Δημήτρης Σταμούλης
Λουκέτο
Τέλος εποχής για την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης (ΕΒΖ), τη μεγαλύτερη εγχώρια καθετοποιημένη αγροτική βιομηχανία που στο απόγειό της είχε φτάσει να διαθέτει τρία ζαχαρουργεία (Πλατύ Ημαθίας, Σέρρες, Ορεστιάδα), ένα εργοστάσιο επεξεργασίας σπόρων, τρία κέντρα διανομής (Αθήνα, Λάρισα, Χανιά), ακόμα και μονάδα ηλεκτρομηχανολογικών κατασκευών, ενώ το 2000 απέκτησε και δύο μονάδες στη Σερβία. Μέχρι την ερχόμενη Τετάρτη 13/2 θα ξεκαθαρίσει και το πρόγραμμα «εξυγίανσής» της όσον αφορά την ανεύρεση χρηματοδότη και στην καλύτερη περίπτωση ζητούμενο είναι μια περιορισμένη καμπάνια ζάχαρης ίσα-ίσα για να μην κλείσει το εργοστάσιο και στο Πλατύ.
Την ημέρα αυτή θα πρέπει, είτε οι λεγόμενοι «στρατηγικοί επενδυτές» είτε η ομάδα τευτλοπαραγωγών που έχει συστήσει εταιρεία με σκοπό να ενοικιάσει το εργοστάσιο για να το λειτουργήσει η ίδια, να εμφανιστούν με δεσμευτική πρόταση και συγκεκριμένο πλάνο για την ενοικίαση αντίστοιχα. Εάν δε γίνει τίποτα από δύο, αυτομάτως θα ενεργοποιηθεί το plan b της Τράπεζας Πειραιώς με υπαγωγή της ΕΒΖ στο άρθρο 106β του πτωχευτικού κώδικα.
Απόρροια όλων των πολιτικών που εφάρμοσαν οι εγχώριες κυβερνήσεις ειδικά από την περίοδο που η Ελλάδα εισήλθε στην ΕΟΚ -μετέπειτα ΕΕ, εφαρμόζοντας κατά γράμμα τις ντιρεκτίβες της, την πολιτική των ποσοστώσεων και της συρρίκνωσης της αγροτικής παραγωγής, ήταν η διαρκής μετάπτωσή της στις ζημιογόνες εταιρείες. Από το 2015 έως και τον Ιούνιο του 2018, η εταιρεία παρουσίασε ζημίες ύψους 160 εκατ. ευρώ. Τα ετήσια δε έσοδα, από 80 εκατ. ευρώ στη χρήση του 2015, συρρικνώθηκαν στα 19 εκατ. ευρώ. Μόνο στη χρήση του 2018 (Ιούλιος 2017-Ιούνιος 2018) η εταιρεία είχε έσοδα 19,1 εκατ. ευρώ και κόστος πωλήσεων 36 εκατ. ευρώ. Πώς φτάσαμε όμως ως εδώ; Ποιες πολιτικές οδήγησαν στη συρρίκνωση ενός βασικού αγροτικού προϊόντος; Τι ρόλο διαδραμάτισε σε αυτή την εξέλιξη η ΕΕ με την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της;
Μια προδιαγεγραμμένη πορεία απαξίωσης
Η ΕΒΖ δραστηριοποιείται στην παραγωγή και εμπορία λευκής κρυσταλλικής ζάχαρης και των παραπροϊόντων της. Είναι ο μοναδικός παραγωγός ζάχαρης στην Ελλάδα, που βασιζόταν όλα αυτά τα χρόνια στα άριστης ποιότητας ελληνικά ζαχαρότευτλα, τα οποία καλλιεργούνταν σε περιοχές όπως η Μακεδονία, και χαρακτηρίζονταν από υψηλή απόδοση ζάχαρης.
Μπορεί το 1979 η Ελλάδα να μελετούσε την κατασκευή του έκτου της ζαχαρουργείου, στα σύνορα Τρικάλων-Καρδίτσας, αλλά μερικά χρόνια αργότερα, η ΕΕ και οι τότε κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ-ΝΔ αποδέχτηκαν πλήρως την πολιτική των ποσοστώσεων και των τελών συνυπευθυνότητας που οδήγησαν στη σημερινή ταφόπλακα τον κλάδο. Επιβάλλοντας το πόση ζάχαρη θα παράγει η Ελλάδα και το πόσο θα περικόπτεται η επιδότηση όταν η αγροτική παραγωγή ζαχαρότευτλων υπερέβαινε τα όρια που είχε θέσει η ΕΕ. Το πλεόνασμα αυτής της παραγωγής δεν θα το έπαιρναν τα εργοστάσια, οι αγρότες θα υποχρεώνονταν να λάβουν μικρότερες ποσότητες σπόρων και άλλα ανάλογου χαρακτήρα «τιμωρητικά» μέτρα.
