Το παρακάτω κείμενο έχει σαν βάση την εισήγηση του Αντώνη Δραγανίγου, μέλος της Π.Ε. του ΝΑΡ και της ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην εκδήλωση της “Ενωτικής Πρωτοβουλίας Παρέμβασης και Διαλόγου”-Ε.Π.Π.Δ. «Μετά την 3η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ: Ν’ ανατρέψουμε την επίθεση, ν’ αλλάξουμε την αριστερά», που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα την Τετάρτη 23 Μάρτη 2016
Είναι ο διάλογος που άνοιξε πριν και μετά τη Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ εσωτερικό ζήτημα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ;
Δεν χωράει καμιά αμφιβολία ότι η βρισκόμαστε μπροστά σε μια όξυνση και περιπλοκή της κρίσης, που έχει ως βασικό στοιχείο της την ανώτερη σύνδεση της καπιταλιστικής επίθεσης, όπως αυτή εκφράζεται στην χώρα μας από το επερχόμενο νέο βάρβαρο μνημόνιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ, την άνοδο του ρόλου του πολέμου, των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και του ρατσισμού, της κλιμάκωσης της βαθιά αντιδραστικής εκστρατείας του κεφαλαίου, που ολοένα κλιμακώνεται με αφορμή τα προσφυγικά κύματα και τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα στην Ευρώπη, αλλά και της εντεινόμενης και επιταχυνόμενης πολιτικής κρίσης/κρίσης εκπροσώπησης με βασικό της στοιχείο τη γρήγορη φθορά και απαξίωση του ΣΥΡΙΖΑ.
Επομένως το τρίπτυχο: πάλη για τα κοινωνικά δικαιώματα και την επιβίωση της εργατικής τάξης και του λαού ενάντια στα μνημόνια, τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις και την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αγώνας για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες του λαού ενάντια στην τρομοκρατική εκστρατεία του κεφαλαίου και της ΕΕ και υπεράσπιση της ειρήνης απέναντι στις ιμπεριαλιστικές εκστρατείες, το ΝΑΤΟ και τον ευρωστρατό, έρχεται στην πρώτη γραμμή.
Αν σε αυτή την ιεράρχηση συμφωνούν περίπου όλοι, το ζήτημα που προκύπτει είναι με ποια πολιτική γραμμή και με ποιο κοινωνικό και πολιτικό υποκείμενο θα δοθεί αυτή η μάχη. Ποιος και με ποια πολιτική θα απαντήσει, θα σηκώσει ανάστημα, θα ανοίξει δρόμους, δεν θα «προδώσει» για μια ακόμα φορά τον κόσμο που επιμένει.
Πάνω σε αυτό το κομβικό ζήτημα της περιόδου διεξάγεται μια μεγάλη συζήτηση μέσα στον λαϊκό αριστερό κόσμο, την αντικαπιταλιστική αριστερά, τα ρεύματα που διαφοροποιήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΚΕ. Η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤAΡΣΥΑ πιστεύουμε πως έχει να συνεισφέρει ουσιαστικά και σημαντικά σε αυτόν τον διάλογο. Ας δούμε κάποια παραδείγματα, χαρακτηριστικά της μεγάλης αυτής συζήτησης.
Ο χαρακτήρας του προγράμματος
Κεντρικό ζήτημα που συζητήθηκε στο πλαίσιο της Συνδιάσκεψης ήταν το θέμα του αντικαπιταλιστικού χαρακτήρα του προγράμματος. Είναι γνωστό ότι το ζήτημα αυτό στο άμεσο παρελθόν είχε αποτελέσει σημείο σφοδρής σύγκρουσης και στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η Συνδιάσκεψη απάντησε στο θέμα αυτό ως εξής: «Παλεύουμε για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης στη βάση του αντικαπιταλιστικού μεταβατικού προγράμματος. Το πλαίσιο των πολιτικών στόχων του προγράμματος συγκρούεται με την κυρίαρχη αστική πολιτική. Απευθύνεται στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, με στόχο την πολιτική έκφραση, συμπύκνωση και την ανάπτυξη του αγώνα για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, την ενότητα της κατακερματισμένης εργατικής τάξης και την οικοδόμηση της συμμαχία της με τα φτωχά λαϊκά, εκμεταλλευόμενα στρώματα, με εργατική ηγεμονία. «Γεφυρώνει» τις σημερινές διεκδικήσεις με την προοπτική της ανατροπής του καπιταλισμού και τον ορίζοντα της εργατικής εξουσίας. Στοχεύει στην ριζική αλλαγή των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών σε όφελος της εργατικής τάξης και του λαού, στην ανατροπή της επίθεσης, και την υποκειμενική προετοιμασία δυνάμεων για την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας»[i]
Η κατεύθυνση αυτή, που συνοδεύεται από το αντίστοιχο πλαίσιο στόχων για την περίοδο προκύπτει από την εκτίμηση για τον χαρακτήρα της κρίσης του καπιταλισμού, ως δομικής, «ιστορικού χαρακτήρα» κρίσης. Είναι άραγε υπερβολική αυτή η θέση; Είναι θέση που μας απομακρύνει από τη δυνατότητα συμμαχιών;
Σε μια πρόσφατη παρέμβαση κριτικής στην Διακήρυξη της ΛΑΕ, ο Η. Ιωακείμογλου γράφει: «Υπάρχουν μερικοί από εμάς στο χώρο της ΛΑΕ (…) που θεωρούν ότι η κρίση του καπιταλισμού, επειδή είναι διαρθρωτική, αφορά δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο είναι χτισμένο το σύστημα, μπορεί να λυθεί μόνο με διαρθρωτικά μέτρα, είτε μέτρα της αστικής τάξης κατά των δυνάμεων της εργασίας είτε μέτρα των εργαζόμενων τάξεων κατά του κεφαλαίου. Είναι αδύνατο να παλέψουμε για μια αντικαπιταλιστική έξοδο από την κρίση χωρίς να θίξουμε τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής στην ίδια τη βάση του, δηλαδή στις σχέσεις ιδιοκτησίας, στις σχέσεις παραγωγής και στη διαδικασία αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης.»[ii]
Το ζήτημα του κεντρικού προσανατολισμού που πρέπει να έχει η αριστερά σήμερα, που ξορκίστηκε ως «βερμπαλισμός» και «απογείωση» επανέρχεται στην ημερήσια διάταξη, από πολλούς χώρους και ρεύματα.
Περιδιαβαίνοντας την εισήγηση για την Συνδιάσκεψή της Αριστερής Ριζοσπαστικής Κίνησης (ΑΡΚ), βρίσκουμε να ορίζει σαν βασικό στόχο «τη συμμετοχή μας σε όλες εκείνες τις διεργασίες που θα συντείνουν στην ανασύνθεση της ριζοσπαστικής Αριστεράς μέσα από τη δημιουργία ενός πλατιού μετώπου με όλες τις συλλογικότητές της, τις οργανώσεις για τα δικαιώματα και τα απελευθερωτικά κινήματα, με στόχο να ανοίξει ο δρόμος για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και το πέρασμα στη σοσιαλιστική κοινωνία» [iii].
Ο Δ. Μπελαντής, σε ένα από τα πιο σημαντικά κείμενα του διαλόγου στην αριστερά των τελευταίων μηνών, πηγαίνει ακόμη παραπέρα: «Βρισκόμαστε, γράφει, σε μια εποχή όπου κάθε προσωρινό ή μεταβατικό πρόγραμμα, μέσα στη βαθιά δομική κρίση του καπιταλισμού και πιθανόν πριν από έναν ακόμη ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τα σύννεφα του οποίου και πυκνώνουν, οφείλει να έχει στρατηγικό ορίζοντα και μάλιστα για το μεσοπρόθεσμο μέλλον την εργατική εξουσία και το σοσιαλισμό ως μετάβαση στον κομμουνισμό. Το «πατριωτικό-αντιιμπεριαλιστικό» και το «φιλεργατικό», η έξοδος από την Ευρωζώνη, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ είναι άμεσοι στόχοι που όχι μόνο δεν αποσυνδέονται αλλά και αποτελούν ειδικές εκδηλώσεις ενός κομμουνιστικού προγράμματος, εσωτερικού αλλά και διεθνούς…»[iv].
Από την άλλη πλευρά η ΛΑΕ αρνείται στην κεντρική της κατεύθυνση ένα πρόγραμμα ρήξης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και τους νόμους του συστήματος (το κέρδος, την ανταγωνιστικότητα, την παραγωγικότητα κλπ). Το πρόγραμμά που προτείνει, παρά τους επιμέρους ριζοσπαστικούς στόχους, είναι περισσότερο ένα πρόγραμμα μιας «άλλου τύπου ανάπτυξης» του καπιταλισμού με διαχειριστική, κυβερνητική προοπτική, παρά ένα «μεταβατικό πρόγραμμα» ρήξης με την καπιταλιστική τάξη πραγμάτων. Η διατύπωση: «Οι αντιστάσεις του λαού θα μείνουν κατακερματισμένες, αν δεν έχουν προοπτική την πολιτική ανατροπή. Την ανάδειξη μιας μαχόμενης Αριστεράς, μιας εξουσίας των εργαζομένων, με ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα δημοκρατίας, εθνικής ανεξαρτησίας, παραγωγικού μετασχηματισμού, οικονομικής ανόρθωσης, κοινωνικής δικαιοσύνης και οικολογικής προστασίας», από την πρόσφατη Διακήρυξή της είναι μια εύγλωττη συμπύκνωση αυτής της κατεύθυνσης [v].
Σε σχέση με τη στάση απέναντι στην ΕΕ
Προφανώς ο «αντικαπιταλιστικός χαρακτήρας» του προγράμματος όταν μένει αφηρημένος μπορεί όντως να αποτελεί ένα φύλο συκής για μια όχι και τόσο ριζοσπαστική πολιτική. Κρίνεται σε ορισμένα βασικά σημεία, κόμβους που τελικά κρίνουν πραγματικά και την κατεύθυνσή του. Ένας από αυτούς τους κόμβους είναι το ζήτημα της ΕΕ και των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών -και όχι άδικα. Είναι προφανής ο κεντρικός ρόλος της ΕΕ στην επιβολή του καθεστώτος των μνημονίων κα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης στην χώρα μας.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο ζήτημα αυτό έχει στάση απόλυτα σαφή: «Η ΕΕ δεν αποτελεί ένα «ουδέτερο έδαφος εκδήλωσης αντιθέσεων» αλλά έναν πολιτικό μηχανισμό κατασκευασμένο κατ’ εικόνα και ομοίωση των κυρίαρχων τάξεων στην Ευρώπη, με τις οποίες δένεται με χιλιάδες νήματα και τις οποίες υπηρετεί (…) Η Ε.Ε. είναι η ιμπεριαλιστική ένωση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, του δημοσιονομικού συμφώνου, της τραπεζικής ενοποίησης. Η σιδηρά πειθαρχία που επιβάλλουν αυτές οι συνθήκες (…) δεν αποτελεί κάποια πρόσκαιρη παρέκκλιση, αλλά σχέδιο μακράς πνοής για την αντιδραστική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού. Είναι «δομικά» αντιδραστική και δεν μεταρρυθμίζεται σε φιλολαϊκή κατεύθυνση. Μόνο η ρήξη και η αποδέσμευση από αυτόν τον μηχανισμό μπορεί να ανοίξει τον δρόμο στον διεθνισμό των λαών, σε μια κοινωνία και μια οικονομία που θα είναι προσανατολισμένες στην εξυπηρέτηση των κοινωνικών και λαϊκών αναγκών, και θα ελέγχονται από τους παραγωγούς του πλούτου».[vi]
Δεν είναι λίγοι-ες οι σύντροφοι-ισσες και συναγωνιστές-τριες που ενστερνίζονται αυτές τις διαπιστώσεις, παρότι εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές αμφισημίες και ερωτήματα, μέσα στην μαχόμενη αριστερά, που σε πολλές περιπτώσεις παραμένει εξαιρετικά άτολμη, και πολύ πίσω από τις αντιΕΕ διαθέσεις που έχουν αναπτυχθεί μέσα στον λαό και από τα συμπεράσματα που βγήκαν μετά την 8μηνη διαπραγμάτευση και τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Στην εισήγηση της ΑΡΚ για την Συνδιάσκεψή της, για παράδειγμα, ενώ αφιερώνεται σημαντικό κομμάτι στην περιγραφή μιας διαδικασίας σύγκρουσης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου (εθνικοποιήσεις τραπεζών/εμπορίου κλπ) διατηρούνται σοβαρές αμφισημίες στο θέμα του χαρακτήρα και της σχέσης με την ΕΕ με διατυπώσεις όπως: «η περίοδος του δημοψηφίσματος, ο πόλεμος που δέχτηκε η ελληνική κοινωνία από το κλείσιμο των τραπεζών, από τα ΜΜΕ και από τους επίσημους ‘θεσμούς’ της ευρωπαϊκής άρχουσας τάξης έχουν οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα για το ρόλο και τα όρια της συνύπαρξης μέσα στην ΕΕ, για το ρόλο του εγχώριου κατεστημένου όπως και της ελληνικής αστικής τάξης και των στηριγμάτων της». («Για την φυσιογνωμία..», ό.π.).
