Τι συμβαίνει αλήθεια; Μέσα στο κύμα σημειωμάτων για πληρωμή φόρων και σε ένα περιβάλλον όπου ο Αδ. Γεωργιάδης θα βγάλει τα λεφτά από τις τηλε-πωλήσεις βιβλίων στο εξωτερικό, φαίνονται πως υπάρχουν και καλά νέα.
Δύο είναι αυτά:
Πρώτον, λένε, θα φύγει η τρόικα. Νισάφι πια. Ήταν και κάπως προσβολή να έχουμε στο κεφάλι μας γκαουλάιτερς που διαρκώς δείχνουν με το δάχτυλο.
Δεύτερο, επιμένουν, βγαίνουμε από το μνημόνιο, αποστομώνοντας όσους βλέπουν το διώξιμο της τρόικας σαν συμβολικό και μόνο.
Παρά την σφοδρή πολιτική και επικοινωνιακή αντιπαράθεση μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, εδώ φαίνεται να υπάρχει κάποια σύμπτωση.
Μας είπε ο πρωθυπουργός:
«Με την λήξη του προγράμματος η τρόικα θα φύγει. Όπως έγινε στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι να τελειώσει το πρόγραμμα και να γίνουμε ξανά “φυσιολογική” χώρα».
Και ο Αλ. Τσίπρας συμπλήρωσε με αυτοπεποίθηση:
“Ποια τρόικα; δεν υπάρχει τρόικα! Το ευρωκοινοβούλιο έκανε λόγο για το θεσμικό ασυμβίβαστο ενός μορφώματος μέσα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Θα πάει ο Έλληνας πρωθυπουργός να κάτσει στο τραπέζι με κάποιους υπαλλήλους;”
Άντε ας θυμίσουμε και τη δήλωση Βενιζέλου:
«Κάποιοι ‘’σκυλιάζουν’’ που βγαίνουμε από το Μνημόνιο»
Είναι τόση η αποφασιστικότητα και σιγουριά της κυβέρνησης για την είσοδο στη ‘’μετα-μνημονιακή εποχή’’, πού δηλώνει δεξιά και αριστερά ότι «δε θέλουμε ούτε την τελευταία δόση του ΔΝΤ, ας φύγει και αυτό νωρίτερα μαζί με την τρόικα».
Το ίδιο το ΔΝΤ, μόλις πρόσφατα διέψευσε τα σχετικά. Υπενθύμισε μάλιστα την σταθερή εκτίμησή του για ύπαρξη χρηματοδοτικού κενού για τις χρονιές 2015, 2016 πάνω από 12 δις. Αλλά και ο Ντράγκι της ΕΚΤ, αγαπημένος του ΣΥΡΙΖΑ εσχάτως, διαμήνυσε πως η εκτίμηση της Κεντρικής Τράπεζας είναι πως είναι απαραίτητο ένα νέο δάνειο για την Ελλάδα.
Τα παραπάνω, μας λένε, ότι καθόλου βέβαιο δεν είναι πως δε θα έχουμε ένα ακόμη δάνειο, μαζί με τις σχετικές μνημονιακές απαιτήσεις και δεσμεύσεις, άσχετα αν αυτές βαφτιστούν αλλιώς.
Θα εστιάσουμε ωστόσο σε πράγματα που είναι βέβαια, καθώς φαίνεται πλέον πως στο ερχόμενο διάστημα, θα υπάρξουν πολλές αλληλο-συσχετιζόμενες μεταβάσεις, που αφορούν άμεσα την Ελλάδα.
Η πρώτη μετάβαση: Από την τρόικα στη θεσμική επιτήρηση της ΕΕ
Πράγματι, όχι μόνο επειδή τυπικά τελειώνει η περίοδος του μνημονίου που είχε υπογραφεί, αλλά και επειδή έχει πλέον διαμορφωθεί ένα ευρύτερο πλαίσιο, μπαίνουμε από την εποχή της τρόικας στην εποχή της μόνιμης και θεσμικής ευρωπαϊκής επιτήρησης.
Στην πραγματικότητα είναι μια μεταβολή ισχυροποίησης της κυριαρχίας των ηγεμονικών καπιταλιστικών χωρών.