Σημείο-σταθμός αυτής της αντιαγροτικής πολιτικής της ΕΕ ήταν το 2006, όταν οι υπουργοί Γεωργίας ενέκριναν τη ριζική μεταρρύθμιση του τομέα ζάχαρης με απώτερο στόχο η καλλιέργεια να περιοριστεί ουσιαστικά στη λωρίδα Λονδίνου-Πράγας. Τότε αποφασίστηκε η κατά 36% περικοπή της εγγυημένης ελάχιστης τιμής της ζάχαρης (από 631,9 ευρώ/τόνο το 2006-2007 σε 404,4 ευρώ/τόνο από το 2009-2010) στην αποζημίωση των γεωργών και η δημιουργία του Ταμείου Αναδιάρθρωσης με σκοπό τη χρηματική αποζημίωση των λιγότερο ανταγωνιστικών παραγωγών που θα επέλεγαν να διακόψουν τη δραστηριότητά τους.
Το πρόγραμμα για την αναδιάρθρωση του ευρωπαϊκού τομέα ζάχαρης διήρκησε τρία χρόνια (2006-2009) και είχε ως αποτέλεσμα την αποποίηση 5,8 εκατ. τόνων ζάχαρης ποσόστωσης, με αποτέλεσμα η ευρωπαϊκή ποσόστωση για τη ζάχαρη να μειωθεί στους 13,3 εκατ. τόνους. Το διάστημα 2007-2008, στο πλαίσιο του προγράμματος αναδιάρθρωσης, η Ελλάδα αποποιήθηκε το 50,01% της εθνικής της ποσόστωσης με αποτέλεσμα αυτή να ανέλθει συνολικά στους 158.702 τόνους από 317.502 που ήταν αρχικά. Αυτή την περίοδο, με αντάλλαγμα 87 εκατ. ευρώ, η χώρα μας από τα πέντε εργοστάσια ζάχαρης έκλεισε τα δύο (Λάρισα και Ξάνθη) με σκοπό δήθεν να μετατραπούν σε εργοστάσια παραγωγής βιοαιθανόλης. Συνέπεια όλων των παραπάνω ήταν 30.000 άνθρωποι στην βόρεια Ελλάδα, αγρότες, εργαζόμενοι κ.λπ, να πεταχτούν στο δρόμο αφού η καλλιέργεια από 400.000 στρέμματα το 2006 έπεσε στα 55. 000 στρέμματα.
Ενδεικτικό της πλήρους αντιστροφής ρόλων στην ελληνική αγορά ζάχαρης, και την μετατροπή της Ελλάδας σε χώρα… εισαγωγέα ζάχαρης, είναι το γεγονός ότι την τελευταία δεκαετία τριπλασιάσαμε σε αξία τις εισαγωγές ζάχαρης! Ειδικότερα, από 51,3 εκατ. ευρώ εισαγωγών ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο ή από τεύτλα και ζαχαρόζη χημικώς καθαρή το 2004 (εξαιρουμένων αυτών από τη Σερβία), η χώρα μας έφθασε το 2017 να πληρώσει για εισαγωγές 168,4 εκατ. ευρώ (χωρίς τη Σερβία).
Παράλληλα, με όλη αυτή την πορεία απαξίωσης της ΕΒΖ, επιβλήθηκαν οι πωλήσεις θυγατρικών κρατικοσυνεταιριστικών επιχειρήσεων της Αγροτικής Τράπεζας (ΑΤΕ), όπως η ΣΕΚΑΠ (καπνοβιομηχανία), η ΕΛΒΙΖ (ζωοτροφές), η Δωδώνη κ.λπ. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι το 2012 που η εγχώρια παραγωγή δεν έπιασε καν την μειωμένη τιμή ποσόστωσης (158.000 τόνοι), αφού καλλιεργήθηκαν λίγα στρέμματα, η παραγωγή στα εργοστάσια σταμάτησε. Έτσι, για την κάλυψη των αναγκών σε ζάχαρη έγινε συμφωνία ανάμεσα σε γερμανική εταιρεία, που εκείνη την περίοδο ήταν στους υποψήφιους αγοραστές, και την ΕΒΖ.
Μια άλλη σκανδαλώδης παράμετρος ήταν τα αστρονομικά επιτόκια με τα οποία γινόταν η υποχρεωτική δανειοδότηση της ΕΒΖ από την ΑΤΕ, παρόλο που η πρώτη ήταν θυγατρική της δεύτερης! Η ΕΒΖ υποχρεωνόταν επί χρόνια να δανείζεται με ληστρικά επιτόκια που κυμαίνονταν από 9,5% το 2013, μέχρι 10% το 2012 και 12,45% το 2011. Ενώ, όταν ήρθε η ώρα των πωλητηρίων για τα εργοστάσια, η Τράπεζα Πειραιώς, που εξαγόρασε την ΑΤΕ το 2012, επιχείρησε να τα «σκοτώσει» με εξευτελιστικά τιμήματα, αν και ούτε αυτό έγινε τελικά κατορθωτό.