Όμως, τα «ασφαλή» αυτά συμπεράσματα, αν δεν ολοκληρώνονται σε πολιτικές θέσεις, ρήξης/αποδέσμευσης, παραμένουν μετέωρα, δεν αποκτούν «υλική δύναμη».
Ο Η. Ιωακείμογλου πάλι, παρά τις θετικές και σε σημαντικό βαθμό αντικαπιταλιστικές διατυπώσεις, υποβαθμίζει το ζήτημα στο θέμα του νομίσματος, θέτοντας το λάθος ερώτημα «ναι ή όχι στην υποτίμηση». (Η. Ιωακείμογλου, ό.π.).
Στην προδημοσίευση του βιβλίου τους «To φάντασμα του 1989, το καλοκαίρι του 2015» οι Λάσκος, Παπαδάτος γράφουν: «H πρόκληση για την Αριστερά είναι να σκεφτεί το περιεχόμενο του κοινωνικού ανταγωνισμού σήμερα, αν η επιδίωξη των κυρίαρχων κύκλων της Ένωσης δεν είναι τόσο η εκδίωξη της Ελλάδας, το Grexit, όσο το να καταστεί αδύνατη η επιβίωσή της εκτός ευρώ, όσους βαθμούς αυτονομίας και αν αποκτήσει η οικονομία της. Αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει ότι η ρήξη με την Ευρωζώνη δεν αποτελεί μια ηρωική στιγμή, αλλά μια μακρά διαδικασία, που βραχυπρόθεσμα μας υποχρεώνει να σκεφτούμε τι απαιτεί αυτή η επιβίωση...» [vii]
Με τέτοιες όμως διατυπώσεις, η πιθανή έξοδος από την ευρωζώνη –εντός ΕΕ¬– παραπέμπεται σε ένα μακρινό και ακαθόριστο μέλλον. Οι θέσεις αυτές χάνουν από τα μάτια τους τελείως όχι μόνο την άρρηκτη σύνδεση της ΕΕ με κάθε πτυχή της καπιταλιστικής επίθεσης αλλά και τον πολιτικό ρόλο της ΕΕ. Όπως φάνηκε πεντακάθαρα και στην περίοδο του δημοψηφίσματος, η ΕΕ ως σύνολο λειτούργησε ως ιμπεριαλιστικός πολιτικός μηχανισμός άμεσης βίας, επιβολής και οργάνωσης του πραξικοπήματος ενάντια στην λαϊκή θέληση. Αυτό κρίθηκε οριστικά και για πάντα την μεγάλη νύχτα της 17ης του Ιούλη.
Από τότε και μετά, το δίλημμα έχει τεθεί με τον πιο απλό τρόπο –αν και σίγουρα δύσκολο στους όρους της απάντησής του: είτε οργάνωση για ρήξη / αποδέσμευση, είτε υποταγή.
Για αυτό και, κατά την γνώμη μας, αποτελεί υπεκφυγή η θέση που διατυπώνεται στην πρόσφατη Διακήρυξη της ΛΑΕ: «Εάν τεθεί από τα πράγματα το δίλημμα «σύγκρουση με τη σημερινή Ε.Ε. ή εγκατάλειψη του προοδευτικού, ριζοσπαστικού μας προγράμματος» ασφαλώς θα επιλέξουμε το πρώτο και θα καλέσουμε τον λαό να αποφασίσει με δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι της χώρας μας στην Ε.Ε».
Αν, μετά από όσα έγιναν, είμαστε ακόμα στο «αν», προφανώς δεν προετοιμάζουμε το λαό για τη μάχη που πρέπει να δοθεί!
Το όριο όλων αυτών των αντιλήψεων για την ΕΕ είναι ότι επανέρχεται ξανά και ξανά, σαν φάντασμα, το ζήτημα της «μεταρρύθμισης της ΕΕ», μιας άλλης «ΕΕ» ή της «Ευρώπης των εργαζομένων». Στην πραγματικότητα το φάντασμα αυτό πλανιέται πίσω από διατυπώσεις όπως «σημερινή ΕΕ», «γερμανική ΕΕ» κ.λπ. Για αυτό και στην Διακήρυξη της ΛΑΕ οι διατυπώσεις επιλέγονται με προσοχή «εάν τεθεί από τα πράγματα το δίλημμα «σύγκρουση με τη σημερινή Ε.Ε», εννοώντας προφανώς ότι η «αυριανή ΕΕ» μπορεί και να είναι διαφορετική. Παρά τη συντριπτική ήττα του στην πράξη, λοιπόν, το σύνθημα «αλλάζουμε την Ευρώπη» (εννοώντας την ΕΕ, βέβαια) του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει στ’ αλήθεια απορριφθεί από μεγάλο τμήμα της αριστεράς.
Σε αντίθεση με τις προβληματικές θέσεις δυνάμεων της αριστεράς σημαντικό μέρος αγωνιστών της αριστεράς, συμπεριλαμβανομένης της βάσης της ΛΑΕ, τοποθετούνται εντελώς διαφορετικά:
Στην πρόσφατη παρέμβασή τους με τον τίτλο «Συμβολή στην Ιδρυτική Συνδιάσκεψη της ΛΑΕ» 63 μέλη της ΛΑΕ γράφουν: «Σε αυτή τη φάση όμως, θεωρούμε ότι είναι αναγκαίο να πάρουμε ξεκάθαρα θέση ότι η έξοδος από την ευρωζώνη σημαίνει και σύγκρουση και έξοδο από την Ε.Ε.. Είναι ξεκάθαρο τι είδους ιμπεριαλιστική ολοκλήρωση είναι η Ε.Ε.. Η οδυνηρή εμπειρία της δήθεν «διαπραγμάτευσης» του ΣΥΡΙΖΑ με τους «εταίρους» έχει καταγραφεί και στη συνείδηση του κόσμου και δεν αφήνει περιθώρια για άλλες υποσχέσεις «διαπραγματεύσεων» για να βγούμε από την ευρωζώνη παραμένοντας στην Ε.Ε. σε συνεννόηση με τους «εταίρους»…. Δεν μπορεί η πολιτική λογική μας να αφήνει αυταπάτες σχετικά με το ρόλο της Ε.Ε. ή αυταπάτες περί μιας «άλλης Ε.Ε.», ούτε μπορεί να κινείται στη λογική μιας «συντεταγμένης εξόδου από το ευρώ», η οποία θα γίνει μέσα από μια συμφωνία με το ευρωσύστημα και θα βασίζεται σε ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις…» [viii]
Αντίστοιχα σαφείς θέσεις για το ζήτημα της ΕΕ έχουν συλλογικότητες που προέρχονται από το ΚΚΕ: Για παράδειγμα ο Γ. Μυλωνάς σε άρθρο του στην ιστοσελίδα του «Εργατικού Αγώνα» γράφει: «Το κυριότερο εμπόδιο για ένα τέτοιο εγχείρημα [σημ. απελευθέρωση από τα δεσμά του χρέους και των μνημονίων] δεν είναι κυρίως η ευρωζώνη και οι νομισματικές και δημοσιονομικές δεσμεύσεις που επιφέρει, αλλά η ΕΕ και οι τέσσερις ελευθερίες που ισχύουν σε αυτή. Το ζήτημα της σχέσης της χώρας με την ΕΕ είναι κεντρικό πρόβλημα, είναι η κόκκινη γραμμή που διαχωρίζει την εργατική πολιτική και τα εργατικά και τα λαϊκά συμφέροντα από την αστική τάξη και τις επιδιώξεις της. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να είναι ο κεντρικός πυλώνας γύρω από τον οποίο θα διαμορφωθεί ένα πρόγραμμα αντιμετώπισης της κρίσης υπέρ του λαού με προοπτική βαθιές ανατροπές στην κατεύθυνση του σοσιαλισμού. Γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει κατά τη γνώμη μας οι τοποθετήσεις να είναι ξεκάθαρες και χωρίς εκπτώσεις και συμβιβαστικές λύσεις.» [ix]
Για το θέμα της «κυβέρνησης» της Αριστεράς και της εξουσίας
Δεν μπορούμε να παραλείψουμε, τέλος, την εκτεταμένη συζήτηση που διεξάγεται για το ζήτημα της κυβέρνησης, του κράτους και της εξουσίας. Σε αντίθεση με μια προηγούμενη φάση που όλα αυτά τα ζητήματα φαίνονταν σαν να αποτελούσαν μια ιδεολογική εμμονή κάποιων και η «πολιτική» ταυτίζονταν με την «κυβερνητική πρόταση», η συζήτηση που διεξάγεται σήμερα είναι πολύ πιο βαθιά και ουσιαστική:
Ας δούμε κατ’ αρχήν πώς απάντησε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ από τη Συνδιάσκεψή της. Στο ερώτημα «ποιος θα υλοποιήσει το πρόγραμμα» απαντάμε ότι: «Το πρόγραμμα αυτό προωθείται και σε ένα βαθμό επιβάλλεται σήμερα από τον πολιτικό αγώνα των εργαζόμενων, το εργατικό λαϊκό μέτωπο ρήξης ανατροπής και το αναπτυσσόμενο αντικαπιταλιστικό μέτωπο. Στο σύνολό του μπορεί να το υλοποιήσει η κυβέρνηση και η εξουσία των εργαζόμενων, που προϋποθέτει την επαναστατική αλλαγή και τα όργανα εξουσίας του εργαζόμενου λαού. Άλλωστε, η εμπειρία της κατάληξης της κυβερνητικής λύσης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η γενικότερη ιστορική σχετική εμπειρία σε εθνικό και διεθνές επίπεδο έδειξε πολύ καθαρά τον λαθεμένο χαρακτήρα των αντιλήψεων που αποκόβουν την «πάλη για την κυβέρνηση» απ’ την πάλη για την εξουσία, που δεν κατανοούν τον ενιαίο χαρακτήρα των μηχανισμών εξουσίας, ανεξάρτητα από την ποικιλομορφία των δομών τους και τους τρόπους με τους οποίους επιβάλλουν την οικονομική, πολιτική και ιδεολογική κυριαρχία τους. Έδειξε επίσης ότι δεν υπάρχει «ουδετερότητα» του κράτους, ούτε μπορεί να το «χρησιμοποιήσει» μια κυβέρνηση έξω από την επαναστατική διαδικασία συντριβής της αστικής εξουσίας. Η απολυτοποίηση του ρόλου της κοινοβουλευτικής κατάκτησης του κυβερνητικού κέντρου και η υποτίμηση της οργάνωσης του λαού δείχνει και τον εκτεταμένο χαρακτήρα των «κοινοβουλευτικών αυταπατών» μέσα στην αριστερά». (ό.π. Πολιτική Απόφαση θέση 13)
Η κυβερνητική εμπειρία ακόμη και των πρώτων μηνών του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πολύ διδακτική. Κι όμως, δεν έχουμε ξεμπερδέψει τους λογαριασμούς μας με την «διαχείριση» και τον «κυβερνητισμό» που πραγματικά χαντάκωσε την αριστερά… Ποιο είναι το κομβικό ζήτημα εδώ; Είναι η σχέση με το κράτος. Και η συζήτηση καλά κρατεί:
Οι Λάσκος, Παπαδάτος στην προδημοσίευση του βιβλίου τους γράφουν: «Για πολύ καιρό πριν από τις εκλογές, πολλοί υποστήριξαν ότι το εγχείρημα αυτό –μια αριστερή κυβέρνηση σε ένα καπιταλιστικό κράτος και εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης–, ήταν πρωτότυπο σε τέτοιο βαθμό, ώστε δεν υπήρχαν οι θεωρητικές επεξεργασίες που θα υποδείκνυαν πιθανούς δρόμους. Για άλλους, πάλι, το πρόβλημα ήταν γενικώς ο ευρωκομμουνισμός. Τουλάχιστον όμως μια συγκεκριμένη εκδοχή αυτού του τελευταίου προειδοποιούσε πως, αν περιοριστούμε στο πεδίο του κράτους, ακόμα και υιοθετώντας τη λεγόμενη στρατηγική ρήξης, θα γλιστρήσουμε χωρίς να το καταλάβουμε στη σοσιαλδημοκρατία: εξαιτίας του ίδιου του βάρους της υλικής υπόστασης του κράτους, η αλλαγή του εσωτερικού στο κράτος συσχετισμού δυνάμεων δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά με τη στήριξη στους αγώνες και τα κινήματα που υπερβαίνουν το κράτος». (ό.π. Λάσκος, Παπαδάτος, προδημοσίευση)
Αυτή η θέση προωθεί μια αντίληψη που πρακτικά τείνει να αφήνει «ανέπαφο» το κράτος και τους μηχανισμούς του και να θεωρεί ότι μπορεί να λύσει το πρόβλημα «με την στήριξη στους αγώνες και τα κινήματα». Το ερώτημα όμως είναι: τι γίνεται με το ίδιο το κράτος; Τους μηχανισμούς καταστολής, τους ιδεολογικούς του μηχανισμούς και τα άπειρα πλοκάμια που το δένουν με το κεφάλαιο και τους μηχανισμούς του ιμπεριαλισμού. Ελπίζουμε στο ίδιο το βιβλίο να δοθούν οι απαντήσεις.