Άλλο πράγμα οι ad hoc διορισμένες επιτροπές τύπου τρόικας και άλλο πράγμα μια επιτήρηση όλων των χωρών νομιμοποιημένη από τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Πολύ περισσότερο, όταν αυτή εξαίρεται ως πρόοδος ακόμη και από δυνάμεις που ξιφουλκούσαν εναντίον της εκάστοτε τρόικας σε κάθε χώρα.
Η αλλαγή αυτή, αφαιρεί για τις κυβερνήσεις των υπό επιτήρηση χωρών, την κατηγορία, της ταπεινωτικής ποδηγέτησης τους από ‘’απλούς υπαλλήλους’’.
Η δεύτερη μετάβαση: Από τα εθνικά μνημόνια στο Πρόγραμμα Σταθερότητας ολόκληρης της ΕΕ ή το ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο.
Ας δούμε πρώτα τι σημαίνει ‘’φεύγουμε από το μνημόνιο’’. Είναι μια κούφια και αποπροσανατολιστική διατύπωση.
Το μνημόνιο δεν είναι ένα χαρτί, ένα νομικό κείμενο σύμβασης, που είτε θα καταργηθεί είτε θα φτάσει στην ημερομηνία περαίωσής του μόνο του. Είναι οι εκατοντάδες εφαρμοστικοί νόμοι συντριβής των εργατικών μισθών και των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Είναι η νέα θεσμοποιημένη και νομιμοποιημένη πραγματικότητα της εργασιακής ζούγκλας και της ιδιωτικοποίησης των πάντων. Αν θέλουμε να κυριολεκτούμε, τα λεγόμενα μέτρα ‘’ανακούφισης’’ που ανακοινώνουν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, με όλες τις διαφορές μεταξύ τους, απέχουν έτη φωτός από την ανατροπή αυτής της άθλιας πραγματικότητας. Στην ουσία, λένε: «ό,τι έγινε, έγινε, πάμε παρακάτω…»
Ας σκαλίσουμε περισσότερο το που πάμε.
Υπάρχει ένα σύνολο κατευθύνσεων, οδηγιών, κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επιβάλλει ένα μόνιμο καθεστώς δημοσιονομικής προσαρμογής και αντίστοιχης επιτήρησης σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Με καθορισμένες εξουσιοδοτήσεις δράσης και επιβολής, ανάλογα με τις οικονομικές επιδόσεις ή …ατασθαλίες των ξεχωριστών χωρών.
Ακόμη και αυτός ο προϋπολογισμός της κάθε χώρας, δεν διαμορφώνεται πλέον από την ίδια, παρά μόνο ως αρχικό σχέδιο. Υποβάλλεται και εγκρίνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ υπάρχει θεσμοθετημένη διαδικασία εξαμηνιαίας επιτήρησης.
Ας φέρουμε λίγο στο μυαλό μας τις διαρκείς διαβεβαιώσεις του ΣΥΡΙΖΑ (και πολύ περισσότερο της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ), ότι ‘’οι προϋπολογισμοί θα είναι ισοσκελισμένοι και όχι ελλειμματικοί’’.
Έχει την αιτία της αυτή η δέσμευση: Κάθε κράτος-μέλος, πρέπει σύμφωνα με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, να διαμορφώνει ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, με ανώτερο δυνατό διαρθρωτικό έλλειμμα στο 0,5% του ΑΕΠ.
Δεν είναι κακό θα πει κάποιος. Νοικοκυρεμένα πράγματα, έσοδα ίσον έξοδα. Μόνο που ο κρατικός προϋπολογισμός δεν είναι προϋπολογισμός που κάνει μια οικογένεια. Είναι ταξικός ως προς τα έσοδα (από ποιους και τι παίρνει) και ταξικός ως προς τα έξοδα (πώς μοιράζει και τι).
Ανατροπή της παρούσας αντιδραστικότητας των σημερινών προϋπολογισμών, σημαίνει ακριβώς να έρθουν σε πρώτο πλάνο ότι ακριβώς θεωρούν ζημιογόνα ελλείμματα το κεφάλαιο και η ΕΕ, δηλαδή οι κοινωνικές δαπάνες, οι εργατικοί μισθοί και ένα γενναίο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων με στόχο την παραγωγική ανόρθωση της οικονομίας, με άρνηση του καταστροφικού καταμερισμού που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η υποχρέωση αυτή του Δημοσιονομικού Συμφώνου, έχει ήδη ενσωματωθεί στο νομικό σύστημα της Ελλάδας, ενώ δεν αποκλείεται να είναι και στοιχείο της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιέζει όλες τις χώρες για συνταγματική θέσπιση της απαίτησης.