Από την ιστορία του «φεσώματος» της ΕΒΖ δεν θα μπορούσαν να λείπουν και τα διάφορα καραμπινάτα σκάνδαλα με ανεξήγητες πιστώσεις πολλών εκατομμυρίων ευρώ σε διάστημα ολίγων μηνών. Ειδική μνεία αξίζει να γίνει στην πολιτική της διοίκησης της ΕΒΖ απέναντι σε δύο εταιρίες τις οποίες προμήθευε προϊόντα της. Η ΓΑΙΑ ΑΕΒΕ φέρεται από τον Ιούλιο του 2011 έως το τέλος Ιουνίου 2012, να δημιούργησε χρέος 38,5 εκατ. ευρώ, ενώ για το ίδιο διάστημα, μια άλλη εταιρεία, η ΒΕΛΠΑΖ ΑΕ φέσωσε με 11,1 εκατ. ευρώ την ΕΒΖ. Μάλιστα, πολλές από τις επιταγές που κόβονταν για λογαριασμό της ΕΒΖ επιστρέφονταν στη ΓΑΙΑ ή τη ΒΕΛΠΑΖ, οι οποίες εμφανίζονται είτε να πλήρωναν κάποιο ποσό ως έναντι υπογράφοντας νέα επιταγή με την υπολειπόμενη οφειλή, είτε να εξέδιδαν νέες επιταγές με νέα ημερομηνία.
Το παράδειγμα της βιομηχανίας ζάχαρης και της εγχώριας παραγωγής ζαχαρότευτλων είναι επίκαιρο λόγω του επικείμενου λουκέτου της ΕΒΖ, αλλά δεν είναι το μοναδικό. Το αγροτικό ισοζύγιο συνολικά παρουσιάζει δραματική επιδείνωση μετά την ένταξη στην ΕΕ. Η Ελλάδα μετατράπηκε από εξαγωγέας αγροτικών προϊόντων σε εισαγωγέα, με το αγροτικό εμπορικό έλλειμμα να φθάνει τα 3,5- 4 δισ. ευρώ το χρόνο ξεπερνώντας, για πρώτη φορά, το σύνολο των ετήσιων «αγροτικών» επιδοτήσεων της ΕΕ. Το εμπορικό έλλειμμα αγροτικών προϊόντων το διάστημα 2000-2007 αυξήθηκε κατά 50%, ενώ το συνολικό εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 30%. Το έλλειμμα με την ΕΕ είναι μεγαλύτερο από ό,τι με όλες τις άλλες χώρες. Τα προϊόντα του αγροτοδιατροφικού τομέα αποτελούν τη τρίτη μεγαλύτερη κατηγορία εξαγομένων προϊόντων με ποσοστό 17,5% του συνόλου των εξαγωγών, ενώ αποτελούν το 14% των εισαγωγών. Το μεγαλύτερο μερίδιο των εξαγωγών κατέχουν τα λαχανικά και κηπευτικά προϊόντα. Σχεδόν το 69% των εξαγωγών κατευθύνεται προς χώρες της ΕΕ, ενώ το 80% των εισαγωγών της συγκεκριμένης κατηγορίας προέρχεται από χώρες της ΕΕ. Αυτά και μόνο τα στοιχεία αποδεικνύουν τον καταλυτικά αντιδραστικό ρόλο της ΕΕ και των πολυεθνικών της σε βάρος των φτωχομεσαίας αγροτιάς αλλά και των εργατών που έχασαν τη δουλειά τους όχι μόνο στην ΕΒΖ αλλά και σε τόσες άλλες επιχειρήσεις του αγροτοβιομηχανικού τομέα όλα αυτά τα χρόνια.
Παραγωγή για τις λαϊκές ανάγκες, όχι το κέρδος και τις εξαγωγές
Αποτιμώντας συνοπτικά τις επιπτώσεις της περίπου 40χρονης πορείας της αγροτικής παραγωγής εντός ΕΟΚ-ΕΕ θα μπορούσαμε να δούμε τα εξής:
Πρώτον, το αγροτικό ισοζύγιο παρουσιάζει δραματική επιδείνωση μετά την ένταξη στην ΕΕ.
Δεύτερον, εκτινάχθηκαν οι εξαγορές και οι ιδιωτικοποιήσεις στην αγροτική βιομηχανία. Κομβικό σημείο ήταν το 2012, όταν λόγω PSI, συνεχών απομειώσεων της αξίας των θυγατρικών κ.λπ. η ΑΤΕ θεωρήθηκε «μη βιώσιμη» και χαρίστηκε στην Τράπεζα Πειραιώς με εξευτελιστικό τίμημα 100 εκατ. ευρώ, όταν μόνο η ακίνητη περιουσία της ξεπερνούσε το 1 δισ. ευρώ.
Τρίτον, η αγροτική γη και η παραγωγή συγκεντρώθηκε σε λίγα χέρια διαμέσου της αύξησης της άμεσης ιδιοκτησίας και κυρίως της ενοικίασης. Από το 1990 ως το 2012 σχεδόν διπλασιάζεται ο αριθμός των πλουσίων αγροτών και αυξάνεται η ιδιόκτητη γη κατά 5 εκατ. στρέμματα.
Τέταρτον, μειώνεται ραγδαία ο αριθμός των μικροαγροτών. Το σύνολο των απασχολουμένων στον αγροτικό τομέα το 2010 ήταν περίπου 550.000 από 720.000 το 2000.