Η ΑΡΚ, πάλι αντιμετωπίζοντας το θέμα της «κρατικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ» θέτει το ζήτημα ως εξής: «Το αριστερό κόμμα είναι η αντίπαλη μορφή στο κράτος, τον ισχυρό πόλο της σχέσης, και η κατεξοχήν μορφή οργάνωσης της αστικής πολιτικής. Ως εκ τούτου η έμφαση της αριστερής, αντικαπιταλιστικής πολιτικής θα πρέπει να είναι στο δημόσιο χαρακτήρα της πολιτικής και του κράτους, δηλ. στη διαπερατότητα του κράτους από τις ανάγκες και τα συμφέροντα των εργαζόμενων τάξεων.» (ό.π.)
Τέλος, κεντρική θέση στην αναπαραγωγή ενός νέου «αριστερού κυβερνητισμού» χωρίς την παραμικρή κριτική στον προηγούμενο κυβερνητισμό του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς κριτική στις διαχειριστικές αντιλήψεις και αντίθετα με ισχυρά διαχειριστικές πρακτικές στο πλαίσιο του σημερινού κράτους, έχουν τα κείμενα (και η πρακτική) της ΛΑΕ. Στη Διακήρυξή της βάζει για μια ακόμα φορά μπροστά την ανάγκη της «αριστερής κυβέρνησης» με την συνοδεία ορισμένων πολύ άτολμων μέτρων εκδημοκρατισμού του σημερινού αστικού κράτους όπως: «περιορισμένο αριθμό θητειών για τον πρωθυπουργό, τους υπουργούς, τους βουλευτές» (ένα πράγματι πολύ δευτερεύον ζήτημα, στις ΗΠΑ έχουν δύο θητείες για τον Πρόεδρο), «να κοπεί ο ομφάλιος λώρος ιδιοκτητών μεγάλων μέσων ενημέρωσης- πολιτικής εξουσίας» (που μόνο σαν ευχή μπορεί να διαβαστεί), «να αξιοποιηθεί για τις λαϊκές ανάγκες η εκκλησιαστική περιουσία» (και όχι απαλλοτρίωση της εκκλησιαστικής περιουσίας που κρατάει από τα χρυσόβουλα των βυζαντινών αυτοκρατόρων). Έτσι δεν υπερβαίνει τα όρια μιας δημοκρατικής/εκσυγχρονιστικής εκδοχής της σημερινής κατάστασης. (Αν και αυτό ακόμα δεν φτάνει να δικαιολογήσει τον συμβιβασμό –ακόμη και την υπερψήφιση αντιδραστικών πολιτικών- στο πλαίσιο των θέσεων κρατικής διαχείρισης που διατηρεί σε Περιφέρειες, ΔΣ Οργανισμών, Ταμεία κλπ).
Η δυνατότητα της «αριστερής διακυβέρνησης» εντός των πλαισίων της κυριαρχίας του κεφαλαίου και της «μεταρρυθμισιμότητας»/«διαπερατότητας του κράτους από τις ανάγκες και τα συμφέροντα των εργαζόμενων τάξεων» έρχεται σε αντίθεση όχι μόνο με τον μαρξισμό, αλλά και με την ίδια την εμπειρία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρητικά δεν υπήρχε καλύτερη περίοδος για μια πολιτική που ο συνδυασμός της δράσης των «κάτω» (κινήματα / αντιστάσεις) και της παρέμβασης από «πάνω» («αριστερή κυβέρνηση») θα μπορούσε να ανοίξει «ρωγμές στο κράτος» για να υπάρξει η «διαπερατότητα» με τα συμφέροντα των εργαζόμενων τάξεων. Στην πράξη όμως τα πράγματα έγιναν αλλιώς. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στην κυβέρνηση –και ακριβώς για να πάρει την κυβέρνηση στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής διαδικασίας- έδωσε όρκους πίστης «στην συνέχεια του κράτους». Έδωσε εγγυήσεις ότι θα αφήσει άθιχτους τους πιο σκοτεινούς μηχανισμούς του και τοποθετώντας -ανάμεσα στα άλλα- στις ηγεσίες ανθρώπους με την έγκριση ή έστω την ανοχή των μηχανισμών αυτών.
Αν η αριστερά δεν ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς της με την διαχείριση του αστικού κράτους και κατά συνέπεια τον «αριστερό κυβερνητισμό» θα πηγαίνει από ήττα σε ήττα, αν όχι από τραγωδία σε τραγωδία.
Το θέμα αυτό θίγουν κάπως πιο ουσιαστικά οι θέσεις της Οργάνωσης Νεολαίας Ριζοσπαστικής Αριστερής Ανασύνθεσης (ΟΝΡΑ) για την πρόσφατη συνδιάσκεψή της: «η απόπειρα για μια κυβέρνηση της αριστεράς, γράφουν, κατέδειξε ακόμα ερωτήματα και προβληματικές αναφορικά με το κράτος. (…) Αναδείχθηκε πλέον και με όρους πολιτικής πρακτικής ότι το κράτος δεν είναι μόνο μια δομή αποτελεούμενη από επιμέρους δομές που δημιουργούν και επικαθορίζουν τις θέσεις των υποκειμένων στην βάση της κυρίαρχης αντίληψης. Είναι και οι ίδιες οι ελίτ που το στελεχώνουν αυτές που δημιουργούν συνθήκες αναπαραγωγής συγκεκριμένων λογικών και πολιτικών…».. [x]
Ο προβληματισμός αυτός θέτει με μεγαλύτερη οξυδέρκεια το θέμα του κράτους από ότι ορισμένοι ινστρούχτορες του «μαρξισμού της μεγάλης πολιτικής». Οι απόψεις τους επικοινωνούν περισσότερο με την θέση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ακριβώς για τον «ενιαίο χαρακτήρα των μηχανισμών εξουσίας, ανεξάρτητα από την ποικιλομορφία των δομών τους..».
Ο Δ. Μπελαντής προχωράει πιο βαθιά την κριτική του: «Ο δρόμος του κυβερνητισμού, γράφει, οδήγησε, είτε σε φάρσες του σοσιαλισμού (όπως τα σοσιαλιστικά κόμματα του Νότου στη δεκαετία του 1980) είτε σε μεγάλες τραγωδίες και μάλιστα αιματηρές, όπως ο Δεκέμβρης, όπως ο Αλιέντε. Η σημερινή κατάληξη στην Ελλάδα ανήκει στις τραγωδίες και μάλιστα τις αιματηρές και αυτό θα φανεί στην πορεία.(…) Ο κυβερνητισμός δεν είναι καθόλου η αποδοχή μιας μεταβατικής κυβέρνησης της Αριστεράς που θα εισάγει σε ρήξη με την αστική τάξη και τον ιμπεριαλισμό φιλεργατικά και φιλοκοινωνικά μέτρα (όπως ήθελε το 4ο Συνέδριο της Κομιντέρν, όπως ήθελε ο Τρότσκυ στο «Μεταβατικό πρόγραμμα» του 1938, όπως ήθελε κάποια στιγμή το ΕΑΜ ή ο Αλιέντε κ.ά.) και θα ανοίξει το δρόμο στην σοσιαλιστική ανατροπή. Είναι η πλήρης αποδοχή από την κυβερνητική ή εν δυνάμει κυβερνητική Αριστερά των βασικών επιλογών του αστισμού και η διαχείρισή τους (ό.π. Πέντε καταρρεύσεις..).
Σε τελική ανάλυση, ο σκληρός πυρήνας του ζητήματος είναι η διαφορά μεταξύ της επαναστατικής και της μεταρρυθμιστικής αντίληψης για το κράτος. «Η εξουσία των εργαζομένων θα προκύψει ως αποτέλεσμα της επαναστατικής αλλαγής της κοινωνίας», λένε οι θέσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. «Δηλαδή της αντικαπιταλιστικής επανάστασης, της συντριβής του κράτους, της αποδέσμευσης από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, της απαλλοτρίωσης των μέσων παραγωγής και της οικοδόμησης της κυβέρνησης και της εξουσίας των οργάνων του εργατικού και λαϊκού κινήματος, μιας εξουσίας νέου τύπου. Η σημερινή μας τακτική, τα συνθήματα και οι στόχοι μας πρέπει να την εμπεριέχουν -στην συγκρότηση και την προβολή τους-, πρέπει να ορίζονται από την πάλη για αυτή τη νέου τύπου εξουσία των εργαζομένων…» (Θέσεις για την 3η Συνδιάσκεψη, Θέση 40)
Αυτή η τοποθέτηση δεν «χάνει» από την οπτική της τους περίπλοκους και ιστορικά πρωτότυπους δρόμους μέσα από τους οποίους η ταξική πάλη μπορεί να οδηγήσει στην προσέγγιση της εξουσίας. «Κανείς δεν είναι σε θέση σήμερα να προβλέψει αν, κάτω από συνθήκες οξυμμένης ταξικής πάλης, επαναστατικής κατάστασης και κλονισμού της αστικής κυριαρχίας, προκύψει μια κυβέρνηση που θα διακηρύσσει τη ρήξη με τις δυνάμεις του συστήματος πριν από την επανάσταση. Η ιστορία είναι γεμάτη από πρωτότυπους συνδυασμούς της ταξικής πάλης. Σε κάθε περίπτωση, οι επαναστατικές δυνάμεις κρίνουν τη στάση τους και την τακτική τους με γνώμονα την πρόοδο της επαναστατικής διαδικασίας, την προσπάθεια κατάκτησης του συνόλου της εξουσίας..». (ό.π.)
Θα μπορούσαμε να εκφράσουμε την κριτική στον «κυβερνητισμό» και με τα λόγια του Σπύρου Σκαμνέλου: «…θα πρέπει να εξετάσουμε και το εάν εξακολουθεί να έχει νόημα η αναφορά σε μια «κυβέρνηση της (πραγματικής) Αριστεράς»… Για να τεθεί ξανά ως ρεαλιστικός στόχος το σύνθημα για «κυβέρνηση της (πραγματικής) Αριστεράς», ως απαραίτητη προϋπόθεση τίθεται σε πρώτη φάση να μπλοκαριστεί η εφαρμογή των συμφωνηθέντων και σε δεύτερη φάση η κυβέρνηση –η όποια κυβέρνηση!– να πέσει από το κίνημα και να πέσει προς τα αριστερά, από έναν λαό που είναι σε θέση να πάρει τις τύχες του στα δικά του χέρια. Και θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι, για ν’ αρχίσουν να υλοποιούνται αυτές οι προϋποθέσεις, έχουμε μπροστά μας δρόμο πολύ και δύσβατο. Αν όμως κάτι μας έμαθε η εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος να κόψουμε δρόμο. Αυτός είναι ο δρόμος, αυτόν θα βαδίσουμε».[xi]
Μια απόπειρα συμπερασμάτων
Όλη αυτή η πολύ αναλυτική αναφορά –μέρος και αυτή της συζήτησης- έγινε για να έχουμε μία «πανοραμική» εικόνα των προβληματισμών και των ρευμάτων που διαπερνούν αυτή την περίοδο την αριστερά και τους βασικούς κόμβους αυτής της συζήτησης. Από το παρουσιαση έμεινε εκτός –για λόγους χώρου και σημασίας- η αναφορά στο ΚΚΕ, που ελπίζουμε να γίνει με ξεχωριστό τρόπο.