Η τήρησή της, με απλά λόγια σημαίνει πάγωμα όλων στο σημερινό καθεστώς αποτελεσμάτων του μνημονίου. Διαφορετικά η ΕΕ, όχι απλά δεν δίνει χρήματα, ούτε συζητά εξαιρέσεις όπως ζητάει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά έχει ήδη θεσπίσει επιβολή προστίμων.
Μετάβαση τρίτη: Από το ‘’κούρεμα’’ του χρέους, στην επιμήκυνσή του
Η ΕΕ (μέσω και της τρόικας …που φεύγει) το έχει καταστήσει σαφές σε όλους: Κούρεμα του χρέους δε συζητείται. Ο μόνος δρόμος για τη μείωση του χρέους που μένει ανοιχτός υπό προϋποθέσεις είναι η αναδιάρθρωσή του με χρονική επιμήκυνση και μείωση επιτοκίου.
Έχει σημασία να παρακολουθήσει κανείς τη συζήτηση σε αυτό το θέμα. Κάθε κόμμα που επιδιώκει να κυβερνήσει γνωρίζει ότι με ένα μέσο όρο υποχρέωσης πληρωμών 17,1 δις σε τόκους και χρεολύσια κατά μέσο όρο στα επόμενα πέντε χρόνια (και μετά έχει συνέχεια ασφαλώς…), ασφαλώς θα πάει άπατο. Κάτι πρέπει να γίνει…
Η ΝΔ έχει εστιάσει φυσικά στη στρατηγική της επιμήκυνσης, με μείωση επιτοκίου και μετατροπή του σε σταθερό, αλλά ψελλίζει που και που και ζητιανεύει στα μουλωχτά και ένα κάποιο συμφωνημένο ‘’αναγκαστικό κούρεμα’’.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκαστικά ξεκινάει από τη θέση για διαπραγμάτευση με στόχο τη διαγραφή μέρους του χρέους, αλλά σιγά σιγά γλιστράει προς την επιμήκυνση και την προϋπόθεση της ευρωπαϊκής συμφωνίας. Δηλαδή από άλλο δρόμο στα ίδια….
Αν και συνήθως είναι ο Γιώργος Σταθάκης που ρίχνει κατά καιρούς τις προειδοποιητικές βολές της μετάβασης αυτής, πρόσφατα την ευθύνη αυτή την ανέλαβε ο Γιάννης Δραγασάκης:
«Αντί για ‘κούρεμα’ μπορεί να υπάρξει απόσυρση του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, δηλαδή ένα μέρος του χρέους να αποσυρθεί από τις αγορές ή τους φορείς που το κατέχουν σήμερα και να κρατηθεί ‘παγωμένο’ στα πλαίσια της ΕΚΤ» (συνέντευξη στη real news 27/9/14)
Οι πιρουέτες για το χρέος, αναγκαστικά γίνονται εντός συγκεκριμένων ορίων από αυτούς που θεωρούν ιερή και άβατη την παραμονή στην ευρωζώνη και την ΕΕ. Να για ποιο λόγο:
Οι χώρες της ΕΕ στις οποίες το χρέος είναι πάνω από το 60% του ΑΕΠ, πρέπει να μειώνουν το υπερβάλλον χρέος κατά το 1/20 κάθε χρόνο. Άρα δεν αρκεί να έχουν ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, αλλά και πλεόνασμα που στην ουσία θα πηγαίνει κατά το μεγάλο μέρος στην κάλυψη αυτής της υποχρέωσης.
Η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ έχει ήδη συμφωνήσει στη διασφάλιση πρωτογενών πλεονασμάτων και μάλιστα πολύ υψηλών: 1,5% του ΑΕΠ το 2014, 3% το 2015, 4,5% το 2016 και περίπου 4% στη συνέχεια. Απαιτούνται βέβαια αίμα και δάκρυα για αυτά στο διηνεκές…
Τόσο στη ΝΔ όσο και στο ΣΥΡΙΖΑ, στριφογυρίζει η σκέψη γύρω από την ‘’ωραία κοιμωμένη’’, δηλαδή τα 11 δις του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που έχουν παρκάρει εκεί ως μαξιλάρι για πιθανές ανάγκες ανακεφαλοποίησης των Τραπεζών μετά και τα stress tests.
