται σωματεία, ομοσπονδίες και τις ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ. Αλλά και ενός ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ, ο οποίος θα λειτουργεί βάσει γενικών συνελέυσεων των σωματείων, με δημοκρατικό τρόπο και όσο γίνεται, με διαδικασίες βάσης.
Η πολιτικοσυνδικαλιστική κίνηση αυτή εκτιμώ επίσης, πως είναι ανάγκη να συμβάλλει ΚΑΙ θεωρητικά στην προσπάθεια συγκρότησης της εργατικής τάξης ως τάξη για τον εαυτό της! Με ημερίδες, εκδόσεις κλπ.
Επίσης διέξοδος υπάρχει από το σημερινό τέλμα εάν μπορέσει το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, άλλες μικρότερες οργανώσεις, και το πλήθος των ανένταχτων αριστερών και κομμουνιστών, να κατανοήσουν ένα δεύτερο σημαντικό πράγμα: ΔΕΝ μπορεί να ασκήσεις πολιτική όταν ΔΕΝ βελτιώνεις σταδιακά την οργανωτική σου λειτουργία, την αποτελεσματικότητα, αλλά -και εδώ είναι το δύσκολο- ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΚΑΙ την εσωκομματική σου δημοκρατία. Η εποχή μας γενικά, ευνοεί την περαιτέρω ανάπτυξη της δημοκρατίας με συνδυασμό της άμεσης με την αντιπροσωπευτική μορφή της.