Από την εικόνα αυτή και τον τρόπο που οι διάφορες θέσεις και ρεύματα επικοινωνούν, «συνδιαλέγονται» ή «αντιπαρατίθενται» με τις αποφάσεις της 3ης Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προκύπτουν, πιστεύω, ορισμένα σημαντικά συμπεράσματα:
1. Η πολιτική/προγραμματική τομή που επαγγέλθηκε και επιδίωξε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην Συνδιάσκεψή της είναι απόλυτα αναγκαία όχι μόνο για την ίδια, αλλά για όλη την Αριστερά. Προκύπτει πράγματι ως ανάγκη τόσο από το βάθος της καπιταλιστικής επίθεσης και τις αναγκαίες στρατηγικές απαντήσεις του κινήματος, όσο και από την πολύ μεγάλη διαδικασία «αφομοίωσης» των συμπερασμάτων της ανόδου και της χρεοκοπίας της «ρεφορμιστικής» λύσης ΣΥΡΙΖΑ.
Ο διάλογος που γίνεται δεν περιορίζεται και δεν έχει στο κέντρο του το θέμα του «μετώπου» της αριστεράς ή άλλου. Αυτό ισχύει στα μυαλά ορισμένων, όχι στην ζωή. Έχει στο κέντρο του τα μεγάλα ζητήματα της αριστεράς της εποχής μας, όπως αυτά που αναφέρθηκαν και άλλα (εθνικό-διεθνικό, αντιιμπεριαλιστικό και αντικαπιταλιστικό-ταξικό, παραγωγική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού ή σύγκρουση με τις εκμεταλλευτικές παραγωγικές σχέσεις κλπ).
Η έκβαση αυτού του διαλόγου –προφανώς σε συνδυασμό με τις κοινωνικές διεργασίες που θα πυροδοτήσουν οι επερχόμενες μάχες κατά της κυβέρνησης και του μνημονίου της– θα κρίνουν την κατεύθυνση που θα πάρουν αυτές οι διεργασίες και τελικά τον χαρακτήρα του κοινωνικού και πολιτικού «μετώπου» που θα οικοδομηθεί και όχι ανάποδα (φτιάχνουμε το «μέτωπο» και θα δούμε τι λέει»).
Θα κριθεί δηλαδή το αν θα υπάρξει μια ανασύνθεση της αριστεράς σε αντικαπιταλιστική αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση με ηγεμονία των επαναστατικών και σύγχρονων κομμουνιστικών αντιλήψεων στο δρόμο για το αντικαπιταλιστικό μέτωπο/πόλο ή αν θα υπάρξει μία αναπαραγωγή νέων και παλιών ρεφορμιστικών αντιλήψεων που αντικειμενικά καθηλώνουν την σκέψη και την δράση στα αδιέξοδα προηγούμενα όρια. Για να το θέσουμε με άλλα λόγια κρίνεται αν θα προχωρήσουμε στην «αναγκαία «αποσυριζοποίηση» της Αριστεράς [xii] σήμερα» η σε μια «επανασυριζοποίηση» αναζητώντας τον αρχικό «πρωτοσύριζα» που προδόθηκε και χάθηκε.
Οι δύο αυτές αντιλήψεις είναι μεταξύ τους ασύμβατες. Δεν μπορεί να υπάρξει «μέσος όρος». Στο όποιο μέτωπο ή πολιτική συνεργασία υπάρξει είτε θα επικρατήσει η αντικαπιταλιστική αντιιμπεριαλιστική είτε η διαχειριστική, νεοκυβερνητική, εντός ΕΕ λογική. Η μάχη για την ηγεμονία υπάρχει και αναπτύσσεται σε μεγαλύτερη έκταση και βάθος από ό,τι πριν και αυτό είναι προχώρημα και όχι οπισθοχώρηση. Για αυτό αξίζει να δώσουμε αυτή τη μάχη με συνεκτικό και ενωτικό τρόπο.
2. Όπως φάνηκε, πιστεύω, από την μέχρι τώρα παρουσίαση, αυτές οι δύο τάσεις ξεχωρίζουν όλο και πιο πολύ στον δημόσιο διάλογο. Υπάρχουν ρεύματα και αγωνιστές προερχόμενα από τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και την ΛΑΕ που τείνουν να «σπάσουν το όριο» των νέων και παλιών ρεφορμιστικών αντιλήψεων και αυταπατών και αναζητούν σε κατεύθυνση ανατρεπτική αντικαπιταλιστική. Και υπάρχουν τάσεις και ρεύματα που τείνουν να αναπαράγουν τα παλιά στερεότυπα, να μείνουν στα πλαίσιά τους, να μην προχωρούν στην αναγκαία τομή. Χωρίς, βέβαια, να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη κινητικότητα και ώσμωση ανάμεσα στα διάφορα ρεύματα και οι απόψεις δεν έχουν κατασταλάξει, ούτε θα κατασταλάξουν εύκολα.
Αυτός ήταν ο λόγος που το κείμενο συμβολής του ΝΑΡ στην Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σημείωνε ότι: «Το δίπολο πρέπει ή δεν πρέπει να «συμμαχήσουμε με τους ρεφορμιστές» είναι, κατά τη γνώμη μας, λάθος. Τόσο οι αντιλήψεις που συμπεριφέρονται σεχταριστικά απέναντι σε αυτή την διεργασία και δεν αναζητούν δρόμους επικοινωνίας, συνεργασίας και τελικά αντικαπιταλιστικού μετώπου, είτε αυτές που είναι έτοιμες να εγκαταλείψουν ουσιώδη ζητήματα του αντικαπιταλιστικού προγράμματος στο όνομα της «συμμαχίας», είναι αναποτελεσματικές»[xiii]. Ακριβώς γιατί πρέπει να διακρίνουμε και όχι να τσουβαλιάσουμε τις ριζοσπαστικές τάσεις που τείνουν να σπάσουν το «ρεφορμιστικό περίβλημα» από εκείνες που μας γυρίζουν πίσω στα παλιά.
Για τον ίδιο λόγο είναι σωστή η θέση της Πολιτικής Απόφασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που δεν βλέπει σαν «κρίκο» της απεύθυνσής μας γενικά τον «ρεφορμισμό», αλλά σημείωνε ότι «υπάρχουν, ωστόσο, οργανωμένες δυνάμεις και συλλογικότητες και κυρίως χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες, ανένταχτοι ή και ενταγμένοι στα ρεφορμιστικά κόμματα που αναζητούν και αγωνιούν για μια πραγματική μάχη για την ανατροπή της επίθεσης, για μια ενωτική αντικαπιταλιστική προοπτική. Υπάρχουν, επίσης, ορισμένες οργανωμένες δυνάμεις και συλλογικότητες που προγραμματικά αποδέχονται και συμφωνούν με θέσεις του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, χωρίς όμως να έχουν έως τώρα δεσμευτεί σε μια συνολική μετωπική πολιτική προσπάθεια και με τις οποίες η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αναπτύσσει ήδη κοινή δράση». (Πολιτική Απόφαση..οπ)
Αυτές οι θέσεις δεν είναι «άτολμες» όπως προβλήθηκε από ορισμένες πλευρές. Τόλμη σημαίνει να έχουμε θεμελιωμένη εκτίμηση για τον ρόλο, τη στάση και την πορεία διαμόρφωσης των ρευμάτων και των δυνάμεων στην κοινωνία και τη αριστερά, και με βάση αυτήν, να διαμορφώνουμε μια ενεργητική γραμμή παρέμβασης, μακριά από νέες αυταπάτες που οδηγούν σε μισόλογα και αδιάφορα μέσο όρο αντιτιθέμενων απόψεων.
3. Και τέλος: Το κέρδισμα δυνάμεων, η «ανασύνθεση» σε αντικαπιταλιστική / αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση με επαναστατική ηγεμονία δεν είναι απλά και μόνο θέμα θέσεων. Αν θέλουμε να παρέμβουμε και να βρεθούμε σε κοινό βηματισμό με χιλιάδες άλλους αγωνιστές –και εμείς θέλουμε με όλη μας την δύναμη– πρέπει: α) Πριν από όλα και πάνω από όλα να έχουμε πρωτοπόρα στάση στην ταξική πάλη και τους αγώνες, ώστε να ερχόμαστε σε επαφή με τις πιο πρωτοπόρες κοινωνικά τάσεις- ειδικά της εργατικής νεολαίας, που το κέρδισμά τους μπορεί και πρέπει να αλλάξει όχι μόνο την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά και συνολικά την αριστερά β) Να δώσουμε τη μάχη για την ανάπτυξη, την ενίσχυση, και τον μετασχηματισμό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ώστε να αποτελεί πραγματικό πόλο έλξης χιλιάδων νέων αγωνιστών. Η πολιτική βασίζεται στην σκληρή φράση «συσχετισμός δυνάμεων». Έξω από αυτό, έξω από την κοινωνική βάση και την οργάνωσή της δεν μπορούμε να έχουμε φιλοδοξίες, και γ) Χρειάζεται ενεργητική παρέμβαση στις εξελίξεις στην αριστερά, από την σκοπιά των θέσεών μας. Δεν φοβόμαστε, δεν «αποφεύγουμε» την ώσμωση και τους «μπελάδες» της. Αντίθετα οικοδομούμε δεσμούς εμπιστοσύνης και «χώρους» κοινής δράσης γιατί χωρίς αυτούς, με αφ’ υψηλού κριτική και από μακριά υποδείξεις δεν πρόκειται να κερδίσουμε κανέναν! Η δράση μας στην Περιφέρεια Αττικής, ή στο πρόσφατο συνέδριο της ΓΣΕΕ δείχνουν ότι στη πράξη όλο και πιο ώριμα βαδίζουμε σε αυτόν τον δρόμο. Η 3η Συνδιάσκεψη περιγράφει αναλυτικά αυτούς τους δρόμους και δίνει το έναυσμα για να προχωρήσουμε.
Αντώνης Δραγανίγος, μέλος της ΠΕ του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και της ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Παραπομπές-Σημειώσεις
[i] «Πολιτική Απόφαση 3ης Συνδιάσκεψης» Θέση 11
[ii] Η. Ιωακείμογλου: «ΛΑΕ: τι πρόγραμμα χρειαζόμαστε» 1.03.2016
[iii] «Για την φυσιογνωμία και τα στοιχεία του προγράμματος της ΑΡΚ (Εισήγηση για την 2η Συνδιάσκεψη)» 15.03.6
[iv] Δ. Μπελαντής « Πέντε καταρρεύσεις σε μία νύχτα. Το τέλος του ιστορικού ΣΥΡΙΖΑ».