Ωστόσο, στην ΕΕ δεν επιτρέπεται κάποια συζήτηση για αυτό. Αντίθετα, ΕΕ και ΔΝΤ, δανειστές και κυβερνήτες, ‘’σκληροί’’ και ‘’μαλακοί’’ είναι ενωμένοι και άτεγκτοι στο βασικό για αυτούς: Πρώτα θα ψηφιστούν οι επόμενοι αντεργατικοί νόμοι (ενοποίηση διάλυσης ασφαλιστικών ταμείων, μείωση συντάξεων, νόμος περιορισμού έως και κατάργησης της δυνατότητας απεργίας, νέες απολύσεις το Δημόσιο κλπ) και μετά μπορεί να γίνει οποιαδήποτε κουβέντα περί χρέους.
Η κινδυνολογία του Σαμαρά στη Μέρκελ, ‘’δώστε μου κάτι διότι αλλιώς θα βγει ο ΣΥΡΙΖΑ’’, προφανώς δεν απέδωσε κάτι το ιδιαίτερο επ’ αυτού.
Τέταρτη και τελευταία μετάβαση: Από το στόχο της ανατροπής στο ευχολόγιο της ‘’ανακούφισης’’
Τούτη η μετάβαση μας ενδιαφέρει και περισσότερο, ακριβώς διότι σχετίζεται με την πολιτική στρατηγική της αριστεράς.
Στο παρακαλετό των κομμάτων εξουσίας για παραχωρήσεις, τόσο η ΕΕ όσο και η αστική τάξη στην Ελλάδα, έχουν κάνει καθαρή τη θέση τους: Ανακοινώστε όποιο συνδυασμό μέτρων ‘’ανακούφισης’’ θέλετε, αρκεί να μην αγγίξετε τα δικά μας χρήματα και να μην υπονομεύσετε τους στόχους συντήρησης της αντεργατικής δημοσιονομικής προσαρμογής.
Το δίλημμα είναι σαφές; Κάντε όποια ελάφρυνση θέλετε, αλλά για κάθε μία από αυτές, θα μου δίνετε αποδείξεις για βαθύτερες διαρθρωτικές αλλαγές.
Υπάρχουν διαφορές στις στρατηγικές ‘’χαλάρωσης’’ μεταξύ της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ΝΔ στοχεύει κυρίως να επανα-συγκροτήσει κοινωνικές συμμαχίες της αστικής τάξης με μεσαία και μεγαλο-μεσαία στρώματα που έχουν χτυπηθεί σημαντικά από το μνημόνιο, αλλά και με ανώτερα τμήματα της εργατικής τάξης και της δημοσιο-υπαλληλίας, κλείνοντας το μάτι παράλληλα για ένα όφελός τους από τη μεγαλύτερη βύθιση των υπολοίπων εργατικών και λαϊκών στρωμάτων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, αντίθετα, υπόσχεται άμβλυνση της δυσχερούς θέσης των πιο φτωχών τμημάτων της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, κλείνοντας το μάτι στο μεγάλο κεφάλαιο (καμία αναφορά στις εξαγγελίες της ΔΕΘ!), ότι αυτό δε θα το βλάψει, αλλά θα το ωφελήσει, μέσω της τόνωσης της ζήτησης.
Και οι δύο στρατηγικές, παρά τις διαφορές τους, τηρούν το όριο που βάζει η δημοσιονομική αρπάγη της ΕΕ, αλλά και το ίδιο το αρνητικό κεκτημένο των αποτελεσμάτων του μνημονίου. Και οι δύο ‘’διορθώσεις’’, χωρούν στο υπολογιστικό φύλλο excel των υπαλλήλων της ΕΕ.
‘’Ανακούφιση’’, όχι τεράστια όπως εσφαλμένα γίνεται λόγος, αλλά ακόμη και στοιχειώδης, χωρίς μια αριστερή αντικαπιταλιστική πολιτική που να συγκρούεται με το κεφάλαιο και την ΕΕ, δεν μπορεί να υπάρξει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πλασάρει ένα παραπλανητικό δίλημμα: ”τεράστια ανακούφιση μέσα στις 30 πρώτες μέρες και χωρίς να ανοίξει ρουθούνι ή αριστερή αντικαπιταλιστική και αντιΕΕ πολιτική σε 100 χρόνια;” Επιχειρεί με αυτό να ηγεμονεύσει πάνω στην υπόλοιπη αριστερά και να καλύψει τα νώτα του.