Η ανάγκη εξόδου από την ΕΕ και ανατροπής αυτής της πολιτικής είναι μονόδρομος για τον ελληνικό λαό και τους φτωχομεσαίους αγρότες. Παρότι οι δραματικές συνέπειες από την εφαρμογή της ΚΑΠ έχουν οδηγήσει τα πράγματα σε τραγικό σημείο, οι κυρίαρχοι κύκλοι και η ΕΕ προσπαθούν να μας πείσουν ότι το μόνο ρεαλιστικό και επιστημονικά εδραιωμένο μοντέλο αγροτικής παραγωγής είναι αυτό που εφαρμόζεται.
Ωστόσο η ίδια η πραγματικότητα κάνει φανερό ότι η παραμονή στην ΕΕ ειδικά σήμερα, την περίοδο της πιο βαθιάς κρίσης του συστήματος, μόνο αίμα και δάκρυα έχει να δώσει για τους μικρούς αγρότες και τους εργαζόμενους συνολικά. Η έξοδος από την ΕΕ είναι αναγκαίος όρος για το άνοιγμα ενός άλλου δρόμου και για την αγροτική παραγωγή. Με βασική πυξίδα, την οργάνωση της αγροτικής παραγωγής με κριτήριο την διατροφή και την ένδυση των εργαζόμενων και όχι το κέρδος και τις εξαγωγές.
Οι περισσότερο φτωχές χώρες στον πλανήτη είναι οι χώρες εκείνες που η γεωργική παραγωγή τους βασίζεται στις εξαγωγές π.χ. μπανάνες, καφές και τσάι. Μια αγροτική παραγωγή βασισμένη μόνο στις εξαγωγές και το κέρδος οδηγεί σε πείνα και δυστυχία τους μικροαγρότες, σε καταστροφή πολλών αγροτικών προϊόντων και κλάδων αλλά και σε περιστασιακή ανάπτυξη άλλων, πάντα με γνώμονα το κέρδος και όχι τις κοινωνικές ανάγκες. Γι’ αυτό δεν αρκεί μόνο η απλή έξοδος από την ΟΝΕ, απαιτείται η ρήξη-έξοδος από τον «κορσέ» της ΕΕ και η διαμόρφωση ενός παραγωγικού ιστού όπου οι ανάγκες της κοινωνίας θα καθορίζουν το τι, πώς και πόσο θα παράγεται.
Πηγή: prin.gr
Κε Σταμούλη, δεν ξέρω αν θεωρείται περίπου σα “βρισιά” η απάντησή μου, αλλά το κείμενό σας, δείχνετε ότι σαν απόψεις μοιάζετε με το ΚΚΕ. Αναπαραγωγή θέσεων περί “εξαρτημένης” Ελλάδας, που την “κατέστρεψε” η ΕΕ κλπ. Τελικά υπάρχουν 1, 2, ή περισσότερες Ελλάδες;
Φυσικα υπάρχουν πολλες Ελλάδες.Εκτος απο τα γραπτα των κλασσικων περι εθνους των καταπιεστων κ εθνους των καταπιεζόμενων , με ταπεινοτητα θα προσεθετα κ κατι άλλο: Εκτός απο την Ελλαδα που κατεστρεψε η Εοκ(πρωτογενη παραγωγη) υπαρχει κ αυτη η Ελλαδα που κονομησε (κ κονομαει) σπο την εοκ κ τα περιφημα προγραμματα.
Αν και από πρώτη δεν είναι απαραίτητα κακό να μοιάζουν οι απόψεις σου με το ΚΚΕ, θα παρατηρούσε κανείς ότι το σχόλιο είναι άστοχο.
Καταρχήν γιατί δε γράφει ο Σταμούλης για εξαρτημένη Ελλάδα, αλλά μια ΕΕ που εξυπηρετεί συνολικά το κεφάλαιο στις χώρες-μέλη. Ίσως όχι μέσα από μια ισότιμη σχέση, αλλά σίγουρα όχι σε βάρος του ελληνικού κεφαλαίου ή μια φανταστικής “εθνικής αστικής τάξης” με άλλα συμφέροντα από την “υποτελή” ή “εξαρτημένη”.
Επίσης στην εποχή μας και το ΚΚΕ δεν μιλάει για εξαρτημένη Ελλάδα. Μέσα από ένα άλλο πρίσμα, αλλά εδώ και χρόνια.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ είναι καταστροφική. Αλλά για την Ελλάδα των εργαζομένων, του κόσμου της δουλειάς. Τα ίδια συμπεράσματα βγαίνουν για τις ανατολικές περιοχές της Γερμανίας, για τους αγρότες της Γαλλίας, τη νεολαία της Ιταλίας κλπ.
Και η διάλυση της ΕΒΖ το αποδεικνύει.
Η ΕΕ βοηθά πάνω απολα τις εθνικές καπιταλιστικες τάξεις, δλδ τα καπιταλιστικα τμήματα των εθνών που είναι υπό τον ζυγό της.
Δεύτερον, η ΕΕ βοηθά στον εσωτερικό καταμερισμό της, τις πιο ανεπτυγμένες καπιταλιστικες περιοχές της, έναντι των άλλων πιο φτωχών.