[v] «Διακήρυξη της ΛΑΕ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΩΡΑ «ΑΝΑΤΡΟΠΗ – ΓΙΑ ΤΙ; – ΜΕ ΠΟΙΟΥΣ; – ΠΩΣ;» 25.02.2016
[vi] «Θέσεις για την 3η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ» Θέση 13
[vii] «To φάντασμα του 1989, το καλοκαίρι του 2015» Χ. Λάσκος-Δ. Παπαδάτος (προδημοσίευση)
[viii] «Συμβολή μελών ΛΑΕ ενόψει της ιδρυτικής της Συνδιάσκεψης»
[ix] Γ. Μυλωνάς «Ορισμένες παρατηρήσεις και σκέψεις πάνω στην διακήρυξη της ΛΑΕ»
[x] ΟΝΡΑ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ: «Κείμενο Πολιτικής Εισήγησης στην Πανελλαδική Ιδρυτική ∆ιαδικασία» Δεκέμβρης 2015
[xi] Σ. Σκαμνέλος «Μπροστά σε έναν νέο κύκλο κοινωνικών αγώνων»
[xii] Δ. Μπελαντής «Για την αποσυριζοποίηση της αριστεράς»
[xiii] Kείμενο Συμβολής του ΝΑΡ στην 3η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Πηγή: narnet.gr
Αγαπητέ, διάβασα με προσοχή το προσεγμένο κείμενο. Είμαι ένας αριστερός που μπαίνει ή βγαίνει στα σχήματα, ανάλογα με το αν και όταν νομίζει ότι μπορεί να γίνει κάτι με αυτά. Τιμώ την μακρόχρονη προσπάθεια των συνεχώς οργανωμένων, πράγμα αναντικατάστατο. Σχεδόν πάντα όμως αυτή η ¨συνέχεια” δημιουργεί σοβαρές παραμορφώσεις και στρεβλώσεις της “πραγματικότητας”. Όπως μάλλον το κατάλαβες, είμαι τα περισσότερα χρόνια μη οργανωμένος, αν και σταθερός αριστερός. Το δικό μου προσόν, εκτός του ότι ανήκω στην πλειοψηφία των αριστερών, στην ¨κοινωνική βάση¨που λένε, και επίσης στους ψηφοφόρους της αριστεράς, είναι το εξής: Είμαι πιο κοντά στην θέση της πολυπόθητης όσμωσης που λες. Έχω λοιπόν να σου πω τα εξής:
1) Αν το ΝΑΡ θελήσει να δει τον εαυτό του στον καθρέφτη, θα δει το αντίστοιχο (τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών) ΑΡ της Ανταρσυα (βλ, το διπλανό άρθρο του Δημήτρη Μπελαντή για το ΑΡ στη ΛΑΕ). Για δε τις τροτσκίζουσες συνιστώσες, ζωή νάχουνε και είναι παντού, είτε Δεα είναι Σεκ, είτε Ξεκίνημα και λοιποί, κλπ, (είτε διάφορα “διεθνο-δίκτυα” κλπ) είναι καθαρό πως έχουν λήξει προ πολλού, δεν σημαίνουν τίποτε συγκεκριμένο σήμερα και συντηρούνται με συντηρητικά.
2) Η διαδικασία της ανασύνθεσης, της οποίας αναγκαστικά προηγούνται (δυστυχώς) οι διεργασίες ανακύκλωσης, περιλαμβάνει όχι μόνο τη ΛΑΕ και τους λοιπούς, αλλά και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η Ανταρσύα είναι και αυτή ανακυκλώσιμο υλικό και όχι διαμορφωτής, πόσο μάλλον ¨ηγεμόνας¨των λοιπών..Αν λοιπόν νομίζεις ότι υπάρχει δυνατότητα ”ηγεμονίας” των “αντιλήψεων της Ανταρσυα” (και για να λέμε τα σύκα-σύκα του ΝΑΡ) στον ευρύτερο χώρο, νομίζω θα πέσεις έξω – αν και εύχομαι να πέσω εγώ έξω..
3) Η ανασύνθεση δεν θα είναι ποτέ εφικτή, αν εννοεί την ανασύνθεση των υπαρχόντων σχημάτων. Αν δηλαδή δεν περιλαμβάνει το κυρίως σώμα της κοινωνικής αριστεράς, που είναι βέβαια έξω από τα σχήματα – και θα είναι έξω, όσο τα σχήματα ανεξαιρέτως έχουν το χαβά που έχουν.
4) Μια τέτοια ανασύνθεση με όσμωση, δεν θα είναι επι-διαμορφωτική, ώστε κάποιο ή κάποια από τα σημερινά σχήματα θα επιτύχει να “ηγεμονεύσει” επί της “ώσμωσης”. Αντίθετα, άμποτε γίνει, αυτή η ίδια η ¨ώσμωση” φίλε μου, δηλαδή άνθρωποι σαν του λόγου μου (που είναι πολλοί περισσότεροι, αλλά και περισσότερο “γειωμένοι”), αυτή η ώσμωση λοιπόν θα αναδιαμορφώσει το ένα (και μόνο ένα) νέο και σοβαρό σχήμα. Τότε μόνο θα μπορέσει να δαμορφωθεί και διατυπωθεί και το αξιόπιστο “μεταβατικό πρόγραμμα¨ και τα λοιπά συνοδά.
5) Εκείνο που μπορείτε να κάνετε ως σχήματα είναι να αξιοποιήσετε την όποια οργανωτική σας δυνατότητα, προσφέροντας μια πραγματικά ενιαία πλατφόρμα ως όχημα ισότιμου μαζικού διαλόγου κατ αρχή, συνεύρεσης αμέσως μετά, σφιχτής συνεργασίας και τελικά σύμπραξης και πρακτικής συγχώνευσης, της εν δυνάμει “ώσμωσης”.
6) Άρα χρειάζεται να κατασκευαστεί μια ενιαία πλατφόρμα με προδιαγραφές μαζικότητας, ισοτιμίας και λειτουργικότητας (αποτελεσματικότητα-πρακτικότητα διαδικασιών, εργαλείων και δομών).
7) Αυτό θα ήταν σήμερα η πρωτοπορία. Χρειάζεται μια πρωτοπορία πράγματι, μια ανθεκτική και οργανωμένη κρίσιμη μάζα, ώστε να επιτρέψει στους χιλιάδες μη οργανωμένους της κοινωνικής αριστεράς, πρώτα να πιστέψουν, μετά να συνευρεθούν και τελικά αυτοί να διαμορφώσουν. Μόνο αυτοί μπορούν το τελευταίο και μόνο μια πρωτοπορία μπορεί το πρώτο. Ιδού λοιπόν η Ρόδος, και όχι νομίζω αυτή που εσείς νομίζετε.
Αν με αυτά τα ακατανόητα κορακίστικα νομίζεται οτι θα πείσετε κάποιον ζείτε σε πλάνη.Πάψτε να καταναλώνεστε με βυζαντινολογίες, βγείτε λίγο απ’ τον κύκλο σας και μιλήστε ανθρώπινα μπας και σας καταλάβει και κανένας κοινός άνθρωπος .
πικάπα:
Δεν μπορεί να γίνει ανασύνθεση όπως τη θες γιατί:
α. Υπάρχουν διαφορετικά ταξικά συμφέροντα και εντός της αριστεράς: ΤΙ σχέση έχει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία του ΑΡ (και συνακόλουθα της ΛΑΕ) με το ΝΑΡ; Όση ανεπάρκεια έχει το ΝΑΡ, είναι άλλο πράγμα αυτό και άλλο πράγμα η συνδικαλιστική ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΗ γραφειοκρατία του ΑΡ. ΤΙ μπορεί να συνθεθεί και να οσμωθεί σε αυτό το επίπεδο λοιπόν;
β. Για την ΕΕ; ΤΙ να οσμωθεί άραγε ανάμεσα στην αντίληψη που λέει πως η ΕΕ έχει πλέον φανερωθεί ως μια ιμπεριαλιστική/καπιταλιστική αντιλαϊκή Ενωση στον πολύ κόσμο, άρα πρέπει να προετοιμαστούμε σε όλα τα επιπεδα για να φύγουμε σε μια αντιϊμπεριαλιστική/αντικαπιταλιστική κατεύθυνση για τη χώρα, ΚΑΙ στην αντίληψη που λέει πως “εάν και εφόσον προκύψει αντίδραση της ΕΕ τότε θα πουμε για δημοψήφισμα”;
γ. ΤΙ σχέση άραγε έχει ο παραγοντισμός του ΑΡ με το ΝΑΡ; Μάλλον καμμία φίλε πικάπα.
Σύνθεση χρειάζεται η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ Αριστερά. Σε αυτό συμφωνούμε. Αλλά ΟΧΙ όπως λές πικάπα.
Θέλουμε σύνθεση και όσμωση; Πάμε να συμβάλλουμε απο κοινού σε ταξικά σωματεία, σε έναν σύγχρονο ταξικό εργατικό συνδικαλισμό, σε εργατικές λέσχες, Κοινωνικά Κέντρα κλπ στις γειτονιές, σε αγώνες απο τα κάτω για την ζωή μας! ΑΥΤΟ είναι το κέντρο της σύνθεσης και της όσμωσης! ΚΑΙ ΜΕ ΒΑΣΗ ΑΥΤΑ, πάμε και για κεντρικές συνεργασίες επί θεμάτων!
ΟΧΙ όμως πια, το ανάποδο: Δλδ ΟΧΙ στην μέχρι τώρα πάγια λογική του “υποτιμούμε την βάση, την κοινωνία και την δουλειά στην βάση, και πάμε για κεντρικές -δλδ αποκλειστικά εκλογικές- συνεργασίες”. ΑΥΤΗ η λογική θα οδηγά πάντα σε ΤΣΙΡΙΖΑ 1, ΤΣΙΡΙΖΑ 2, ΤΣΙΡΙΖΑ 3 κλπ.
Ούτε και σεχταρισμός: ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΔΙΩΞΗ ΟΛΑ ΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΝΑ ΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΒΑΣΗ: Εντός της κοινωνίας, στην γειτονιά, στον εργασιακό χώρο.
ξέρεις τι ψήφισε η Συμμαχία, το συνδικαλιστικό του Τσίπρα δηλ, στο συνέδριο της ΓΣΕΕ ?
Κώστας
Ναι Κώστα είναι γνωστά αυτά τα κουκιά είναι μετρημένα
Α, είναι γνωστά, ας μην το σκαλίζουμε γιατί θα βρούμε τον Τσίπριζα σε διάφορους αυτού του συνεδρίου, αστο να πάει στον διάολο.Πολλά κομπρεμί γίνανε με τον ΣΥΡΙΖΑ που τελικά δεν κατέβηκε…
Κώστας
Φίλε ανώνυμε. προφανώς συμφωνούμε σε πολλά και σίγουρα στο αυτονόητο της ουσιαστικής αποσυριζοποίησης. Μάλλον συμφωνούμε και στο άτοπο της ντε-και-καλά συντήρησης των πολλών διαφορετικών γραφικών τροσκιζουσών μορφωμάτων, των “ριζο-δικτύων” κλπ. Αλλά τότε, το ΝΑΡ (που μας μένει) έχει κάποιες δεκαετίες που επαγγέλεται αυτή την επανίδρυση. Τα διδάγματα και η αυτοκριτική του, άντε ας πούμε πως αφορούν το ίδιο. Απορώ όμως πως μετά από τόσα και τόσα δεν κατάλαβε ότι η ανασύνθεση δεν γίνεται όπως τη θέλει αυτό. Πότε άραγε, μετά από πόσες δηλαδή δεκαετίες, ένα μικρό σχήμα (απόκομμα κυριολεκτικά και ιστορικά) που παραμένει μικρό και πάνμικρο, όπως και να το πιάσει το πράμα διαχρονικά, θα καταλάβει επιτέλους πως δεν μπορεί να “ηγεμονεύσει” όπως αυτό θέλει στην πραγματική ζωή; Ότι κάπως αλλιώς χρειάζεται να συμβληθεί; (Και προφανώς δεν εννοώ επιτυχημένη την εξέλιξη το να “συμβληθεί” επιλεκτικά με γραφικά τροσκίζοντα σχίσματα και αποκόμματα.)
Αν το σκεφτούμε όλοι λίγο καλύτερα το πράμα. ίσως δούμε ότι μόνον η πεισματική επανάληψη των ιδίων αυτονοήτων (κομμουνισμός, αντικαπιταλισμός, και να προσπαθήσουμε αυτή τη φορά περισσότερο, και πως η γραμμή μας είναι σωστή και θα δικαιωθεί, κλπ, κλπ – τι μου θυμίζει, τι μου θυμίζει…) δεν είναι ικανή και αρκετή. Άρα τότε μας μένει κάτι περίπου σαν την πρότασή μου.
Είναι φίλε ανώνυμε πάντα και θέμα “γραμμής”, αλλά είναι και θέμα διαδικασίας. Και τα δύο μαζί, συνιστούν ένα τεράστιο θέμα Γλώσσας, μιας γλώσσας αποκομένης από τα λαϊκά στρώματα για τα οποία υποτίθεται ομιλούμε..
Αλλά όλα αυτά είναι έτσι κι αλλιώς διαλεκτικά δεμένα, δεν γίνεται το ένα χωρίς το άλλο και δεν είναι το αν η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα. Όταν όμως η γραμμή δεν αποδίδει, αποδεδειγμένα και κατ επανάληψη δεν αποδίδει ενώ μας έχουν πάρει φαλάγγι, τότε ψάξε να βρεις το θέμα της διαδικασίας. Αλλιώς είναι σα να σπρώχνεις τον σκληρό τοίχο.
φίλε πικάπα, η κριτική που ασκείς στο ΝΑΡ έχει σωστές κατ εμέ πλευρές. Η κριτική αυτή όμως αφορά το ΣΥΝΟΛΟ της κομμουνιστικής Αριστεράς: Το ΚΚΕ, το ΝΑΡ, τα μ-λ, το ΕΕΚ την ΑΡΑΝ, την ΑΡΑΣ, το ΣΕΚ, την ΟΚΔΕ α και την ΟΚΔΕ β, κλπ.