Τέτοιο δίλημμα στην πραγματική ζωή και στη σύγχρονη εφιαλτική πραγματικότητα του αρπακτικού καπιταλισμού της μόνιμης κρίσης και του ζουρλομανδύα της ευρωζώνης, δεν υπάρχει. Δε θα επιχειρηματολογήσουμε εδώ πάνω σε αυτό. Θα παραπέμψουμε σε παλιότερα σημείωμα: ‘’ Τα ανάποδα διαβάσματα των εξαγγελιών του Τσίπρα’’, ‘’Αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα ή άμεση ανακούφιση; Επικίνδυνο ψευτοδίλημμα!).
Ας μας επιτραπεί μια ακόμη παρατήρηση.
Η πολιτική γλώσσα που χρησιμοποιούμε έχει τεράστια σημασία, ποτέ δεν είναι ουδέτερη. Μας παίρνει από κάτω, κυριαρχεί συχνά στο λόγο μας, η γλώσσα των κυρίαρχων και του ρεφορμισμού, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε.
Τι θα πει αλήθεια ‘’ανακούφιση’’;
Είναι το μόνιμο ρεφραίν του Σαμαρά και του Τσίπρα, αλλά αρχίζουμε και την κλείνουμε όλοι σε όλες τις πτώσεις, έστω με άλλη σημασία.
Έχει κάποιος σφάξει κάποιον, τον έχει καταγής και μετά τον επιδένει ή του κάνει μια ένεση. Θα το λέγαμε ανακούφιση;
Είμαστε σε μια κηδεία, στην κηδεία μας, σε μια μακάβρια τελετή της εργατικής γενοκτονίας. Δε συζητάμε τι γίνεται μέσα στο άβατο της εκκλησίας, μας τέλειωσαν οι λέξεις για τους θύτες, τα θύματα, το έγκλημα, την οργή, το δίκιο και καταλαγιάζουμε χριστιανικά, λαμβάνοντας το αντίδωρο του παππά και τα κόλλυβα του νεκροθάφτη, θεωρώντας τα ανακούφιση;
Η αριστερά θα αυτοκτονήσει πολιτικά αν αντιπροσωπεύσει πολιτικά την κοινωνική στάση της μειωμένης προσδοκίας και της διεσταλμένης αυταπάτης. Δε μας αξίζει, δε μας αντιστοιχεί, αλλά δεν έχουμε και το δικαίωμα.
Πεποίθησή μας πρέπει να είναι ότι η εργατική και ευρύτερη κοινωνική δυσαρέσκεια μπορεί και πρέπει να εκφραστεί σε μια άνοδο μιας νέας κοινωνικής απαιτητικότητας.
Στόχος ειδικά της κομμουνιστικής αριστεράς, πρέπει να είναι, τώρα ακριβώς, όχι απλά να επιζήσει ανασαίνοντας με καλάμι, αλλά να αντεπιτεθεί, ως υπαρκτή δυναμική στάση, μια σύγχρονη επαναστατική κομμουνιστική στρατηγική, που θα διεκδικεί θαρραλέα να πρωταγωνιστήσει η εργατική τάξη σε ένα νέο γύρο καθολικού πολέμου απελευθέρωσης και αξιοπρέπειας.
Η ανατομία του τρίτου Μνημονίου
Πηγή: Γιάννης Βαρουφάκης – “Hot Doc”
Ο Γκίκας Χαρδούβελης ήταν σαφής: «Τρίτο Μνημόνιο δεν υπογράφουμε!». Τον πιστεύω. Ο κ. Χαρδούβελης έχει δίκιο σε ένα πράγμα.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα υπογράψει τρίτο Μνημόνιο. Το τρίτο Μνημόνιο, που είναι αναπόφευκτο, θα το πουν κάπως αλλιώς, μόνο και μόνο επειδή π λέξη Μνημόνιο είναι πλέον επικοινωνιακά δηλητηριώδης. Μην ξεχνάμε ότι από την αρχή της κρίσης το 2010, η Ευρώπη έχει δείξει μεγάλες ικανότητες στην παραγωγή ευφημισμών:
Την πτώχευση του ελληνικού δημοσίου την ονόμασαν «διάσωση». Την παταγώδη αποτυχία του πρώτου Μνημονίου την είπαν «υστέρησα». Το «κούρεμα» που ξόρκιζαν τόσο καιρό, όταν πλέον έπρεπε να το κάνουν την άνοιξη του 2012 το ονόμασαν «Συμμετοχή του Ιδιωτικού Τομέα» ή PSI. Την παραλίγο διάλυσπ του ευρώ το καλοκαίρι του 2012 ο Μάριο Ντράγκι την ονόμασε «κίνδυνο επαναπροσδιορισμού».