Τρίτον, η αποσύνθεση της ΕΕ απο εθνικιστική σκοπιά, ειναι ενα εξίσου άθλιο παρόν κ μέλλον, με το να συνεχίσει να αναπτύσσεται. Και η εμβάθυνση/περαιτερω ολοκλήρωση της ΕΕ αλλα κ η αποσύνθεση της απο εθνικιστική σκοπιά, ειναι καταστροφική για τους λαούς της Ευρώπης.
Τέταρτον, η διάλυση της ΕΕ απο μια αντικαπιταλιστικη δι-εθνιστικη σκοπιά, ειναι το καλύτερο που μπορεί να συμβεί στους λαού της Ευρώπης. ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ μακράν. Ειναι όμως μέχρι σημερα, η πιο αδύναμη πιθανότητα. Και πρέπει να δυναμώσει. Πως; δεν ξέρω, πρέπει να το βρούμε όμως, χιλιάδες κόσμου κ στη Ελλάδα κ στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ούτε ΕΕ, ούτε αλκηλοσπαρασσομενα εθνη/κρατη κ εθνικισμοι στην Ευρώπη. Διάλυση της ΕΕ κ αντικατάσταση αυτής, απο τις ενωμένες σοσιαλιστικές πολιτείες της Ευρώπης. Ωραίο σαν αίτημα, πανδυσκολο σαν πράξη. Απο κάπου πρέπει πια, να ξεκινήσει αυτη η πορεία.
San Rocco,
Κάνε έναν κόπο να διαβάσεις το κείμενο του πατενταρισμένου αντιεθνικιστή (και, με αυτό το κίνητρο, ευρωπαϊστή), «αντισταλινικού» και δεν συμμαζεύεται Άγγελου Ελεφάντη για την ΕΕ. Γράφτηκε πριν από σχεδόν 19 χρόνια (το Δεκέμβριο του 2000), λίγο μετά την έγκριση των αλλαγών στις ευρωπαϊκές συνθήκες από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που είχε συνέλθει στη Νίκαια. Η προσεκτική ανάγνωσή του θα σε απαλλάξει από πολλές πλάνες, οι οποίες, όπως βλέπω στα δύο παραπάνω σχόλιά σου (14/03/2019 at 00:14 και 14/03/2019 at 00:17), εξακολουθούν να σε διακατέχουν.
___________________________________________________________
ΕΥΡΩΠΗ: Ο ΒΙΑΣΜΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ της μυθολογίας την είχε βιάσει ο Δίας-ταύρος κατά συρροήν. Ποιος είναι σήμερα ο Δίας; Μπορεί να υπάρξει ποδοσφαιρική ομάδα με το όνομα «Ευρώπη»; Οι φεντεραλιστές ευρωπαϊστές αλλά και οι αντιφεντεραλιστές —δηλαδή τα πολιτικά επιτελεία τών 15 ευρωπαϊκών κρατών, όλων τών πολιτικών οικογενειών που ανταμώθηκαν στη Νίκαια προ ημερών για να ‘‘προωθήσουν’’ την ευρωπαϊκή ενοποίηση με ποσοστά και κλάσματα— θα απαντούσαν στο ερώτημα ότι είναι απολύτως δυνατόν να φτιαχτεί και τέτοια ομάδα. Και θα την έφτιαχναν· δεν θα χρειαζόταν άλλωστε για να γίνει παρά λεφτά. Λεφτά υπάρχουν άπειρα. Κι αφού θα την έφτιαχναν, απερίσκεπτα καθ’ όσον θα παραγνώριζαν το κυριότερο, δηλαδή την αθλητική, και μάλιστα την ποδοσφαιρική, υποκουλτούρα, τότε, εκ των υστέρων, θα έτρεχαν να μπαλώσουν τα αμπάλωτα. Αμπάλωτα, γιατί η ομάδα αυτή θα έπρεπε να φτιάξει αντίστοιχους αντιπάλους για να παίξει σε κάποιο πρωτάθλημα και, δεύτερον, οπαδούς, φανατικούς οπαδούς. Και δεν υπάρχουν οπαδοί και οπαδοσύνη χωρίς φανατισμό, χωρίς έκτροπα έστω λεκτικά. Στο γήπεδο δεν μιλάνε «με το σας και με το σεις» και η φράση «Σας παρακαλώ» δεν ακούστηκε ποτέ. Γι’ αυτό άλλωστε η αθλητική κουλτούρα και ιδεολογία είναι σήμερα οι περισσότερο υλικές από οποιαδήποτε άλλη, ακόμη και από τη θρησκευτική και την καπιταλιστική!