Οπότε, προσπαθώ να συνοψίσω πεδία και πλαίσιο μιας προσπάθειας κομμουνιστικής ανασύνθεσης, με παράλληλη αναφορά κριτηρίων για αυτή την διαδικασία:
α. Πρώτο πεδίο είναι το εργατικό κίνημα: Χωρίς ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος ΔΕΝ πάμε πουθενά: Τούτο σημαίνει, ξέκομμα από λογικές και πρακτικές της συνδικαλιστικής εργοδοτικής γραφειοκρατίας, η οποία εκτός απο την ΠΑΣΚΕ.ΔΑΚΕ και τις διασπάσεις τους, αφορά και το μεγαλύτερο τμήμα των συνδικαλιστικών δυνάμεων της ΛΑΕ. Αυτή είναι η αλήθεια! Ξέκομμα επίσης από την οργανωτική συνύπαρξη με τέτιες δυνάμεις στο πλαίσιο ενός μετωπικού σχηματισμού (πχ ΛΑΕ). Διότι ΤΙ μέλλον μπορεί να υπάρξει, αλλά και ΠΟΙΟ παρόν, όταν συνυπάρχεις εντός ΛΑΕ με κυρίαρχες αυτές τις δυνάμεις/αντιλήψεις;
β. Συνεχίζουμε στο εργατικό κίνημα: ΥΠΕΡΒΑΣΗ της κομματικοκεντρικής αντίληψης για τον ταξικό συνδικαλισμό. Τα επαναστατικά κόμματα συμβάλλουν με την γραμμή τους, με τις επεξεργασίες τους κλπ, αλλά η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΒΑΣΗΣ είναι ο κριτής. Δλδ οι συνελεύσεις των σωματείων. Συνεπώς, ΞΕΚΟΜΜΑ με την λογική των κομπρεμί με την συνδικαλιστική γραφειοκρατία τύπου ΣΕΚ και όχι μόνο. Όπως και υπέρβαση της κομματικοκετρικής λογικής του ΚΚΕ, η οποία και αυτή εν τοις πράγμασι είναι ηττημένη χρόνια τώρα, γραφειοκρατική και ΔΕΝ συμβάλλει σε μια νικηφόρα λογική και πράξη.
γ. Γειτονιές: Χρειαζόμαστε μαζικές, λαϊκές και σταδιακά ολοένα και αιχμηρότερες πολιτικά, ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΕΣ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΓΕΙΤΟΝΙΩΝ. Τα παραδείγματα των Εργατικών Λεσχών, των Κοινωνικών Κέντρων, των λαϊκών Συνελεύσεων που υπάρχουν και δρούν, μας υποδεικνύουν ένα δρόμο και έναν τρόπο (διαδικασία) που χρειάζεται να τον ακολουθήσουμε ΟΛΟΙ οι αριστεροί και κομμουνιστές.
δ. Κεντρικά ζητήματα όπως αυτό της ΕΕ: ΤΙ να πρωτοπούμε εδώ: Η ΕΕ εδώ και 1 1/2 χρόνο απέδειε ΕΜΠΡΑΚΤΑ στον ελληνικό λαό και τους μετανάστες/πρύσφυγες, πόσο βαθιά ΑΝΤΙΛΑΪΚΗ είναι: Καταλαβαίνει και ο πιο αδιάφορος πως η ΕΕ ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΕΙ! Αυτή είναι είτε μας αρέσει, είτε όχι! Συνεπώς, ΕΜΕΙΣ τι λέμε; Καταρχήν λέμε ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ: Εντός ΕΕ και ευρώ ΔΕΝ υπάρχει ελπίδα. Αρα, ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΟΜΑΣΤΕ σε όλα τα επίπεδα για την έξοδο από ΕΕ και ευρώ! Αλλά, ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΟΥ; Αυτό θα το αποφασίσουμε εκεί και τότε; Δεν χρειάζεται μια στοιχειώδη προετοιμασία και μια κατάθεση απο ΤΩΡΑ μιας αντίληψης/πρότασης που να λέει ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΟΥ θέλουμε να βαδίσει η χώρα μας;
Για αυτό λέμε “διπλή έξοδο από ΕΕ και ευρώ προς μια αντιϊμπεριαλιστική/αντικαπιταλιστική κατεύθυνση για την χώρα”. Είναι ή δεν είναι η θέση αυτή η πιο αληθινή και ταυτόχρονα αυτή που μπορεί να μας προετοιμάσει (ΑΝ θέλουμε να προετοιμαστούμε) για το μέλλον; Λέω πως ΕΙΝΑΙ!
ε. Άλλα κριτήρια για μια κομμουνιστική ανασύνθεση: Κεντρικές -και εκλογικές- συνεργασίες, και η σχέση τους με την κοινωνία: Εδώ, το τελευταίο δίχρονο ήταν αποκαλυπτικό: ΔΕΝ χρεοκοπησε/μεταλλαχθηκε μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ. Χρεοκόπησε μια ολόκληρη αφήγηση για το ΠΩΣ συγκροτούνται κεντρικές πολιτικές συνεργασίες (είτε εκλογικές, είτε πιο μόνιμες, είτε και τα 2 μαζί). Η αφήγηση αυτή έχει σαν δομικό στοιχείο της την ΥΠΟΤΑΓΗ στο υπάρχον. Οπου ΤΙ μας λέει το υπάρχον; Παίδες έχουμε ως εργατική τάξη και λαός αποτύχει στο εργατικό, στα διάφορα επιμέρους, οπότε ΤΙ μας μένει; Η ΕΚΛΟΓΙΚΗ συνεργασία. Οπότε ΑΥΤΟ έχει γίνει το κυρίαρχο κριτήριο ΕΔΩ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑ, για το ΠΩΣ δομούνται/αποτιμουνται οι κεντρικές συνεργασίες, τα περιεχόμενα αυτών, κλπ, ΣΤΑ ΜΥΑΛΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ. Οι κεντρικές συνεργασίες λοιπόν, αποκόβονται από την κοινωνική βάση, η ενότητα στην βάση υποτιμάται, το εκλογικό κριτήριο έχει γίνει κυρίαρχο, οπότε ΤΙ προέκυψε τελικά;
Προέκυψαν κεντρικά μέτωπα που ενίσχυαν την εκλογικίστικη λογική του “να βγάλουμε κανα βουλευτή, να καταγράψουμε κανα σοβαρό ποσοστό κλπ¨”, σε βάρος του ουσιαστικού: Του τι κάνουμε για να οικοδομήσουμε πεδία/θεσμούς λαϊκούς και εργατικούς στις γειτονιές και τους εργασιακούς χώρους, και στη νεολαία. Αυτό εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ με τα γνωστά άθλια αποτελέσματα. Γιατί να έχουμε επανάληψη αυτής της χρεοκοπημένης αντίληψης (πχ από την ΛΑΕ);
Στον αντιποδα του λάθους αυτού, έχουμε το πάγιο λάθος του ΚΚΕ: Άρνηση για κεντρικές συνεργασίες ΟΠΟΙΕΣ και αν είναι αυτές (πολύ σοβαρό λάθος) και παράλληλα, ούτε και δουλειά στην βάση για ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος, παρά μόνο του ΚΚΕ, και όποιου μορφώματος στηρίζει το ΚΚΕ.
Συνεπώς, η κεντρική πολιτική (εκλογική ή/και άλλη) συνεργασία, ΠΡΕΠΕΙ να αναφερεται δομικά στην πάλη, στην κοινή δράση, στις έμπρακτες συγκλίσεις στην ΒΑΣΗ, δλδ, στις γειτονιές και στους εργασιακούς χώρους. Κα ιμε περιεχόμενο που θα κατατίθενται ανοιχτά στις διαδικασίες βάσης. Και ΝΑΙ έτσι λέμε ναι, και σε κεντρικές συνεργασίες, οι οποίες σαφώς και θα χτίζονται ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΝΩ!
ΑΝΤΑΡΣΥΟΣ
φιλε Ανταρσύε, γενικά συμφωνώ, αλλά, αναμενόμενο, έχω αρκετές σημειώσεις και αστερίσκους, που δεν θα τους απλώσω εντελώς, είναι έτσι κι αλλιώς απλωμένος και σκονισμένος τραχανάς εδώ και χρόνια..
Το θέμα είναι ότι όλο αυτό το ωραίο σχήμα που ζωγραφίζεις,εξακολουθεί να είναι επί χάρτου και με πολλές αυθαίρετες παραδοχές. Μεταξύ μας που λένε, δεν διαβλέπω ότι μπορεί να πάρει σάρκα και οστά στο πεδίο, έτσι όπως το ζωγραφίζεις. Λείπει κάτι, λείπουν μάλλον πολλά, αλλά σίγουρα λείπει κάτι σημαντικό, που ούτε κι εγώ φυσικά μπορώ να το αποδώσω με την απαιτούμενη ακρίβεια – και δεν θα την επιχειρήσω τώρα γιατί θα το μπλέξω.
—
Μεθοδολογικά, στους άξονες που αριθμείς, θα έλεγα να διαχωρίζεις τα κοινωνικά-ταξικά (α,β,γ) από τα θέματα του πολιτικού υποκειμένου (δ,ε).. Ως προς την ουσία:
Συμφωνώ γενικά με τα α,β,γ, οι περισσότεροι εξάλλου θα συμφωνούσαν γενικά. Ειδικά: Το θέμα των σωματείων και του συνδικαλισμού, όπως και ο ίδιος ο ορισμός του πεδίου “εργατικό κίνημα”, σηκώνει πολύ (θολό) νερό – δυστυχώς. Για τις γειτονιές , χρόνια προσπαθειών δεν κατάφεραν να προσδώσουν σε αυτό το ¨κίνημα” ισχυρά και εκτεταμένα χαρακτηριστικά λαϊκότητας, αντίθετα παραμένει ο χαρακτήρας τους ως κάτι ειδικό, ιδιαίτερο και διακεκριμένο από τη λαϊκότητα. Κάπου εδώ και εξαιτίας αυτού, το “κίνημα” αυτό παραμένει πεπερασμένο και εγκλωβισμένο. Εδώ αναπόφευκτα αναδύεται η εγγενής αυτοαναφορικότητα του χώρου…μεγάλη πληγή.
—
Γενικά συμφωνώ και με τα δ και ε, αλλά ο διάολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Για το θέμα της ΕΕ, αντι-ιμπεριαλισμού κλπ, νομίζω πως η Γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι χαρακτηριστική της ελλειμματικής του χώρου. Είναι αστείο πράγμα να μιλάς για την ΕΕ, δεν υπάρχει ΕΕ, υπάρχει ΝΑΤΟ. Και είναι αστείο να μιλάς ακόμη και για το ΝΑΤΟ, το θέμα είναι αν ανήκομεν εις την Δύσιν και τι συγκεκριμένο σημαίνει αν δεν θα ανήκομεν. Όπως τα θέτεις, εκλαμβάνονται ως αφέλεια από τα λαϊκά στρώματα, ή ως μισή αλήθεια – και δικαίως. Γυμνά τα δεδομένα, γνωστά στο λαό, εμπεριέχουν βόμβες και πόλεμο, ως πιθανότατο ενδεχόμενο που χρήζει συγκεκριμένης πρόληψης – και φυσικά ότι διώχνεις από το παράθυρο ως ρεφορμιστικό, έρχεται από την πόρτα, ως ανάγκη συμμαχιών στον πραγματικό κόσμο και όχι στο αριστερό πλέιστέισιον. Παρεπιπτόντως, είναι μάταιο να κατηγορείς για ρεφορμισμό όσους μιλάνε μόνο για το ευρώ, όταν κι εσύ λες μισές αλήθειες..Και άλλα -πολλά δυστυχώς- θα είχα να πω αλλά δεν θα το κάνω σεντόνι.
—
Ξεφύγαμε βέβαια από το αντικείμενο της πρότασής μου, αλλά δεν πειράζει, ίσως κάναμε κάποια βήματα αλληλοκατανόησης. Επιμένω φυσικά ότι όλα τα ελλείμματα που ακροθιγώς άγγιξα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν πολύ καλύτερα με την “πρότασή” μου περί της διαδικασίας της ανασύνθεσης.
