Η επίθεση που εξαπέλυσαν προχθές ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, με την συναίνεση και των άλλων δυνάμεων που ανήκουν στο αμερικανονατοϊκό μπλοκ, εναντίον της Συρίας αποτελεί ένα ακόμη βήμα κλιμάκωσης στην αλυσίδα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στη Συρία και στη Μέση Ανατολή.
Με πρόσχημα την προστασία αμάχων από τα χημικά όπλα, οι πιο πολεμοκάπηλες και αντιδραστικές δυνάμεις του διεθνούς ιμπεριαλισμού, χωρίς καμία διεθνή πολιτική και ηθική νομιμοποίηση και πριν η αρμόδια επιτροπή του ΟΗΕ διερευνήσει τη χρήση χημικών ουσιών στην πόλη Ντούμα, οι ίδιοι ενεργώντας σαν διεθνείς χωροφύλακες, αποφασίζουν, οργανώνουν και διατάζουν πολεμική επίθεση ενάντια σε μία ανεξάρτητη χώρα την οποία τα τελευταία χρόνια έχουν κυριολεκτικά ρημάξει και καταστρέψει με τις διαδοχικές επεμβάσεις τους, προκαλώντας εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και εκατομμύρια σακατεμένους και ξεριζωμένους από τις εστίες τους ανθρώπους.
Αυτή είναι η φύση και ο χαρακτήρας του ιμπεριαλισμού, η επιθετικότητα, οι πολεμικές επεμβάσεις για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών, την προώθηση των γεωστρατηγικών τους σχεδίων, για την υποταγή λαών και χωρών στους δικούς τους σχεδιασμούς, στα δικά τους πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.
ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – Ευρωπαϊκή Ένωση – Ισραήλ ενεργούν σαν διεθνή αρπακτικά για να προωθήσουν και να επιβάλλουν τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων τους και για τον σκοπό αυτό δεν διστάζουν να αιματοκυλίσουν λαούς, επινοούν και κατασκευάζουν διάφορα σενάρια προκειμένου να υλοποιήσουν τους τυχοδιωκτισμούς τους σχεδιασμούς.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει βαρύτατες ευθύνες για την εμπλοκή της χώρας μας στα ιμπεριαλιστικά αμερικανονατοϊκά σχέδια, αφού έχει εκχωρήσει την βάση της Σούδας για τις πολεμικές τους επιχειρήσεις και με τον τρόπο αυτό εκθέτει την χώρα και το λαό σε θανάσιμο κίνδυνο.
Ταυτόχρονα διαπραγματεύεται την παραχώρηση και άλλων στρατιωτικών βάσεων και υποδομών σε Λάρισα, Αλεξανδρούπολη, Σύρο κ.λπ μετατρέποντας έτσι την χώρα μας σε αμερικανονατοϊκό προτεκτοράτο.
Η επίθεση εναντίον της Συρίας επιταχύνει τον κίνδυνο για την ανάπτυξη μιας πιο γενικευμένης αναμέτρησης στην περιοχή στην οποία τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε εξέλιξη οξύτατοι ανταγωνισμοί μεταξύ διαφόρων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Μετά την πολεμική επέμβαση ΗΠΑ – Βρετανίας – Γαλλίας στην Συρία, οι δυνάμεις αυτές εξαπολύουν νέες απειλές μέσα από τις οποίες προκύπτει ότι η επιθετική τους πολιτική θα κλιμακωθεί το επόμενο διάστημα προκειμένου να προωθήσουν τα οικονομικά και γεωστρατηγικά τους συμφέροντα.
Την ίδια στιγμή ο ΟΗΕ και το Συμβούλιο Ασφαλείας αδυνατούν να παρέμβουν στις κατάφωρες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς νομιμότητας.
Στις επικίνδυνες συνθήκες που διαμορφώνονται στην περιοχή μας πρέπει να υπάρξει άμεση λαϊκή αντίσταση και απάντηση με την ανάπτυξη ενός μαζικού, ενωτικού, αντιιμπεριαλιστικού, αντιπολεμικού κινήματος των λαών της περιοχής που θα αντισταθεί και θα αντιπαλέψει τα τυχοδιωκτικά επιθετικά σχέδια του ιμπεριαλισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο ο ελληνικός λαός και το εργατικό κίνημα της χώρας μας καλούνται να διαδραματίσουν αποφασιστικό ρόλο στην οργάνωση και την ανάπτυξη αυτού του κινήματος.
Να παλέψουν:
• Για την αποδέσμευση της χώρας μας από τη λυκοσυμμαχία του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
• Για το κλείσιμο της βάσης της Σούδας και την αποτροπή δημιουργίας οποιασδήποτε νέας.
• Καμία συμμετοχή της χώρας μας σε οποιαδήποτε πολεμική επιχείρηση στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.
• Να αποσυρθούν άμεσα στρατιωτικές δυνάμεις και πολεμικά πλοία της χώρας μας σε διάφορες διεθνείς επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ.
• Δυνάμωμα και ενίσχυση της αλληλεγγύης των λαών της περιοχής για να μπει φραγμός στα πολεμοκάπηλα ιμπεριαλιστικά σχέδια, ειρηνική επίλυση σε οποιαδήποτε διένεξη χωρίς την εμπλοκή των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
• Σταθερή και συνεπής πάλη ενάντια στον ρατσισμό, την ξενοφοβία, τον εθνικισμό και τον φασισμό, αποφασιστική και ουσιαστική αλληλεγγύη σε πρόσφυγες – μετανάστες για τα δικαιώματά τους.
• Σύνδεση της πάλης κατά του πολέμου, των στρατιωτικών εξοπλισμών, της πολεμικής προετοιμασίας και αναμέτρησης, με τα λαϊκά και εργατικά δικαιώματα για το ξήλωμα και την ανατροπή της πολιτικής της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου.
Η Διοίκηση της ΠΕΝΕΝ