Και όμως, οι Ευρωπαίοι προχώρησαν και προχωρούν ακάθεκτοι προς την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο απερίσκεπτα όσο αν έφτιαχναν μια ‘‘Εθνική’’ ομάδα Ενωμένης Ευρώπης. Απερίσκεπτα, όχι γιατί είναι χαζοί και άπραγα παιδιά, αλλά γιατί είναι υποκείμενοι στην ιδεολογία τής ‘‘μη ιδεολογίας’’, εκείνης τής ιδεολογίας που θεωρεί τις ιδεολογίες νεκρές, ξεπερασμένες, αναχρονισμούς, για τις οποίες δεν υπάρχει χρόνος ούτε προς τα πίσω ούτε προς τα εμπρός, δεν υπάρχει παρελθόν, άρα ούτε μέλλον, παρά μόνο το παρόν, το μετρήσιμο παρόν: «Ας ταΐσουμε τις αγελάδες κρέας, και βλέπουμε». Είδαμε! Ή, για να το πω αλλιώς, όλα τα προβλήματα που έχουν σχέση με την Ευρώπη η ιδεολογία τής μη ιδεολογίας τα ανήγαγε σε αριθμούς και ποσοστά: προβλήματα ιστορίας, χρόνου, δημοκρατίας, λαού, κοινής ευρωπαϊκής ‘‘συνείδησης’’, ταυτότητας, κουλτούρας, πολιτισμού, εξουσίας. Για όλα τούτα από καιρού εις καιρόν καταγράφεται η διαπίστωση κάποιου ‘‘ελλείμματος’’ —έννοια κι αυτή καθαρά ποσοτική, λογιστική— και συνεχίζουμε ακάθεκτοι, ακριβώς, στον δρόμο που χάραξε το ‘‘έλλειμμα’’. Θα εξηγηθώ, κάπως, πιο κάτω. Πριν όμως μια μικρή ιστορία.
Πριν από λίγα χρόνια στις Γενικές Εξετάσεις δόθηκε στους υποψηφίους ως θέμα έκθεσης κάτι περί υπερεθνικής ενότητας και εθνικής ταυτότητας, με το υπόρρητο ερώτημα αν το υπερεθνικό ζημιώνει το εθνικό, αν η ελληνική μας ταυτότητα χάνεται μέσα στη χοάνη τού ευρωπαϊκού [ολοκληρώματος]. Με την υπόρρητη, βέβαια, ‘‘σωστή’’ απάντηση ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υπάρχει, αντίθετα μάλιστα. Σ’ αυτή τη ‘‘σωστή’’ απάντηση οι υποψήφιοι υποχρεώθηκαν να συνηγορήσουν κι όσοι τα κατάφεραν καλά πέρασαν στα ΑΕΙ. Ήταν, παρά ταύτα, η μόνη δημόσια συζήτηση που έγινε στην Ελλάδα, όπου όμως αυτό το κρίσιμο ερώτημα, με δεδομένη και βαθμολογήσιμη την απάντηση, παραπέμφθηκε στους δεκαοκτάρηδες λυκειόπαιδες. Βέβαια, άπειρα άρθρα έχουν γραφτεί στις εφημερίδες, βιβλία εκδόθηκαν ένα σωρό, άπειρες ημερίδες και συνέδρια έχουν γίνει, εκθέσεις ιδεών αναπτύχθηκαν πολλές, γίναμε όλοι πρωτοπόροι ευρωπαϊστές —και κάτι λίγοι έμειναν στη γωνία ως αντιευρωπαϊστές—, αλλά δημόσιος διάλογος, πολιτικός διάλογος δεν έχει γίνει. Ούτε στη Βουλή ούτε στα κόμματα. Η κυβέρνηση, π.χ., πριν υπογράψει τις αποφάσεις τού Μάαστριχτ, του Άμστερνταμ, της Λισσαβώνας, της Νίκαιας, δεν εξέθεσε τις απόψεις της στους πολίτες που την ανέδειξαν, στο κόμμα της, στη Βουλή, δεν ρώτησε τη γνώμη τού λαού, δεν πολιτικοποίησε τα σχετικά ζητήματα. Ούτε η αντιπολίτευση άλλωστε άνοιξε κουβέντα με τον κόσμο της. Και η περιβόητη λαϊκή εντολή, η λαϊκή κυριαρχία, έμεινε κλαψουρίζοντας για το ‘‘έλλειμμά’’ της, με πρώτους κλαψουριστές τους ίδιους τους πρωτεργάτες τού ελλείμματος.
Και τώρα λίγα, αναγκαστικώς, λόγια για τα προβλήματα περί τών οποίων στη σύνοδο της Νίκαιας, μια εβδομάδα πριν, ουδείς έγινε λόγος. Ούτε και σε τούτη την εφημερίδα άλλωστε άνοιξε κουβέντα τα τελευταία χρόνια, εφημερίδα σαφώς ευρωπαϊκών προσανατολισμών ήδη από τη δεκαετία τού ’70, όταν άλλοι ούρλιαζαν «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο!».
