Την ώρα που το Πριν πήγαινε στο τυπογραφείο, έγινε γνωστό ότι δύο βόμβες εξερράγησαν στην Άγκυρα, λίγο πριν ξεκινήσει μεγάλη αντικυβερνητική φιλειρηνική διαδήλωση κατά του πολέμου ενάντια στους Κούρδους. Σε περίπου 20 ημέρες, την 1η Νοεμβρίου, θα διεξαχθούν εκλογές στην Τουρκία, μετά την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στις προηγούμενες εκλογές της 7ης Ιουλίου, όπου το ΑΚΡ του Ταγίπ Ερντογάν έχασε την απόλυτη πλειοψηφία εξαιτίας του αριστερού φιλοκουρδικό κόμματος HDP που έσπασε το όριο του 10% και μπήκε στη Βουλή.
Οι πρώτες εκτιμήσεις είναι συγκεχυμένες, αλλά τα διεθνή μέσα κάνουν λόγο για 30 νεκρούς και πάνω από 100 βαριά τραυματισμένους. Οι εικόνες και τα βίντεο είναι ανατριχιαστικά και δείχνουν δεκάδες ακρωτηριασμένα κορμιά αθώων ανθρώπων και κυριολεκτικά μια πλατεία όπου στον τόπο των εκρήξεων πλημμυρίζει το αίμα. Όλα επιβεβαιώνουν ότι οι βόμβες εξερράγησαν μέσα στο πλήθος, με σκοπό την άγρια δολοφονία και τη μαζική τρομοκρατία.
Σύμφωνα με τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, οι βόμβες εξερράγησαν γύρω στις 10 το πρωί του Σαββάτου (ώρα Τουρκίας), έξω από τον σιδηροδρομικό σταθμό της πρωτεύουσας, όπου συνέρρεαν πλήθη από όλη την Τουρκία για να πάρουν μέρος στη διαδήλωση. Αναμενόταν μια ογκώδης διαδήλωση, σταθμός στους γενικότερους αγώνες. Σε αυτήν καλούσαν εκατοντάδες οργανώσεις ειρήνης, συνδικάτα και λαϊκές κινήσεις, όλα σχεδόν τα αριστερά κόμματα, καθώς και το φιλοκουρδικό HDP.
Αμέσως μετά τη βομβιστική ενέργεια, ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου ανακοίνωσε τη σύγκληση του τουρκικού Συμβουλίου Ασφαλείας.
Το πρακτορείο Αναντολού που ελέγχεται από την κυβέρνηση κάνει λόγο για βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας, χωρίς αναφορά σε πηγές, στρέφοντας έτσι τις υποψίες στους ισλαμιστές του ISIS, μια βολική για τον Ερντογάν ερμηνεία, χωρίς βέβαια, για την ώρα να αποκλείεται τίποτε. Από οργανωτές της διαδήλωσης, σύμφωνα με δηλώσεις τους στο Spiegel-online, η βομβιστική επίθεση συνδέεται με την ανακοίνωση ανακωχής από το ΡΚΚ, η οποία δυσκολεύει την κυβέρνηση Ερντογάν στην προσπάθειά της «να φανεί ως αποφασιστική δύναμη της τάξης χρησιμοποιώντας τη βίαιη πρακτική της κατά του ΡΚΚ».
Πολλοί αναλυτές υπενθυμίζουν όχι τυχαία, ότι επίσης λίγο πριν τις εκλογές του 7ης Ιουλίου, στις 20 Ιουνίου και πάλι δυο βόμβες εξερράγησαν σε προεκλογική συγκέντρωση του HDP, στην πρωτεύουσα των κουρδικών αγώνων, Ντιγιάρμπακιρ, με δυο νεκρούς και 200 τραυματίες.
Μετά την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης από το ΑΚΡ, η υπηρεσιακή κυβέρνηση που ελέγχεται από αυτό εξαπέλυσε μια εκτεταμένη και βίαιη πολεμική τρομοκρατία σε πολλαπλά επίπεδα. Σε αυτό βοήθησε μια βομβιστική ενέργεια αυτοκτονίας στη συνοριακή πόλη Σουρούκ σε ειρηνική αντικυβερνητική διαδήλωση κούρδων, όπου δολοφονήθηκαν 32 άνθρωποι, κυρίως νέοι. Υποτίθεται πως την ευθύνη ανέλαβε το «Ισλαμικό Κράτος». Το ΡΚΚ, αμέσως επέρριψε την ευθύνη στην κυβέρνηση και τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες και σε λίγες ώρες, ως αντίποινα, εκτέλεσε δυο αστυνομικούς στο διαμέρισμά τους.
Δυο ημέρες μετά, η κυβέρνηση ανακοίνωσε τον «πόλεμο κατά όλων των τρομοκρατών που είναι εχθροί μας» και ξεκίνησε αεροπορικές επιθέσεις, που στράφηκαν σχεδόν αποκλειστικά κατά των Κούρδων, ενώ μόνο αποπροσανατολιστικά πραγματοποίησε επιθέσεις κατά του ISIS, το οποίο ουσιαστικά, υποστηρίζει.
Οι εξελίξεις στην Τουρκία συνδέονται με τις εξελίξεις στο χώρο της Μέσης Ανατολής, όπου σημειώνεται μια απότομη και επικίνδυνη πολεμική κλιμάκωση, γύρω από την αναμέτρηση στη Συρία, ενώ διαπλέκεται και με το κουρδικό και με το παλαιστινιακό πρόβλημα εθνικής αυτοδιάθεσης.
Αμέσως μετά τις επιθέσεις Ερντογάν κατά των Κούρδων, η κυβέρνησή του επέτρεψε τη χρήση της μεγάλης αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ από τους Αμερικανούς, για πρώτη φορά μετά το 2003, όταν απαγόρεψε τη χρήση της λόγω της διαφωνίας της Τουρκίας στην επέμβαση κατά του Ιράκ. Τις προηγούμενες ημέρες, για πρώτη φορά μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, αλλά και για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της, η Ρωσία ξεκίνησε πολεμικές ενέργειες μακριά από τα σύνορά της, με τις αεροπορικές επιθέσεις στη Συρία, στηρίζοντας την κυβέρνηση Άσαντ.
Φαινομενικά, έχει την ανοχή των ΗΠΑ, αλλά προοπτικά, στη Συρία εκτυλίσσεται μια κλιμάκωση της παγκόσμιας γεωστρατηγικής αντιπαράθεσης μεταξύ του ευρατλαντικού άξονα και του ρωσοασιατικού, με τη συμμαχία της Ρωσίας με την Κίνα, αλλά και το Ιράν. Ο πόλεμος στη Συρία, από τοπικός μετατρέπεται σε υπερτοπικό με επικίνδυνες διαστάσεις για την παγκόσμια ειρήνη.
Όλα τα παραπάνω συνδεόνται, επίσης βαθιά, με τη συνεχιζόμενη διεθνή καπιταλιστική κρίση και τη δημιουργία υπερ-ολοκληρώσεων, δηλαδή γεωοικονομικών στρατοπέδων, όπως η TTIP και οι νομισματικές – οικονομικές συμμαχίες των BRICs.