φίλε πικαπα, και ΕΕ υπάρχει, και ΝΑΤΟ υπάρχει. Αυτή είναι η απλή αλήθεια. Και ο μοναδικός σωστός στόχος είναι η προετοιμασία για έξοδο απο αυτούς τους μηχανισμούς σε αντιϊμπερλιαδτική/αντικαπιταλιστική κατεύθυνση για τη χώρα. Και εδώ πια, δεν χωράνε ούτε μισόλογα, ούτε και αφελείς ευχές….
Είπε και ο (θεός) ΑΝΤΑΡΣΥΟΣ:
“…το ΣΥΝΟΛΟ της κομμουνιστικής Αριστεράς”: (και αρχίζει να… επεξηγεί!)
“Το ΚΚΕ, το ΝΑΡ, τα μ-λ, το ΕΕΚ την ΑΡΑΝ, την ΑΡΑΣ, το ΣΕΚ, την ΟΚΔΕ α και την ΟΚΔΕ β, κλπ”.
Και έσκασαν όλοι στα γέλια…
Πάντως ρε συ ΑΝΤΑΡΣΥε, ή μεγάλη καρδιά είσαι ή μεγάλη πλάκα κάνεις. Αφού έκανες την… παραχώρηση να μετρήσεις και το ΚΚΕ στην κομμουνιστική αριστερά, μαζί με τους κομμουνισταράδες του… ΣΕΚ, ΟΚΔΕ, ΕΕΚ, ΝΑΡ κ σια, τι να πω, μπράβο!
Πως μπορεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να προσδοκά σε διάλογο με τη ΛΑΕ. Ξέχασαν κάποιοι ότι το συγκεκριμένο κόμμα διέσπασε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ με σκοπό να την διαλύσει εντελώς και να μείνει αυτό μόνο κυρίαρχο στην αριστερή αμφισβήτηση του ΣΥΡΙΖΑ; Νέα ήθη στο κομμουνιστικό κίνημα είναι αυτά ; Πολιτική αφέλεια του χειρίστου είδους…
Διαβάστε κύριοι με προσοχή το σχετικό άρθρο του Μαρκέτου :
http://info-war.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CF%86%CE%BF%CF%81%CE%B5%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%83%CF%87%CE%AD%CE%B4%CE%B9%CE%BF-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%81%CF%83%CF%85%CE%B1-%CE%BB%CE%B1%CE%B5/
1. H ΛΑΕ δεν είναι κόμμα
2. Η ΛΑΕ δεν διέσπασε καμία ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά αυτοτελείς οργανώσεις-συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ επέλεξαν σε πιο μέτωπο θέλουν να συμμετέχουν για να υλοποιήσουν το πολιτικό τους σχέδιο, όπως πρέπει να κάνει κάθε πολιτική οργάνωση, να θέλει να υλοποιεί το πολιτικό της σχέδιο και όχι ένα άλλο πολιτικό σχέδιο.
3. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επίσης δεν είναι κόμμα για να “διασπάται”. Οι αποχωρήσεις αυτοτελών πολιτικών οργανώσεων-συνιστωσών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να εξηγηθούν με βάση της στρατηγικές τους επιλογές και τις στρατηγικές επιλογές των άλλων οργανώσεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και όχι με θεωρίες συνωμοσίας
Κώστας
Θέμα 1ο. Προς τη διαχείριση. Νομίζω πως το θέμα άξιζε καλύτερης μεταχείρισης. Αν τα σχόλιά μας δεν θεωρούνται ποιοτικά ή αρεστά, ώστε ο συντάκτης να πράξει το αυτονόητο, δλδ να συνομιλήσει, τότε ΟΚ, Αλλά α) το ίδιο το κείμενο είναι ποιοτικό, β) ο τίτλος του είναι κατ εξοχήν επίκαιρος και γ) ο αριθμός σχολίων σε σχέση με τα άλλα άρθρα δείχνει ότι προφανώς πρόκειται για το δημοφιλές της εβδομάδας. Δεν είναι ωραίο λοιπόν να συμβαίνουν αρκετά μικροατυχήματα, όπως το να εμφανίζεται στον τίτλο ότι έχει μόνο 2 σχόλια, να φεύγει σε υποσελίδα αντί να είναι στην αρχική ως αυτονοήτως δημοφιλές, και φυσικά να χάνεται για κάποιες ώρες ως “404, η σελίδα δεν βρέθηκε”.
Θέμα 2ο. Για τον ρεφορμισμό και τον αριστερισμό. Θα με συχωρήσετε αλλά μια ζωή βαρέθηκα τους οπαδικούς χαρακτηρισμούς ρεφορμιστής-αριστεριστής. Και φυσικά δεν είσαι ούτε ότι δηλώνεις, ούτε ότι σε ταμπελάρει ο άλλος. Θα συμφωνούσατε ότι και τα 2 (αριστερισμός-ρεφορμισμός) είναι κακά πράματα. ΟΚ. Για τον κοινό νου, το σωστό επομένως είναι κάτι ας πούμε ανάμεσα, είναι μια ευθεία, τέλεια και άψογη, νοητή και -προσοχή: Αδιάστατη. Επάνω στην ευθεία, δεν μπορείς να πατήσεις. Είναι ιδέα, είναι διεύθυνση, αλλά όχι έδαφος. Ας είμαστε λοιπόν λίγο πιο χαλαροί με τους όρους αυτούς. Δεν πρόκειται για παιδικές ή γεροντικές αρρώστιες του κομμουνισμού, αλλά για αναπόφευκτα συστατικά του “προτσές”. Στα όρια του ενός και του άλλου βρισκόμαστε όλοι συχνά, για να μην πω ότι αναγκαστικά συχνά τα ξεπερνούμε. Δεν γίνεται αλλιώς – και δεν γίνεται ούτε χωρίς το ένα, ούτε χωρίς το άλλο.. Δεν τα λέω καλά..ΟΚ, δεν τα λέω καλά. Απλά σταματήστε τον τέτοιο μαξιλαροπόλεμο, ξεμείναμε από θεατές. Κι έρχεται και η άνοιξη..
Οντως δεν μπορούμε να μιλάμε με βάση την λογική “η ΛΑΕ διέσπασε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ διέσπασε την ΛΑΕ, ή το ΝΑΡ διέσπασε το ΚΚΕ κλπ”.
Οχι μόνο και όχι κυρίως γιατί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή η ΛΑΕ δεν είναι κόμματα αλλά είναι συμμαχίες, αλλά διότι η μεθοδολογία αυτή, οδηγεί σε στείρες αντιδιαλεκτικές αντιπαραθέσεις, που δεν βγάζουν πουθενά και κάνουν και ζημιά.
Πολιτικά πρέπει να κρίνουμε τα πράγματα: Βάσει θέσεων και κυρίως, βάσει ΠΡΑΞΕΩΝ εντός της κοινωνίας. Το ζήτημα με την ΛΑΕ, είναι ότι και από άποψη θέσεων και κυρίως απο άποψη πράξεων, ολισθαίνει διαρκώς προς έναν ΣΥΡΙΖΑ νο2. Και αυτό όχι μόνο ΔΕΝ το έχουμε ανάγκη, αλλά πια, κάνει και μεγάλη ζημιά στο κίνημα, διότι το δις εξαμαρτείν, ουκ ανδρός σοφού.
Το πρόβλημα ΑΝΤΑΡΣΥΕ είναι ότι ΚΑΝΕΙΣ δεν ασχολείται με την γνώμη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για την ΛΑΕ, της ΛΑΕ για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ κοκ. Αυτό το μοναδικό θέμα για το οποίο έχεις να κουβεντιάσεις και ο μόνος λόγος ύπαρξης του ΝΑΡ και της Pandiera, να λέει για την ΛΑΕ, να λέει ότι να ναι, από αλήθειες μέχρι υπερβολές ή και καθαρά ψέματα, δεν αφορά κανέναν πέρα από επαγγελματίες αριστερούς
Κώστας
μπα, δεν έχεις δίκιο. Μην γίνεσαι εμπαθής
Οταν τα κεντρικά (εκλεγμένα) όργανα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συνομιλούσαν με τα κεντρικά (μη εκλεγμένα και αυτό έχει τη δική του ιστορική και πολιτική σημασία) όργανα της ΛΑΕ, η τελευταία συνομιλούσε ταυτόχρονα και κρυφά με συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Εάν αυτό ήταν μη πολιτικά ορθό και κατ’ άλλους ανέντιμο, εξίσου ανέντιμος και αγενής ήταν ο τρόπος που η ηγεσία της ΛΑΕ έκοψε τη διαδικασία των συνομιλιών και ανακοίνωσε την αυτόνομη κάθοδο. Σε απάντηση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έβγαλε ανακοίνωση όπου μεταξύ άλλων έλεγε : “Μετά από δύο συναντήσεις που έγιναν με την ΛΑ.Ε προέκυψε ότι δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για εκλογική συνεργασία, διότι υπάρχει διαφωνία καταρχήν στο προγραμματικό πλαίσιο και την πολιτική κατεύθυνση. Δεύτερον, στον χαρακτήρα και τον τρόπο συγκρότησης του μετώπου που πρότεινε η ΛΑ.Ε. Τρίτον, στην έλλειψη όρων ισοτιμίας. ” Μπορούμε κάλλιστα να υποθέσουμε ότι δεν επιθυμεί ισοτιμία αυτός ο οποίος πιστεύει οτι ελέγχει το παιχνίδι. Την επομένη, οι ΑΡΑΝ-ΑΡΑΣ παραιτούνται από τα κεντρικά όργανα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Τελικά τα εκλογικά αποτελέσματα δεν δικαίωσαν ούτε την πεποίθηση της ηγεσίας της ΛΑΕ ούτε και τις φιλοδοξίες των πρώην συντρόφων μας. Αναμφίβολα ο κόσμος στον οποίο απευθύνθηκε η ΛΑΕ (αριστερός με έντονο πολιτικό κριτήριο) ένοιωσε μεταξύ άλλων το ανοίκειο της διάσπασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Λεπτομέρεια: η αποτίμηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην αποχώρηση ΑΡΑΝ -ΑΡΑΣ ήταν “επιτέλους”.
Αλλά ο πρώην (όπως δηλώνει, με το ζόρι δεν γίνεται) σύντροφος Μιχάλης θέλει 8 μήνες μετά να παριστάνει τον συντετριμένο αντί να πει ένα πολιτικότατο και συντροφικότατο “χωρίσαν οι δρόμοι στο κεντρικό πολιτικό, είναι κοινοί σε χίλια δυο άλλα, η ζωή και η ταξική πάλη θα δείξει και, γιατί όχι, θα μας ξαναφέρει κοντά”
Κώστας
Kώστα, το πρώην έχει να κάνει με την κοινή πολιτική στέγη που δεν υπάρχει πιά και όχι με την άρνηση της κοινής αγωνιστικής πορείας που βέβαια μπορεί να υφίσταται. Μπορεί όμως και όχι, το χειρότερο σενάριο για τους αγωνιστές των ΑΡΑΝ-ΑΡΑΣ θα είναι η απογοήτευση και η ιδιώτευση.
Όσο για το “επιτέλους”, δεν το είδα και δεν το άκουσα, εάν υπήρχε σε κάτι “επιτέλους” ήταν στο τερματισμό της αέναης φιλολογίας περί μετωπικής συμπόρευσης που τελικά κατέληγε σε μία εσωστρέφεια από την οποία δεν έχει καταφέρει ακόμα να ξεφύγει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ “οκτώ μήνες μετά”. Μακάρι να σμίξουν ξανά οι δρόμοι μας, χωρίς όμως προαπαιτούμενα…
Είναι εντυπωσιακή και αποκαλυπτική διατύπωση Μιχάλη, δεν σώζεται, είναι κακή κκεδίστικη κουλτούρα, έφυγαν κάποιοι και ούτε καν από κόμμα-οργάνωση, και βάζεις το πρώην.
Οτι κάποιοι θα απογοητευτούν και αποστρατευτούν επειδή υλοποιούν την γραμμή τους ενώ θα ενθουσιάζονταν αν υλοποιούσαν άλλη δεν το αντιλαμβάνομαι πως λειτουργεί σαν λογική
Κώστας
Κώστα, άσε τα ΚΚΕδίστικα γιατί ΔΕΝ είναι κκεδίστικη λογική το “πρώην”. Είτε σου αρέσει είτε όχι, έφυγες απο ένα μέτωπο (ΑΝΤΑΡΣΥΑ) το οποίο θέλει να παλεύει για μια αντικαπιταλιστική/αντιϊμπεριαλιστική λογική εντός της κοινωνίας, και πήγες να ενταχθείς σε ένα μέτωπο το οποίο έχει μια σοσιαλδημοκρατική λογική.