Η Ευρώπη φτιάχνεται στο γεωγραφικό, το ιστορικό, το πολιτισμικό, το οικονομικό και το πολιτικό έδαφος των εθνικών ευρωπαϊκών κρατών. Όλα τα ευρωπαϊκά έθνη-κράτη έχουν μια μεγάλης διάρκειας ιστορικότητα, πάνε βαθιά στον χρόνο, μια ιστορικότητα πλασμένη από πολέμους, αίματα, οικονομίες, ιδέες, δημιουργήματα, ενοποιήσεις αλλά και διασπάσεις, πολιτισμούς. Ήταν δηλαδή τα εθνικά κράτη η καρδιά τής ιστορίας —δεν υπάρχει ιστορία τής νεωτερικότητας εκτός εθνικών κρατών—, μια ιστορία που μεταμόρφωσε εθνότητες και εθνοπολιτισμικές ομάδες σε έθνη, σε οντότητες με συνοχή. Όλα τα εθνικά κράτη δημιουργήθηκαν στη βάση μιας οδυνηρής διαδικασίας πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου. Η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση οικοδομείται στη βάση ενός ανήκουστου πλούτου —σε σχέση με άλλες περιοχές τού κόσμου ή σε σχέση με την ιστορία της— μιας τεράστιας οικονομικής επάρκειας, αν και άνισα κατανεμημένης και κρατικο-γεωγραφικά και κοινωνικά. Αλλά αρκεί ο πλούτος; Ο παλιός, σταλινικής προελεύσεως, ορισμός τού έθνους, ενώ μιλούσε για κοινή συνείδηση, κοινό πολιτισμό, κοινή ιστορία, γλώσσα και κοινή οικονομική βάση, ως συστατικά στοιχεία τού έθνους, στη συνέχεια αξιοδότησε κυρίως το οικονομικό στοιχείο. Οι σημερινοί Ευρωπαίοι —μιλώ πάντα για τα επιτελεία— ως συνεπέστατοι σταλινικοί καθ’ όσον οικονομιστές, καθ’ όσον υποκείμενα της μοναδικής σκέψης, κοιτάνε μόνο το λογιστήριο. Και αγάλλονται. Θεωρούν δηλαδή την οικονομία αναγκαία συνθήκη και επαρκή.
Τη θεωρούν επαρκή διότι καταργούν τον χρόνο, καθ’ όσον βολονταριστές (άλλη βασική διάσταση του σταλινισμού αυτή, του χυδαίου υλισμού και του οικονομικού ντετερμινισμού). Αναπαράγοντας το μοντέλο τού εθνικού κράτους προκρίνουν, βουλησιαρχικά, την ‘‘υπέρβασή’’ του μέσα στη βραχεία διάρκεια, μέσα στα τέρμινα από Διακυβερνητική σε Διακυβερνητική. Ωστόσο χρειάστηκαν αιώνες οι Ρωμιοί να γίνουν Έλληνες, οι Βησιγότθοι Ισπανοί, οι Φράγκοι να γίνουν Γάλλοι, οι Σάξονες Άγγλοι, οι Βαλλόνοι Βέλγοι, οι Βενετσανο-Φλωρεντινο-Ρωμαίοι να γίνουν Ιταλοί κ.λπ. Δε λέω, στην ιστορία υπάρχει ο παράγοντας επιτάχυνση, εκείνη που φέρνουν τα πράγματα (π.χ. το περιστρεφόμενο πανί που δυναμιτίζει τη ναυσιπλοΐα ή η πατάτα και η ντομάτα που αλλάζουν τη μαγειρική) ή η βούληση που επιδεικνύουν οι άνθρωποι. Η βούληση όμως, που πράγματι επιταχύνει τα πράγματα, έχει όρια, αλλιώς δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνει. Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, κοινωνική συνοχή-συνύπαρξη, δημοκρατία, νομιμοποίηση εξουσιών, παιδεία, δικαιώματα και υποχρεώσεις, ταυτότητα, αρχές και αρετές δηλαδή του δημόσιου βίου και του δημόσιου χώρου εννοούμενες με ενιαίο τρόπο από τη χώρα τών Λαπώνων ως τα ζεστά νερά τής Κρήτης, απαιτούν χρόνο. Χρόνο στον οποίο θα δοκιμαστούν η ανοχή, η συνύπαρξη, θα ενσωματωθούν στο ίδιο πολιτικο-πολιτισμικό πεδίο, δεν θα καταργηθούν.
Πόσος χρόνος; Δεν ξέρω, κανείς δεν ξέρει, πάντως χρόνος τής μακράς διάρκειας και όχι εκείνος που μετριέται με τα ιδεολογήματα του Φίσερ, του Σιράκ ή του Γιάννου [Παπαντωνίου —ο γνωστός υπουργός Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας στις κυβερνήσεις Σημίτη].
Το δεύτερο που λείπει, μια λεπτομέρεια δηλαδή: ο ευρωπαϊκός λαός. Η Ευρώπη σήμερα πάει να οικοδομηθεί με δανεικούς λαούς, γιατί οι λαοί είναι εθνικοί και δεν δείχνουν να έχουν τη διάθεση να μην είναι εθνικοί. Εθνικοί, όχι εθνικιστικοί, όπως διδάσκει η αγγλοσαξονική πολιτειολογία, την οποία υιοθέτησαν αυτοστιγμεί σχεδόν όλοι οι Έλληνες πολιτειολόγοι και δημοσιολόγοι. Όπως λοιπόν, οι βαζέλες ή οι Ολυμπιακοί δεν πρόκειται να δανείσουν τον λαό τους σε ευρωπαϊκή ομάδα, γιατί αυτή δεν είναι ιδέα, άλλο τόσο η βολονταριστική ενοποίηση θα κινείται εν κενώ, χωρίς λαό. Η Σοβιετική Ένωση, το μόνο κράτος στον κόσμο που δεν βαφτίστηκε με εθνικό όνομα αλλά με πολιτικό (ο Σοβιετικός δεν ήταν εθνική ιδιότητα αλλά πολιτική), συνετρίβη στα εξ ων συνετέθη κι έτσι τα ‘‘σοβιετικά’’ έθνη ξανάγιναν Ρώσοι, Ουκρανοί, Αρμένιοι κ.λπ., όπως επίσης και οι ‘‘λαότητες’’ της σοβιετικής εθνολογίας έγιναν ή θέλουν να γίνουν κράτη!