Όταν έπρεπε να κάνουν δεύτερο «κούρεμα» μέσα στην ίδια χρονιά, στο 2012, το ονόμασαν «επαναγορά χρέους».
Στο τρίτο Μνημόνιο θα κολλήσουν; Το έχουν σε τίποτα να το ονομάσουν «Συμφωνία Τερματισμού των Μνημονίων»; Όχι βέβαια. Όπως όμως και να το ονομάσουν, το τρίτο Μνημόνιο θα έρθει, καθώς η ελληνική κοινωνική οικονομία παραμένει βαθιά πτωχευμένη, ενώ τράπεζες, κράτος και ιδιωτικός τομέας σε μόνιμο, βαθύ εναγκαλισμό, βουλιάζουν στο τέλμα τπς χρεοκοπίας.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Το δεύτερο Μνημόνιο άρχισε να προετοιμάζεται μερικούς μήνες μετά την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου, καθώς ήταν γνωστό στους σχεδιαστές του πως το πρώτο Μνημόνιο ήταν θνησιγενές.
Βέβαια, για να συζητηθεί επισήμως, να δημιουργηθούν οι «κατάλληλες» πολιτικές ισορροπίες εντός και εκτός της Ελλάδας, και να υπογραφεί, πέρασαν σχεδόν 18 μήνες.
Το τρίτο Μνημόνιο μπήκε στο σχεδιαστήριο μερικές μόνο ημέρες μετά την υπογραφή του δεύτερου, για τους ίδιους λόγους: τα νούμερα και οι παραδοχές του εξόκείλαν σχεδόν την ίδια μέρα που ανακοινώθηκαν.
Όπως όμως και στην περίπτωση του δεύτερου Μνημονίου, που καθυστέρησε 18 μήνες να επισημοποιηθεί, έτσι και στην περίπτωση του τρίτου υπάρχει πιθανότητα όχι μόνο να περάσει ένα μακρύ χρονικό διάστημα μέχρι την πλήρη ανάπτυξη και εφαρμογή του αλλά, πολύ χειρότερα, μπορεί να μην ανακοινωθεί ποτέ. Γι’ αυτό το ονομάζω «κρυφό» Μνημόνιο.
Ο θεμέλιος λίθος του τρίτου Μνημονίου
Αρχικά, η αυτόματη αποτυχία του δεύτερου Μνημονίου αντιμετωπίστηκε «πυροσβεστικά», με την «επαναγορά χρέους», ένα δεύτερο PSI που αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά τις ελληνικές τράπεζες. Ουσιαστικά, μετέφεραν στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους κάποια από τα δανεικά (από την Ευρώπη) κεφάλαια που είχε τάξει ο φορολογούμενος στους τραπεζίτες (μειώνοντας τα κεφάλαιά τους κατά αρκετά δισεκατομμύρια), ώστε να συνεχίζονται οι αποπληρωμές των δανεικών του κράτους και το μερικό κλείσιμο κάποιων άλλων από τις μαύρες τρύπες του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Παράλληλα, μειώθηκαν λίγο τα επιτόκια του πρώτου Μνημονίου, η ΕΚΤ επέστρεψε ένα ποσοστό των χρημάτων που έλαβε για τα ελληνικά ομόλογα, αυξήθηκαν (κάνοντας τα κλειστά μάτια στις
παρατυπίες) τα χρήματα από το ΕΣΠΑ και, βεβαίως, εντάθηκε η φοροεπιδρομή στα ακίνητα, στα φυσικά πρόσωπα και στους μικροεπιχείρηματίες. Έτσι, τα πράγματα μπαλώθηκαν για λίγο.
Μετά όμως την «επαναγορά χρέους», οι τράπεζες βρέθηκαν σε ακόμα χειρότερη κατάσταση (για λόγους που το προηγούμενο κεφάλαιο εξήγησε εκτενώς) την ώρα που το δημόσιο, παρά τις πιο πάνω κινήσεις απελπισίας, παρέμενε πτωχευμένο.