Αυτή είναι η ουσία. Καλώς να αλλάξεις την ΛΑΕ ΚΑΙ ΜΑΚΑΡΙ!!!! Αλλά να ξέρουμε και γιατί μιλούμε κάθε φορά.
εγώ συμφωνώ με τον σ ΠΜ εδώ που λέει “συντρόφισσες και σύντροφοι, ευχαριστούμε για την πρόσκληση”, και όχι “πρώην συντρόφισσες και πρώην σύντροφοι, ευχαριστούμε για την πρόσκληση”, εσύ ΑΝΤΑΡΣΥΕ μπορείς να τον καταγγείλεις που μας απευθύνει τέτοιον χαιρετισμό.
https://www.youtube.com/watch?v=XGP84PIQwwY
Κώστας
Κώστα άσε τις σαχλαμαρίτσες και τις παπαρίτσες σου φιλε μου! Αντί να λές παπαρίτσες, κοίτα την ΛΑΕ που σας έχει βάλει καπέλο η σοσιαλδημοκρατία, ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός, και οι αυτοδιοικητικές συμμαχίες σας με τον ΤΣΙΡΙΖΑ
Δεν είναι σαχλαμαρίτσα ΑΝΤΑΡΣΥΑ (σύντροφε λέω συνήθως, αλλά με το ζόρι δεν μπορώ) το ποιος δεν σε θεωρεί σύντροφο σου και ποιος σε θεωρεί, το ποιος μπορείς να είσαι βέβαιος πως δεν θα σπάσει την αλυσίδα δίπλα σου, δεν θα σε αφήσει μόνο σου. Είναι μάλλον πιο σοβαρό από το τι κάνει το κάθε αριστερό ρεύμα στα συνδικάτα και στους ΟΤΑ,που δεν κάνει και ακριβώς αυτά που λες, αλλά έχουμε προβλήματα σίγουρα. Είναι επίσης σημαντικότερο από το αν ξέρεις να ορίσεις την σοσιαλδημοκρατία και να την ξεχωρίσεις από τον κομμουνιστικό ρεφορμισμό, που προφανώς δεν ξέρεις, αλλά δεν θα σε κρίνω για αυτό.
Αφορά, αυτό το πιο σημαντικό θέμα, το ποιοι είναι σύντροφοι και ποιοι όχι τάσεις και κυρίως ανθρώπους με δεκαετίες κοινών αγώνων, τις οποίες τις πετάς, όχι όμως ο σ ΠΜ και χαίρομαι γι αυτό.
Κώστας
Ακου Κώστα και χώνεψέ το! ΚΑι εγώ και ο ΠΜ και το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θεωρούμε συντρόφους τους αγωνιστές της ΛΑΕ, του ΚΚΕ, και της υπόλοιπης Αριστεράς. σοσιαλδημοκρατικής και κομμουνιστικής.
Άλλο αυτό, και άλλο το να κάνουμε μέτωπο πάνω στη βάση που προτείνεις! ΣΥΡΙΖΑ νο2 ΔΕΝ θα κάνουμε, τελεία και παύλα! Αυτό προτείνεις δυστυχώς και ΔΕΝ θα συμφωνήσουμε σύντροφε. Στην κοινή δραση βάσει αρχών ΜΑΖΙ, αλλά σε κεντρικό μέτωπο σαν και αυτό που θέλεις, ΟΧΙ. Αυταπάτες δεν διασπείρουμε και ψέμματα εμείς ΔΕΝ λέμε στον κόσμο.
Χαίρομαι που το πήρες πίσω σ ΑΝΤΑΡΣΥΕ, όπως πήρατε κάποτε πίσω το οχι στην δημιουργία υγρέ ανταρσυα.
Μέτωπο με γραμμή την δικτατορία του προλεταριάτου δεν θα κάνουμε, η γραμμή αυτή δοκιμάστηκε και απέτυχε.
Επίσης δεν κάνουμε συριζα2, μόνο που το να μην έχει το μέτωπο γραμμή την δπ και τον κομμουνισμό δεν είναι συριζα 2
Λυπάμαι την γραμμή αυτή την οικοδομεί το κκε, να με πείσετε να πάω εκεί, κανένα πρόβλημά
Κωστας
τι κάνεις Κώστα; Κουκιά σπέρνω! Η απάντησή σου Κωστή μ!
ΤΙ πήρα πίσω μόνο εσύ ξέρεις! Εγώ προσωπικά συντρόφους θεωρούσα και θεωρά όλους τους αγωνιστές που είναι μέλη του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, της ΛΑΕ κλπ. Οπότε, δεν είπα κάτι άλλο για να το πάρω μετά πίσω!
Η απάντηση στο μέτωπο ΣΥΡΙΖΑ νο2 -δλδ μια καπιταλιστική ελλάδα εντός εκτός και επι τα αυτά- που επιδιώκει η ΛΑΕ (και η ΑΡΑΝ/ΑΡΑΣ), δεν είναι μέτωπο με γραμμή την δικτατορία του προλεταριάτου.
Το να μπεί ως μια βασική και ΠΡΟΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΘΕΣΗ η “ΔΙΠΛΗ έξοδος από ΕΕ και ευρώ σε αντιϊμπεριαλιστική/αντικαπιταλιστική κατεύθυνση για την χώρα”, δεν καθιστά καθόλου το μέτωπο “μέτωπο για τη δικτατορία του προλεταριάτου”.
Αντιθέτως, το μέτωπο είναι αντιϊμπεριαλιστικό΄/αντικαπιταλιστικό και η ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ του για εμάς ως ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η αντικαπιταλιστική ανατροπή. Κατεύθυνση για εμάς είναι το άνοιγμα του δρόμου για τη νεργατική εξουσία/δημοκρατία, αλλά δεν μπαίνει ως προϋπόθεση.
Κωστή μου, ούτε σεχταρισμός, αλά ούτε και ΤΣΙΡΙΖΑ νο2 που επιδιώκετε ως ΛΑΕ
Είχες συμφωνήσει με έναν άλλο που έλεγε ότι είμαστε πρώην, το πήρε πίσω, καλά έκανες. Βέβαια εγώ δεν λέω πως είστε σύντροφοι όπως είναι τα μέλη του ΚΚΕ αλλά σαν σύντροφοι στα ΕΑΑΚ κλπ, αλλά έκανες πρόοδο.
Θέση του ΝΑΡ είναι πως το μέτωπο έχει θέση την εργατική εξουσία και τον κομμουνισμό και όχι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ που συμμετέχει στο μέτωπο.
Επιτέλους μίλα σοβαρά.
Από την συμβολή του ΝΑΡ στην Γ Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Η πολιτική πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς όλες τις δυνάμεις που παλεύουν για τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα σε λογική ρήξης με το μαύρο μέτωπο κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ, τον ιμπεριαλισμό, για μια προοπτική κομμουνιστικής χειραφέτησης, είναι η στράτευση σε μια άλλη αριστερά, για την οικοδόμηση του αντικαπιταλιστικού μετώπου / πόλου.
Το πρόγραμμα, η προοπτική και η πρακτική του αντικαπιταλιστικού μετώπου στρέφονται ενάντια σε βασικούς νόμους του συστήματος (της εκμετάλλευσης, του κέρδους, των αγορών, της κρατικής και εργοδοτικής καταπίεσης κλπ). Έχει λογική ρήξης με την αστική πολιτική, την αστική τάξη και το κράτος της και τους διεθνείς οργανισμούς της. Έχει ως στόχο το ξέσπασμα της επανάστασης για την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας και την εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Προσεγγίζει την επανάσταση μέσα από την πάλη για την υλοποίηση του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, την οργάνωση και ωρίμανση των δυνάμεων της εργατικής χειραφέτησης. Απορρίπτει τις αντιλήψεις που συνδέονται με κάθε «φιλολαϊκή» διαχείριση του καπιταλισμού. Παλεύει για μια σύγχρονη κομμουνιστική προοπτική.
Είναι πολύ καλό που εσύ διαφωνείς, πραγματικά εύχομαι κάτι να καταφέρεις αν και δεν φαίνεται από πουθενά
Κώστας
Κωστή μου ΔΕΝ πειράζει που δεν έχεις σοβαρή αντίληψη της πραγματικότητας:
α. Θεωρούσα και θεωρώ συντρόφους, τους αγωνιστές μέλη του ΚΚΕ, της ΛΑΕ κλπ. Πάει αυτό, το ξεκαθαρίσαμε.
β. Για τον χαρακτήρα του μετώπου: Κοίτα, εάν ΔΕΝ θέλεις να συνδέσεις την διπλή έξοδο της χώρας απο ΕΕ και ευρώ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ/ΑΝΤΙΪΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ κατεύθυνση και πορεία, τότε απλά θέλεις, έξοδο από το ευρώ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.
Διάλεξε και πάρε
Σύντροφε ΑΝΤΑΡΣΥΕ, εγώ πάντα θα θέλω ανθρώπους σαν εσένα στο μέτωπο, που δεν θέλουν μέτωπο με προαπαιτούμενο τον κομμουνισμό αλλά μέτωπο με γραμμή την αντιιμπεριαλιστική αντικαπιταλιστική ανατροπή και τον παραγωγικό μετασχηματισμό, και έχουν το θάρρος, έστω ανώνυμα, να εκφράζουν την διαφωνία τους με τον χώρο τους και τον καταστροφικό του σεχταρισμό.Συνεπώς αισιοδοξώ πως σύντομα θα είμαστε ξανά σύντροφοι και με την στενή έννοια της άμεσης πολιτικής ένταξης σε μέτωπα και γιατί όχι και σε κόμματα.
Κώστας.
Σύντροφε Κώστα και εγώ πάντα θα θέλω στο μέτωπο ανθρώπους σαν και σένα, που 10000000000000000000000000000 φορές να τους πεις “εγώ λέω ασπρο”, αυτοί θα σου πούνε “όχι εσύ λές μαύρο”.
Θα στο ματαξαναπώ: Ή λές “διπλή έξοδος από ΕΕ και ευρώ σε αντικαπιταλιστική/αντιϊμπεριαλιστική κατεύθυνση για την χώρα”, με Ο,ΤΙ ΑΥΤΟ ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ, ή λές “έξοδος από το ευρώ και η χώρα παραμένει καπιταλιστική”. το πρώτο το λέω εγώ, το ΝΑΡ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ κλπ.
Το δεύτερο το λέει η ΛΑΕ.
Εσύ διάλεξε (αν και μάλλον την γραμμή της ΛΑΕ διαλέγεις αφού είσαι και εκεί).
είναι γνωστό ότι η πολιτική συζήτηση τελειώνει σε ένα μπούλετ #not
αν σε ρωτήσω ποιος θα μας βγάλλει από την ΕΕ θα αρχίσει τα ΕΕΕΕΕΑΑΑΑΑΟΟΟΟΟΟ, για να μην πεις την θέση του ΝΑΡ και του ΚΚΕ για την εργατική εξουσία.
η ΛΑΕ τουλάχιστον κάτι λέει σε αυτό, η λαική εξουσία που θα προκύψει με το νέο λαϊκό Σύνταγμα κλπ. ¨Οχι ότι το περιγράφει, ή ότι δεν σφραγίζεται από κοινοβουλευτισμό, αλλά η διαφοορά από ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι ότι αυτοί σφραγίζονται μόνο από κοινοβουλευτισμό και αναμονή της εργατικής εξουσίας.
δεν υπάρχει μέτωπο για τον κομμουνισμό και την δικτατορία του προλεταριάτου, αυτό λέγεται κομμουνιστικό κόμμα, ξεχωρίστε τα επιτέλους
Κώστας
είπα εγώ ΔΔ ότι το Λαικό Σύνταγμα θα φέρει την λαική εξουσία ?
είναι πολύ δύσκολο να καταλάβεις ότι γράφω σε προφορικό λόγο και εννοώ η “λαική εξουσία, με το λαικο της Συνταγμα κλπ ?”
εκτός και αν η λαική εξουσία θα έχει το Σύνταγμα το σημερινό.
ποιος φέρνει το λαικό Σύνταγμα ? Η Συντακτική Συνέλευση συνήθως.
πες εσύ όμως ένα σκεπτικό
δεν ξέρω αν θα είναι έφιππος, θα είναι παρών πάντως
Κώστας