Βέβαια, λένε, υπάρχουν οι ‘‘λαοί’’ τών ‘‘περιφερειών’’, αυτό το κατασκεύασμα του ρεζιοναλισμού και του ψευδοφεντεραλισμού. Κατασκεύασμα, γιατί έτσι πάει να ξεπεραστεί το εθνικό κράτος ακουμπώντας πάνω σε πολυμιγείς και ετερόκλητες οντότητες που είναι οντότητες μόνο και μόνο διότι διαπιστώνεται μια συσσώρευση οικονομικών δραστηριοτήτων και ροών γύρω από κάποιο κέντρο. Πάλι λογαριασμός λογιστηρίου.
Το τρίτο έλλειμμα είναι η ενιαία κουλτούρα, ο κοινός πολιτισμός πιο σωστά. Κι εδώ οι κουλτούρες, ό,τι και να σημαίνει αυτός ο δύστροπος όρος, είναι εθνικές. Ο γαλλικός, ο γερμανικός, ο αγγλοσαξονικός, ο ιταλικός κ.λπ. πολιτισμός είναι το ενοποιητικό στοιχείο των αντίστοιχων εθνών και έχει διαμορφωθεί πάνω στα εθνικά πλαίσια. Είναι αδύνατο ένας εξ αυτών να γίνει πανευρωπαϊκός· είναι δύσκολο να υπάρξει μια πανευρωπαϊκή αναχώνευση σε έναν κοινό ευρωπαϊκό πολιτισμό στο ορατό μέλλον. Αλλά και για να γίνει —όχι εξ ορισμού απευκταίο, ίσως μάλιστα και επιθυμητό— θέλει χρόνο πολύ. Άλλωστε για τον σκοπό αυτόν έχει βάλει υποψηφιότητα η βορειοαμερικανική κουλτούρα και η σχετική της βιομηχανία τής κουλτούρας, που εννοείται ως θόρυβος και άμορφος κατακερματισμός τών μορφών. Ήδη αυτή η κουλτούρα έχει κατακτήσει πολλά. Και, εν πάση περιπτώσει, απ’ αυτή την άποψη, η ισχυρότερη ενοποιητική κουλτούρα θα ήταν η χριστιανική· είχε δίκιο, από τη σκοπιά του, ο Χριστόδουλος που έβαλε τις φωνές για την ‘‘αποχριστιανοποίηση’’ της Ευρώπης, αφού τα περί χριστιανισμού απαλείφθηκαν από τη Χάρτα τών Δικαιωμάτων. Αλλά, ευτυχώς, στην Ευρώπη υπάρχουν πολλοί χριστιανισμοί.
Αυτά τα τρία ελλείμματα, κι άλλα πολλά, όπως το κοινωνικό, το οικολογικό, το εργασιακό κ.λπ., πάνε να γεννήσουν μια Ευρώπη που δεν μπορεί να αναγνωρίσει τον εαυτό της. Γιατί ούτε με το τέχνασμα του φεντεραλισμού καλύπτονται τα ελλείμματα. Το έχω ξαναγράψει: μπήκαμε σε μια διαδικασία στην οποία «ένα κράτος γεννιέται στη ζούλα».
Πολλοί έβαλαν τις φωνές γιατί στη Νίκαια υπερίσχυσαν τα συμφέροντα εξουσίας τών ‘‘μεγάλων’’. Αλλά γιατί; Πίστευαν ότι οι εξουσίες θα καταργούνταν με την υπέρβαση, τάχα, του εθνικού κράτους; Οι παλαιοί σοσιαλιστές έλεγαν: Αν το κράτος είναι πανίσχυρο, χαθήκαμε, κι αν είναι αδύναμο, πάλι χαθήκαμε. Είχαν δίκιο. Το πανίσχυρο ευρωπαϊκό κράτος, έστω φεντεραλιστικής μορφής, θα είναι μια πανίσχυρη εξουσία. Και η λαϊκή εξουσία στην άκρη. Τι προβλέπει περί αυτού η αναθεώρηση του Συντάγματος; Απλώς τίποτε.
Η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να προχωρήσει υπέρ τών λαών της και των αξιών της, παρά μόνο στη βάση τού «κοινοτικού κεκτημένου» που είχαν σιωπηρά θεσπίσει οι παλαιότεροι πρωταγωνιστές της, καίτοι συντηρητικοί αυτοί. Οι νέοι, και ουδόλως νέοι στα χρόνια ή τις ιδέες, βιάζονται και βιάζουν.