Το μόνο «δώρο» που είχε να προσφέρει η πολιτική ηγεσία στους τραπεζίτες (αφού τους «κούρεψε» μια δεύτερη φορά σε ένα χρόνο) ήταν το να προσποιούνται όλοι μαζί πως οι τράπεζες έχουν «κεφαλαιακή επάρκεια» μετά τα 40 δισ. που έλαβαν από το δεύτερο Μνημόνιο – κάτι που, όπως θα δούμε, δεν ίσχυε καθώς οι τράπεζες συνέχιζαν, σε όλο το 2013, να λαμβάνουν από την ΕΚΤ δεκάδες δισ. ρευστού κάτω από το τραπέζι, με την εγγύηση του έλληνα πολίτη (χωρίς βέβαια αυτός ο πολίτης ούτε καν να πληροφορείται για αυτή του τη… γενναιοδωρία).
Κι όλα αυτά σε μια εποχή που, για το Βερολίνο και την Αθήνα, προείχε η πολιτική επιβίωση εν όψει ευρωεκλογών, κάτι που απαιτούσε αν όχι την περιθωριοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ τουλάχιστον την
περιχαράκωσή του. Πώς αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν αυτό το διττό πρόβλημα του συνεχιζόμενου δηλητηριώδους τάγκο μεταξύ ενός πτωχευμένου δημοσίου και ενός βαθιά πτωχευμένου τραπεζικού
συστήματος; Με την δημιουργία μιας νέας φούσκας τραπεζικών «αξιών» (π.χ. μετοχών) και κρατικών ομολόγων, είναι η θλιβερή απάντηση.
Αυτή η νέα φούσκα, που έλαβε τη μορφή ενός κερδοσκοπικού μπαράζ για τα warrants των τραπεζών (το φθινόπωρο του 2013, με την συμμετοχή των αρπακτικών hedge funds τύπου John Paulson) και της «επιστροφής του δημοσίου στις αγορές», τον Απρίλιο του 2014 ήταν ο θεμέλιος λίθος του τρίτου, κρυφού Μνημονίου, το οποίο θα βρεθεί σε πλήρη ανάπτυξη μετά το φθινόπωρο του 2014, ίσως μετά τις επόμενες βουλευτικές εκλογές του 2015.
Το τρίτο, κρυφό, Μνημόνιο θα έχει πέντε βασικά χαρακτηριστικά:
Πρώτον, δεν θα ονομαστεί Μνημόνιο, για λόγους καθαρά «επικοινωνιακούς» (προπαγανδιστικούς).
Δεύτερον, δεν θα βασίζεται τόσο σε νέα δάνεια από το EFSF-ESM (όπως το δεύτερο Μνημόνιο)
αλλά σε χρήματα που θα αντληθούν, με εκδόσεις ομολόγων, από τις αγορές οι οποίες θα δεχθούν (αντίθετα με αυτό που έκαναν την περίοδο 2010-2013) να δανείσουν το βαθιά πτωχευμένο ελληνικό δημόσιο, εφόσον τους εγγυάται, έστω και σιωπηλά, η ΕΚΤ ότι αυτά τα νέα δάνεια (και μόνο αυτά) θα αποπληρωθούν από την ίδια την ΕΚΤ, αν χρειαστεί (στο πλαίσιο της λογικής του προγράμματος ΟΜΤ που ανακοίνωσε ο Μάριο Ντράγκι το καλοκαίρι του 2012).
Τρίτον, η τρόικα θα αντικατασταθεί από νέα «εποπτική» αρχή, αμιγώς ευρωπαϊκή, καθώς το ΔΝΤ κάνει ό,τι μπορεί για να απομακρυνθεί από τα ευρωζωνικά Μνημόνια.
Τέταρτον, αντί για «κούρεμα» το τρίγωνο Βερολίνου-Φρανκφούρτης-Βρυξελλών θα προσπαθήσει να «καθαρίσει», όσον αφορά το ελληνικό δημόσιο χρέος, με μια μακρά επιμήκυνση των αποπληρωμών
που θα καταστήσουν το ελληνικό κράτος απόλυτα δεσμευμένο στην βούληση του «τριγώνου» για τα επόμενα 50 χρόνια.
Πέμπτον, το πρόβλημα των πτωχευμένων τραπεζών θα αντιμετωπιστεί με τη στρατηγική των «στραβών ματιών», δηλαδή κάνοντας ότι δεν βλέπουν ότι παραμένουν χρεοκοπημένες και ανίκανες να λειτουργήσουν ως πιστωτικά ιδρύματα (που δανείζουν και δανείζονται κανονικά).Έτσι, δεν θα παραδεχθούν ότι οι τράπεζες χρειάζονται νέα κεφάλαια, οι τραπεζίτες θα παραμείνουν κυρίαρχοι των -στο διηνεκές- πτωχευμένων τραπεζών και του πολιτικού συστήματος της Νέας Διαπλοκής, η τραπεζική πίστη θα παραμείνει ανύπαρκτη και ο ιδιωτικός τομέας θα βρίσκεται για πολλά χρόνια ακόμα μεταξύ της Σκύλλας των φοροεπιδρομών ενός πτωχευμένου κράτους και της Χάρυβδης ενός πτωχευμένου τραπεζικού συστήματος που δεν τον δανείζει.
Πάλι παραμένει ένα ερώτημα αναπάντητο. Είναι αναπόφευκτη η σοσιαλφιλελευθερη απόπειρα διαχείρισης του ΣΥΡΙΖΑ ? Ο νέος γύρος που ξεκινάει τώρα, ή μετά την σοσιαλφιλελευθερη απόπειρα ? Και αυτό δεν θέλει ένα γενικόλογο “τώρα με όργανα εργατικής πολιτικής” γιατί ούτε οι μπολσεβίκοι δεν καθόρισαν την δημιουργία σοβιέτ. Το “τώρα” θέλει και απαντήσεις στο ποιος διαγράφει το χρέος πχ και όλα τα υπόλοιπα. Προφανώς όχι κάποιος Σαμαράς, αν όχι τα σοβιέτ, ποιος ? Η απάντηση “το κίνημα” είναι αναρχοσυνδικαλιστική, συμφωνούμε σε αυτό είμαι σίγουρος. Κάπως έτσι οι εργαζόμενοι και η νεολαία πάνε και ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και αν τους πει “να μην πέσει και άλλο ο κατώτατος μισθός”. Όσο η απάντηση είναι πως η σοσιαλφιλελευθερη απόπειρα είναι αναπόφευκτη, και αυτό “ενώνει” την αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ), δεν πάμε πουθενά. Και απαιτείται επιτέλους μια απάντηση απέναντι στην γραμμή του ΚΚΕ απέναντι στην οποία η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι εντελώς ευάλωτη.. Δεν είναι δυνατόν σύντροφοι, αντιλήψεις και οργανώσεις να δίνουν λογαριασμό για το περίφημο “θέμα ΣΥΡΙΖΑ”, και η εξόφθαλμη συνάφεια (σε εποχή που η στρατηγική βαραίνει, οι τακτικές διαφορές είναι δευτερεύουσες) του σκεπτικού του συντρόφου με του ΚΚΕ, να μην συζητιέται. Γιατί υπάρχει η άποψη ότι η γραμμή του ΚΚΕ είναι “βασικά σωστή”. Αυτά είναι πράγματα που τα ακούμε off the record, και τα βλέπουμε και μέσα από τις γραμμές. Ακούμε για παράδειγμα ότι “το ΚΚΕ τα λέει καλά, αλλά δεν τα κάνει”. Οτι “το ΚΚΕ έστω είναι αντικαπιταλιστικό” και ας μην έχει αφήσει ένα κίνημα νεολαίας (για παράδειγμα) που να μην το καταγγείλει εδώ και πολλά χρόνια. Ότι “το ΠΑΜΕ δεν είναι γενικά λάθος” (αυτό λέγεται και γράφεται επίσημα). Ανάμεσα στις 2 εκλογές του 2012 ακούγαμε ότι “το ΚΚΕ αλλάζει, η Παπαρήγα είπε στην συνέντευξη τύπου ότι να ξεκαθαρίσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρώτα κλπ”. Υπάρχει δηλ η άποψη ότι η γραμμή του ΚΚΕ είναι σωστή στα βασικά( την μετάθεση στον “νέο γύρο” αφού περάσει η μπόρα της εμπλοκής κυβέρνησης- αριστεράς, τα “κόκκινα” σωματεία κλπ). Να το δούμε αν είναι έτσι. Απόλυτα σοβαρά το λέω, δεν τρολλάρω, πραγματικά είναι αδύνατο να καταλάβει κανείς (ακόμα και βαθιά εδώ και χρόνια χωμένος στα της αριστεράς) γιατί το ΚΚΕ δεν είναι έστω επιλογή ψήφου.